Ιστορία Πολιτισμός

Στα ίχνη των Μυρίων.

Μια αποστολή Ευρωπαίων επιστημόνων ακολούθησε το δρομολόγιο που είχαν ακολουθήσει το 402-401 π.Χ ο στρατός του Κύρου του Νεότερου & οι Έλληνες μισθοφόροι του Κλέαρχου, από τις Σάρδεις ως τα Κούναξα & από τα Κούναξα ως την Τραπεζούντα.

Με βάση τις πληροφορίες που μας δίνει ο Ξενοφώντας στην “Κύρου Ανάβαση”. Σκοπός της αποστολής που αποτελείτο από 6 άτομα διαφόρων ειδικοτήτων, αρχαιολόγους, γεωπόνους, βοτανολόγους, δημοσιογράφους φωτογράφους κ.α, ήταν να επιτύχει τη σύνταξη ενός τοπογραφικού & ιστορικού σχολίου, όσο το δυνατόν διεξοδικού & πιστού, ενός από τα πιο γνωστά & ένδοξα έργα της Ελληνικής φιλολογίας.

ΕικόναΗ ιδέα δεν ήταν εντελώς πρωτότυπη, δεδομένου ότι & άλλοι μελετητές στο παρελθόν είχαν επιχειρήσει μια πλήρη ανασύνδεση της διαδρομής, για να διαπιστώσουν πόση αλήθεια υπήρχε στη διήγηση του Ξενοφώντα. Ορισμένοι από αυτούς μπόρεσαν να εξερευνήσουν μόνο ένα τμήμα της διαδρομής (ο Μακ Λην στη Μεσοποταμία, ο Λέμαν Χάουπτο στην Αρμενία) ενώ άλλοι περιορίστηκαν σε εργασία “σπουδαστηρίου” με βάση τη χαρτογραφία που είχαν στη διάθεσή τους. Προέκυψε έτσι μια σειρά υποθέσεων από τις οποίες άλλες ήταν αληθοφανείς & άλλες παραδεκτές στον τοπογραφικό τομέα.

ΕικόναΟι υποθέσεις όμως αυτές παρουσίαζαν στο σύνολό τους αρκετές διαφορές μεταξύ τους. Ειδικότερα σε ό,τι αφορούσε τα πιο δύσβατα σημεία της διαδρομής, στις ορεινές περιοχές του Ταύρου, στα όρη του Πόντου & την οροσειρά του Αραράτ. Για να πάρετε μια ιδέα για την κατάσταση στον τομέα της βιβλιογραφίας, αρκεί να ξεφυλλίσουμε μερικές σχολιασμένες εκδόσεις της “Ανάβασης”.

Η ταύτιση των τοποθεσιών που αναφέρονται από τον Ξενοφώντα είναι συχνά αόριστη, δεν συμπίπτει με το κείμενο της Ανάβασης & δεν συνοδεύεται από επαρκή αιτιολόγηση. Ο Ξενοφώντας σημειώνει με πολύ επιμέλεια όλους τους σταθμούς της πορείας, υπολογίζοντας τις μεταξύ τους αποστάσεις σε παρασάγγες. Αυτή η μονάδα μέτρησης της Περσίας (φαρσάνγκ& στο Ιράκ φαρσάκ), ήταν όπως προκύπτει από τον Ηρόδοτο η επίσημη μονάδα μέτρησης της περίφημης Βασιλικής Οδού που οδηγούσε από τις Σάρδεις στα Σούσα (αρχαία πρωτεύουσα των Αχαιμενιδών). Πολλοί συγγραφείς, ειδικά εκείνοι που επιχείρησαν μια ανασύνθεση της πορείας από το σπουδαστήριό τους, υπολόγισαν την αξία αυτής της μονάδας διαιρώντας την απόσταση σε χλμ ή μίλια μεταξύ δυο απόλυτα γνωστών σταθμών με τον αριθμό των παρασαγγών που αναφέρονται στην Ανάβαση. Με αυτό τον τρόπο υπολόγισαν τη μέση τιμή του παρασάγγη σε 5 χλμ & 300 μ. περίπου. Άλλοι επιχείρησαν να βρουν ένα μέσο όρο, λαμβάνοντας υπ΄όψη τους το σύνολο της διαδρομής. Με αυτό τον τρόπο έχουμε παρασάγγες λίγο πάνω από 5 χλμ & άλλους που πλησιάζουν τα 6 χλμ.

