Αθλητισμός

Get in there Lewis! – Week News Hagen

Μετρά 14 χρόνια στην κορωνίδα των μηχανοκίνητων σπορ. Μετρά 7 παγκόσμια πρωταθλήματα. Έχει σπάσει όλα τα ρεκόρ του Μίκαελ Σουμάχερ και, πλέον, βρίσκεται μία σεζόν μακριά από το απόλυτο ρεκόρ: τα περισσότερα πρωταθλήματα στην ιστορία της F1.

Η ερώτηση βγαίνει διστακτικά από τα χείλη κάποιων, ένας απλός ψίθυρος: Είναι άραγε ο καλύτερος όλων; Η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι ένα εκκωφαντικό, ΌΧΙ από όλους τους ρομαντικούς που αναπολούν τον υπέροχο Γερμανό, που έκανε το ένα θαύμα μετά το άλλο στα grid όλου του κόσμου μέχρι το 2006 (πριν την «αναιμική» τριετία με την Μερσεντές).

Μόνο που τα τελευταία 8 χρόνια που ο Λιούις Χάμιλτον βρίσκεται στην Mercedes, όλοι οι fans έχουν βαρεθεί να ακούνε τον αρχιμηχανικό του, Πέτερ Μπόνιγκτον (Μπόνο) να λέει τις παρακάτω λέξεις σχεδόν κάθε Κυριακή: «Get in there Lewis! Great job, awesome drive mate!»

Ο Million Dollar Man βρίσκεται στο καλύτερο μονοθέσιο που υπάρχει και από το 2014 (μ’ εξαίρεση το 2016 που τον έπιασε στον ύπνο ο Ρόσμπεργκ) δεν έχει ανταγωνισμό- κανείς δεν μπορεί να τον κοιτάξει στο… κράνος. Όμως…

Όμως είναι ώρα να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω. Βλέπετε, ο Χαμ δεν ήταν απλά ένας οδηγός που βρέθηκε στην F1 επειδή είχε λεφτά και την άνεση να ξεδιπλώσει το ουρανομήκες ταλέντο του. Το παιδί από το Στίβενεϊτζ της Αγγλίας έπρεπε να βασιστεί στον ακούραστο πατέρα του, που έκανε 3 έως και 4 δουλειές για να πάει το Σαββατοκύριακο στα καρτ να τρέξει.

Οι δυσκολίες δεν σταματούν εδώ, ωστόσο: Ο πατέρας του είχε λεφτά ίσα-ίσα για ένα χιλιοταλαιπωρημένο καρτ το οποίο ουδείς γνώριζε αν θα είναι σε θέση να τρέξει το ΣΚ, ενώ είχαν να υπερκεράσουν και το γεγονός πως σύσσωμη η οικογένεια Χάμιλτον ήταν έγχρωμη (μια βλακώδης τροχοπέδη που, όμως, ήταν πέρα για πέρα «απτή»).

Τι έκανε ο μικρός Λιούις;

Έστειλε στο πυρ το εξώτερον όλες τις αντιξοότητες και έφτασε στα 13 του να υπογράψει συμβόλαιο με την ΜακΛάρεν και 9 χρόνια αργότερα έκανε το μεγάλο άλμα για την Φόρμουλα 1.

Στην F1 τα πράγματα είναι δύσκολα, όμως, και οι συνθήκες που αντιμετώπισε ένα παιδί από διαφορετικό περιβάλλον ήταν σκληρές. Ωστόσο ο Λιούις ήξερε πως έπρεπε να ξεφύγει από τον τρόπο που ζούσε- και ήθελε να το κάνει με τον δικό του τρόπο: ήθελε πάντα να ξεχωρίζει ακόμα και αν συχνά έμπλεκε και δεν είχε την αποδοχή που του άρμοζε, πάλεψε σαν… τρελός και το 2007 είχε την ευκαιρία του.

Ο Ρον Ντένις ανακοίνωσε το χειμώνα του 2006 τους δύο οδηγούς της McLaren για το 2007. Εκείνη η σεζόν σημαδεύτηκε από δύο πράγματα: πρώτον την αποχώρηση του κορυφαίου Μίκαελ Σουμάχερ  από την ενεργό δράση και δεύτερον το «διαβόητο» πια Spygate.