ΕικόναΗ αποστολή ξεκίνησε με την πρόθεση να επαληθεύσει κάθε υπόθεση για να εντοπίσει εκείνες που στην πράξη θα αποδεικνύονταν ακριβείς. Ένας Άγγλος μελετητής, ο Ταρ, είχε ισχυριστεί ότι ο παρασάγγης δεν ήταν αποκλειστικά μονάδα μέτρησης μήκους όπως το μίλι ή το χλμ, αλλά ένας συνδυασμός αποστάσεως-χρόνου. Έπρεπε δηλαδή να θεωρηθεί ότι είναι η απόσταση που μπορούσε να διανύσει κανείς πεζός σε ένα συγκεκριμένο έδαφος στο διάστημα μιας ώρας. Ήταν οπωσδήποτε μια υπόθεση παραδεκτή αλλά με αξιοσημείωτα κενά.θα πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη ότι η αντίληψη που είχαν οι αρχαίοι για τον χρόνο ήταν αρκετά αόριστη (να θυμηθούμε ότι η υποδιαίρεση της ημέρας σε ώρες πήρε συγκεκριμένο χαρακτήρα μόνο στους Ελληνιστικούς & Ρωμαικούς χρόνους).

Γι΄αυτό μια υποδιαίρεση της διαδρομής με βάση την κατά προσέγγιση υποδιαίρεση της ημέρας σε ώρες, έχανε μεγάλο μέρος από το ενδιαφέρον της, όταν προχωρούσε κανείς σε ένα αποτελεσματικό υπολογισμό & στον προσδιορισμό των σταθερών σημείων πάνω στο χάρτη & στην περιοχή. Μια ανασύνθεση (εξ αποστάσεως πάντα) επιχείρησε ένας Γάλλος μελετητής, ο Μπουσέ,ο οποίος χρησιμοποίησε χάρτες του Γαλλικού Επιτελείου Στρατού (ο ίδιος ήταν συνταγματάρχης). Ο Μπουσέ σκέφτηκε σαν τεχνικός, λαμβάνοντας υπ΄όψη του τις ανάγκες ενός μεγάλου στρατού σε πορεία,σε σχέση με τους διάφορους τύπους εδάφους που έπρεπε να διασχίσει. Και τελικά, μολονότι χρειάστηκε να την διορθώσουν σε ορισμένα σημεία λίγο οι επιστήμονες που ξεκίνησαν την πορεία, η ανασύνθεση της Ανάβασης του Μπουσέ αποδείχτηκε στην πράξη η πιο αληθοφανής. Και ξεκινάει το ταξίδι. Η αποστολή,που ονομάστηκε “Ανάβαση 78”

Ξεκίνησε με αρκετά θεμελιώδη ερωτηματικά & την πρόθεση να χρησιμοποιήσει ακόμη & τις παραμικρές ενδείξεις που παρείχε το Ελληνικό κείμενο, για να πετύχει συγκεκριμένα αποτελέσματα, με την ελπίδα ότι το έδαφος διατηρούσε ακόμα ενδείξεις & χαρακτηριστικά που δεν είχαν υποστεί μεγάλη μεταβολή από την εποχή του Ξενοφώντα. Το καλοκαίρι του 78, η “Ανάβαση 78” ξεκίνησε λοιπόν από τις Σάρδεις, την αρχαία πρωτεύουσα της Λυδίας, διαμονή του θρυλικού Μίδα & του Κροίσου & στη συνέχεια έδρα της ομώνυμης σατραπείας, την εποχή της Περσικής κυριαρχίας.

Ο προσδιορισμός της θέσης των Σάρδεων δεν παρουσίαζε φυσικά καμία δυσκολία, καθώς εδώ & πάρα πολλά χρόνια οι ανασκαφές είχαν φέρει στο φως ένα ναό Ελληνιστικής εποχής αφιερωμένο στην Άρτεμη & πιο μετά τα ίχνη ενός λυδικού οικισμού που είχε προηγηθεί της Περσικής εισβολής.Και επίσης τότε, στον καινούριο δρόμο, μια Αμερικανική αποστολή έκανε ανασκαφές στο Ελληνικό γυμνάσιο & την Εβραική συναγωγή.

ΕικόναΤο Τούρκικο χωριό που βρίσκεται όχι μακριά από την αρχαία ακρόπολη διατηρεί στο όνομά του κάτι από το αρχαίο τοπωνύμιο: Σαρτ. Από τις της Περσικής εισβολής. Και επίσης τότε, στον καινούριο δρόμο, μια Αμερικανική αποστολή έκανε ανασκαφές στο Ελληνικό γυμνάσιο & την Εβραϊκή συναγωγή. Το Τούρκικο χωριό που βρίσκεται όχι μακριά από την αρχαία ακρόπολη διατηρεί στο όνομά του κάτι από το αρχαίο τοπωνύμιο: Σαρτ. Από τις Σάρδεις λοιπόν ξετυλίγεται με ένα παράξενο ζιγκ-ζαγκ η διαδρομή των Μυρίων με πρώτο σταθμό τον Μαίανδρο (σήμερα ονομάζεται Μεντερές ο ποταμός αυτός της Φρυγίας) & ύστερα τις Κολοσσές, τις Κελαινές, την Κεράμων Αγορά & το Καύστρου Πεδίον.

Για να διασχίσει τον ποταμό με τον στρατό του ο Κύρος έβαλε να κατασκευάσουν μια γέφυρα από 7 πλοία. πιθανότατα στο σημείο ακριβώς που σήμερα μια γέφυρα συνδέει τις δυο όχθες & από την οποία περνά ο δρόμος για το Χονάζ. Ίσως πρόκειται για σύμπτωση αλλά το μήκος της γέφυρας είναι ακριβώς 60 μ. αριθμός που αντιστοιχεί απόλυτα στα δυο πλέθρα που αναφέρει ο Ξενοφώντας μιλώντας για το πλάτος του Μαίανδρου. Η γεωλογική έρευνα αποκάλυψε εξάλλου, πως το ρεύμα του ποταμού δεν είχε παρεκκλίνει ποτέ σε εκείνο το σημείο από την εποχή της “Ανάβασης”.Η περιοχή είναι πλούσια σε νερά & βλάστηση. Ιτιές & λεύκες ορίζουν την διαδρομή του Μαίανδρου χιλιόμετρα ολόκληρα, ενώ στις μαλακές πλαγιές που τον πλαισιώνουν, φυτρώνουν συκιές, ροδιές, ελιές & αμπέλια. Στη συνέχεια η διαδρομή περνά από τις Κολοσσές, την πόλη που έγινε διάσημη σε όλο το Χριστιανικό κόσμο από τις επιστολές του Απόστολου Παύλου προς τους κατοίκους της.

Εικόνα

Δεν ήταν όμως εύκολο τα μέλη της αποστολής να ξεχωρίσουν τα ελάχιστα & ασήμαντα ερείπια που σημαδεύουν τον τόπο όπου υψωνόταν κάποτε μια πόλη που άκμασε, αλλά οι 30 παρασάγγες που ο Ξενοφώντας αναφέρει σαν απόσταση μεταξύ των Σάρδεων & του σημείου αυτού, έμοιαζαν να αντιστοιχούν στα 163 χλμ που κατέγραφαν τα όργανα των δυο Land Rover της αποστολής. Κανένα τοπωνύμιο δεν θυμίζει το αρχαίο όνομα Κολοσσές. Η πόλη πράγματι, εγκαταλείφθηκε από τους Ρωμαϊκούς χρόνους γιατί είχε γίνει ανθυγιεινή. Προφανώς τα νερά που αφθονούν στην περιοχή, πλημμύριζαν την κοιλάδα & λίμνιαζαν εκεί Εικόναεπειδή δεν έβρισκαν διέξοδο προς νότο. Η πόλη ξαναχτίστηκε στις πλαγιές του Όρους Κάδμος με το καινούριο όνομα Χώναι, που επιζεί προφανώς στο Τουρκικό Χονάζ. Η απόσταση μεταξύ των Κολοσσών & του επόμενου σταθμού, των Κελαινών, είναι 20 παρασάγγες & θεωρείται σχεδόν βέβαιη. Η αρχαία πόλη τοποθετείται από τον Ξενοφώντα στις πηγές του ποταμού Μαίανδρου. Σε αυτό το σημείο βρίσκεται το Ντινάρ, ένα χωριουδάκι που ζει βασικά από την κτηνοτροφία & την γεωργία. 