Ο πιτσιρικάς τότε Χάμιλτον στην rookie του σεζόν βρέθηκε στο ίδιο μονοθέσιο με τον καλύτερο πιλότο που υπήρχε στο grid, τον πρωταθλητή Φερνάντο Αλόνσο, σε μια σεζόν όσο το αποτέλεσμα ήταν -σχεδόν- φανταστικό. Ο νεαρός λοιπόν με περίσσιο θάρρος και πολύ μεγάλη ωριμότητα άγγιξε τον παγκόσμιο τίτλο, που χάθηκε σε μια αμμοπαγίδα στην Κίνα και το μοναδικό του λάθος στη σεζόν, από την Scuderia και τον Κίμι.

Το 2008 ο 23χρονος Λιούις γεύτηκε τη σαμπάνια των «θεών» μέσα στο σπίτι του ειδώλου του (τον Άιρτον Σένα): στο μαγευτικό inderlagos στον τελευταίο αγώνα της χρονιάς, στην τελευταία στροφή και χάρη στην… γλίστρα του Τίμο Κλοκ πήρε την μπουκιά μέσα από το στόμα του Φελίπε Μάσα και στέφθηκε για πρώτη φορά στην καριέρα του παγκόσμιος πρωταθλητής.

Μετά το 2008 τα πράγματα άλλαξαν: ο Λιούις βρέθηκε αντιμέτωπος με τα ελαττώματά του, τις εγκαταλείψεις στους αγώνες, τα ομολογουμένως μέτρια μονοθέσια της McLaren με τα αρκετά μηχανικά προβλήματα. Ωστόσο, ο νεαρός έμενε πάντα μέσα στο τοπ 5 κάθε σεζόν και βρισκόταν πάντα απέναντι στον τρομερό Φέτελ, παίρνοντας παράλληλα εντυπωσιακές νίκες και κάνοντας πάντα αισθητή την παρουσία του.

Όλα άρχισαν να αλλάζουν όταν επέστρεψε το -δεύτερο- είδωλό του στις πίστες: Το “I’ m Back” του Σουμάχερ το 2010 ήταν γεγονός.

Η Mercedes έκανε την πρώτη της εμφάνιση με μια τρομερή μεταγραφή το 2010, με τον Σούμι να μην φτάνει στις πρότερες δόξες του, αλλά να βοηθάει τα μέγιστα στην εξέλιξη του μονοθέσιου κι εν συνεχεία να παραδίδει το τιμόνι στον πλέον κατάλληλο: τον Χάμιλτον.

Ο Λιούις μπορεί να μην είχε το συνολικό πακέτο του Σουμάχερ ούτε την υπέροχη λάμψη και την βραζιλιάνικη τρέλα του Σένα ωστόσο…

Ωστόσο ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για τα χρόνια του στη Mercedes: το 2013 έκανε το μεγάλο βήμα και πήγε στην ομάδα μετά από τηλεφώνημα του Νίκι Λάουντα, με team mate τον Νίκο Ρόσμπεργκ. Την πρώτη σεζόν έμεινε πίσω από τον Φέτελ της σαρωτικής τότε Red Bull,  όμως από κείνο το σημείο και μετά δεν κοίταξε πίσω. Κατάφερε να πάρει τα δύο επόμενα πρωταθλήματα κόντρα στον Γερμανό και τότε ήρθε το 2016.

Την χρονιά της μεγαλύτερης ήττας για τον ίδιο, ο Ρόσμπεργκ του πήρε το πρωτάθλημα με ισάξιο μονοθέσιο και στέφθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής για Ήταν η απόλυτη πρόκληση για τον Χάμιλτον, μιας και έχασε «στα ίσια», παρά το γεγονός πως από το μέσο και μετά εκείνης της σεζόν πήγε για μια ανατροπή στη βαθμολογία που άγγιζε τα ώρια του μηχανοκίνητου θαύματος.

Το point είναι πως ο Χάμιλτον ηττήθηκε από team mate του κάτι που δεν είχε πάθει ποτέ ο Μίκαελ Σουμάχερ στην προ-Mercedes καριέρα του. Ο Γερμανός ούτε μία φορά δεν έμεινε πίσω- πάντα «κατάπινε» όποιον βρισκόταν στο διπλανό γκαράζ. Ο Βρετανός μετά την απόσυρση του Ρόσμπεργκ είχε ως κύριο αντίπαλό του τον Φέτελ, αλλά το 2017 επέστρεψε πανηγυρικά στον θρόνο του.