ΕικόναΟι πληροφορίες της Ανάβασης είναι πλούσιες & λεπτομερείς. Μας μιλούν για ένα θαυμαστό παλάτι, κατοικία του Κύρου, για ένα υπέροχο άλσος, για το ανάκτορο του Αρταξέρξη πάνω στην ακρόπολη & για τον μικρό ποταμό Μαρσύα που χύνεται στον Μαίανδρο. Τι απομένει από όλα εκείνα τα θαυμαστά? Όχι τόσα όσα θα θέλαμε. Το έδαφος αποψιλωμένο από 2,5 χιλιετίες βοσκής είναι σχεδόν γυμνό, εκτός από λίγο χόρτο που φυτρώνει γύρω από τις νερομάννες. Στον μικρό Μαρσύα ρίχνονται τα απορρίμματα της πόλης. Εκεί που έπρεπε να είναι η ακρόπολη εκτείνεται χωριό Ντινάρ.

Στη βάση του λοφίσκου τα λείψανα του αρχαίου τείχους μας θυμίζουν θεμέλια ενός μεγάλου παλατιού, ενώ η μεγάλη πεδιάδα στις παρυφές της πόλης είναι πιθανώς εκείνη στην οποία το 402 π.Χ συγκεντρώθηκαν τα στρατεύματα του Κύρου & του Κλέαρχου. Οι μελετητές υποδεικνύουν τους επόμενους σταθμούς των Πελτών & της Κεράμων Αγοράς σε ένα σημείο 10 χλμ από το Τσιβρίλ, στην πολίχνη Ουσάκ που ξεφυτρώνει στο δρόμο που οδηγεί από τη Σμύρνη στο Αφιόν Καραχισάρ. Μια σιδηροδρομική γραμμή & ένας άσπρος χωματόδρομος που αντιστοιχεί πιθανώς στην αρχαία οδό επιτρέπουν τη διακίνηση χωρίς μεγάλες δυσκολίες.

ΕικόναΣτην περιοχή όπου οι μελετητές τοποθετούν τις αρχαίες Πέλτες,η αποστολή δεν αντίκρυσε τίποτα που να θυμίζει μια πολυάνθρωπη πολιτεία. Σε αυτό το σημείο αντιλήφθηκαν ότι οι υπολογισμοί που έγιναν στα σπουδαστήρια με βάση τη σταθερή αξία του παρασάγγη ήταν σαθροί. Μια πιο προσεχτική εξερεύνηση αποκάλυψε μια μόνο τοποθεσία όπου θα μπορούσε να στρατοπεδεύσει ένας μεγάλος στρατός, χάρη στην ύπαρξη νερού & επαρκούς έκτασης. (Στο σημείο αυτό μια δεύτερη αποστολή την επόμενη χρονιά έκανε εκτεταμένες έρευνες για να διαπιστώσει αν είναι δυνατόν να ανακαλύψει ίχνη του αρχαίου οικισμού. Ορισμένες ενδείξεις που είχαν από την νυν αποστολή τους έπεισε ότι η προσπάθεια άξιζε τον κόπο & θα μπορούσε να πετύχει). Η ταύτιση της Κεράμων Αγοράς με το Ουσάκ φαίνεται αντίθετα πιθανή. Οι αργιλώδεις λόφοι που περιβάλλουν την πόλη μπορούν να δικαιολογήσουν το όνομα της αρχαίας αυτής πόλης, που πιθανώς ήταν τόπος παραγωγής & πωλήσεως ειδών αγγειοπλαστικής. Αλλά το περίεργο όλο ζιγκ-ζαγκ δρομολόγιο ανάμεσα στις Κολοσσές & την Κεράμων Αγορά, παρουσιάζεται δυσεξήγητο, γιατί βγαίνει έξω από τους μεγάλους φυσικούς δρόμους επικοινωνίας.

Εικόνα

Ίσως ο Κύρος αναγκάστηκε να ακολουθήσει το δρομολόγιο αυτό από ανάγκη για ανεφοδιασμό, συλλογή χρημάτων & ενισχύσεις σε άνδρες & υλικά απαραίτητα στην εκστρατεία. Από την Κεράμων Αγορά μέχρι το Ικόνιο η όψη του τοπίου δεν αφήνει αμφιβολίες. Αφού εγκατέλειψε τελείως το σύστημα της προληπτικής μέτρησης της διαδρομής πάνω στο χάρτη, η αποστολή συγκέντρωσε το ενδιαφέρον της στην περιοχή. Στο ανατολικό υψίπεδο, γυμνό & άγονο, οι σταθμοί είναι λίγοι & ορισμένοι. Αντιστοιχούν πράγματι αναπόφευκτα στις τοποθεσίες όπου το νερό, που αφθονεί στο υπέδαφος, αναβλύζει στην επιφάνεια, δημιουργώντας εύφορες & καταπράσινες οάσεις. Οι ειδικοί στα στρατιωτικά ζητήματα & ανάμεσά τους ο Μπουσέ, ισχυρίζονται ότι ένας τόσο μεγάλος στρατός, σαν αυτόν που περιγράφεται στην Ανάβαση, δεν μπορούσε να μείνει χωρίς νερό ούτε μια μέρα, αν ληφθεί μάλιστα υπ’όψη & ο τεράστιος αριθμός των ζώων που κουβαλούσαν φορτία ή έσερναν οχήματα. Γι΄ αυτό οι μοναδικοί υποθετικοί τόποι που μπορούσαν να χρησιμεύσουν σαν σταθμοί ήταν το Κάυ (που διατηρεί κάπως το αρχαίο τοπωνύμιο Κάυστρος), το Ακσεχίρ (Θύμβριον) & το Ιλγίν (Τυρνάειον). Αυτές οι τοποθεσίες εκείνη την περίοδο ήταν ακόμη ακμάζοντα κέντρα συναλλαγών & εμπορίου, κυρίως αγροτικών προϊόντων (σιτάρι, μαλλί, δέρματα).

ΕικόναΜια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: Ανάμεσα στο Καύστρου Πεδίον (Κάυ) & το Θύμβριον (Ακσεχίρ) από αριστερά του δρόμου, αναβλύζει μια ωραιότατη πηγή πλούσια σε νερά που θα μπορούσε κάλλιστα να αντιστοιχεί στην πηγή του Μίδα που ο Ξενοφών αναφέρει στη διήγησή του. Για να μην είμαστε ειλικρινείς υπάρχουν & άλλες κατά μήκος της διαδρομής, αλλά αυτή είναι η μοναδική που μπορεί να τραβήξει την προσοχή του περαστικού. Σε αυτό το σημείο η πορεία των Μυρίων επιβραδύνθηκε αξιοσημείωτα, καλύπτοντας μόνο 5 παρασάγγες πριν από κάθε σταθμό. Η αποστολή δεν κατόρθωσε να αντιληφθεί τα αίτια, δεδομένου ότι το έδαφος είναι απλώς ελαφρά κυματιστό & δεν παρουσιάζει κανενός είδους δυσκολίες. Πιθανώς τα στρατεύματα είχαν χάσει το ρυθμό τους ύστερα από το μακρύ σταθμό του Καύστρου Πεδίου. Ούτε στο Κάυ, ούτε στο Ιλγίν (Τυριάειον) υπάρχουν ίχνη από ερείπια, εκτός αν αυτά βρίσκονται κάτω από τη σύγχρονη πόλη, πράγμα όχι απίθανο (μόνο ο Πειραιάς μου έρχεται αυτή τη στιγμή σε σύγκριση, που πραγματικά είναι ολόκληρος από κάτω ένα αρχαίο παζλ).