Η συνέχεια μέχρι το 2020 λίγο – πολύ γνωστή: ο Χάμιλτον όντας ο πιο ανταγωνιστικός, ο καλύτερος πιλότος στο grid, χωρίς κανένα λάθος και αντικειμενικά με το καλύτερο μονοθέσιο στα χέρια του, όταν βάζει το κράνος του δεν… βλέπει κανέναν. Πάει από pole σε νίκη και από νίκη σε pole κάθε Σαββατοκύριακο, με μικρές εξαιρέσεις κάθε χρόνο.

Ανεβαίνει στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου με το στέμμα του παγκόσμιου πρωταθλητή να τοποθετείται με μαθηματική ακρίβεια για 7η φορά στο κεφάλι του. Σύμφωνοι, δεν έχει να αντιμετωπίσει τον Ντέιμον Χιλ, τον Άιρτον Σένα, τον Αλέν Προστ, τον Μίκα Χάκινεν ή ακόμα και τον ίδιο τον Σουμάχερ, γι΄ αυτό ότι πετυχαίνει φαίνεται κάπως άχαρο και βαρετό. Η πραγματικότητα ωστόσο είναι διαφορετική, πολύ διαφορετική…

Ο 35χρονος δίνει μάχη για παραπάνω από ένα πρωτάθλημα: θέλει να αλλάξει την F1, παλεύει για τα κοινωνικά δικαιώματα των μαύρων όσο κανείς άλλος στο πρόσφατο παρελθόν. Προσπαθεί να βοηθάει τον κόσμο και να γίνει η F1 προσιτή σε όλους, να μην είναι ένα σπορ που μόνο πλούσιοι μπορούν να συμμετέχουν, αλλά ακόμα κι ένα φτωχό παιδί που κυνηγάει τα άπιαστα όνειρά του.

Ωστόσο μέσα στις πίστες δε φοβάται: συνέτριψε όλα τα ρεκόρ του Σούμι (κάτι που δεν πίστευε κανείς πως μπορεί να κάνει πριν από λίγα χρόνια) και συνεχίζει, με σοβαρότητα, με ακρίβεια εκατοστού, και απόλυτο σεβασμό στους αντιπάλους του να κερδίζει εντός της πίστας (και χωρίς να προκαλεί ατυχήματα, βλέπε Αδελαΐδα, για να πάρει τον τίτλο).

Κανείς δεν λέει ότι ο Σουμάχερ δεν πέτυχε αδιανόητα πράγματα, τόσο στην Benneton όσο και στην Ferrari. Ανέστησε την Scuderia το 1996 που πήγε εκεί μετά από δύο… ανέλπιστους τίτλους με την Benneton  και εν μέρει είναι αυτός που έκανε πρωταθλήτρια και την Mercedes.

Ένας σπουδαίος legend όμως, που 16 χρόνια μετά το έσχατο πρωτάθλημά του διατηρεί την αγωνιστική του λάμψη, όσο κι αν η κατάστασή του μετά το ατύχημα στις Άλπεις μας προκαλεί ανείπωτη στενοχώρια.

Ήρθε όμως η ώρα να καθίσουμε στην εξέδρα -κορωνοϊού επιτρέποντος, βεβαίως. Ας πούμε στην ευθεία εκκίνησης – τερματισμού του αγαπημένου του Σίλβερστοουν. Εκεί που ακούγεται ένας διαφορετικός ήχος σε σχέση με τον υπέροχο V10 των Ασημένιων Βελών, καθώς ένα μονοθέσιο έρχεται με ταχύτητα 370χλμ/α για την καρό σημαία…

Ξεχωρίζει από μακριά επειδή είναι ένα εκτυφλωτικό μαύρο και περνάει από μπροστά μας με ταχύτητα που ίσα-ίσα μπορείς να δεις τα χρώματα του κράνους του πιλότου και τον αριθμό του. Γράφει 44 μπροστά στο ρύγχος και αν συγκεντρωθείς αρκετά θ’ ακούσεις έναν επίμονο ψίθυρο να γλιστρά σαν ηχητική επιβεβαίωση μεγαλείου ανάμεσα από τις αλλαγές ταχυτήτων. Λέει:

GOAT

Σχετικές αναρτήσεις

Στους “4” του Conferens league ο Ολυμπιακός

Δημήτρης Λίτσας

Μαζί με τον Τσιτσιπά ο Λεκλέρκ στο Μόντε Κάρλο, και δυναμική επιστροφή του Τσιτσιπά στους τίτλους.

e-enimerosi

Στέφανος Τσιτσιπάς: Στο τελικό του Μόντε Κάρλο μετά τον θρίαμβο επί του Σίνερ.

e-enimerosi