Εικόνα

Είναι επίσης δυνατόν, οι οικισμοί αυτοί να μην είχαν μνημειώδη χαρακτήρα ή να μην ήταν κατασκευασμένοι με ανθεκτικά υλικά. Γι΄ αυτούς τους λόγους μπορούσαν κάλλιστα να μην αφήσουν ίχνη. Πράγματι, εδώ & αιώνες, η μοναδική οικοδομική τεχνική της περιοχής, φαίνεται πως χρησιμοποιεί πλίθρες φτιαγμένες από λάσπη & άχυρο. Από το Τυριάνειο-Ιλγίν η αποστολή φτάνει στην συνέχεια στην Κόνυα, χωρίς αμφιβολία το αρχαίο Ικόνιο. Και εδώ επίσης η διαδρομή ξετυλίγεται σε μια περιοχή από την οποία δεν λείπει ποτέ το νερό μολονότι το έδαφος εμφανίζεται άγονο & αποξηραμένο. Αντίθετα, η αποστολή συνάντησε σημαντικές δυσκολίες στην ταύτιση της πόλης Άδανα.

ΕικόναΚάποιος σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να αντιστοιχεί με τα Τύανα (την πατρίδα του νεοπυθαγόρειου φιλόσοφου Απολλώνιου). Σε αυτή την περίπτωση δεν θα υπήρχαν προβλήματα, αλλά οι αποστάσεις που αναφέρει ο Ξενοφώντας γέννησαν πολλές αμφιβολίες. Στον τόπο όπου, σύμφωνα με τις μετρήσεις της αποστολής & την διαμόρφωση του εδάφους, έπρεπε να βρίσκεται το σημείο του σταθμού, υπήρχε μόνο ένα μικρό χωριό. Ωστόσο σε ορισμένα παλιά σπίτια αυτού του χωριού υπάρχουν αρχιτεκτονικά στοιχεία (κίονες, επιστύλια) οπωσδήποτε αρχαία. Αυτό θα μπορούσε να αποτελεί ένδειξη. Για να επαληθευτεί όμως η υπόθεση, θα χρειαζόταν μια σειρά ανασκαφών (η επόμενη αποστολή με περισσότερα μέσα & περισσότερο χρόνο θα το πράξει). Η αποστολή βρίσκεται πλέον μπροστά στον ορεινό όγκο του Ταύρου, που χωρίζει το υψίπεδο από τη νότια ακτή της Μ.Ασίας.
Εδώ ο στρατός του Κύρου χρειάστηκε να διασχίσει τις περίφημες Πύλες της Κιλικίας δια μέσου των οποίων διεξάγεται το μεγαλύτερο μέρος της κυκλοφορίας με κατεύθυνση την Ταρσό & την Αλεξανδρέτα. Η στενωπός, που τον καιρό της Ανάβασης επέτρεπε να περάσει μόνο ένα άρμα, είχε φυσικά διαπλατυνθεί αλλά παρουσιάζεται σαν ένα ασφυκτικά στενό πέρασμα ανάμεσα σε δυο κάθετους τοίχους από βράχο. Το θρυλικό μονοπάτι βρίσκεται πια στο τέλος της μακριάς του ζωής. Σε μικρή απόσταση κατασκευαζόταν τότε ο νέος αυτοκινητόδρομος στον οποίο θα διοχετευόταν το μεγαλύτερο μέρος της τότε κυκλοφορίας.

Εικόνα

Από τις δοξασμένες Πύλες της Κιλικίας που διατηρούσαν ακόμα στο Τούρκικο όνομά τους (Γκιουλέκ) την ανάμνηση της αρχαίας ονομασίας, θα διεξάγεται στο μέλλον η ασήμαντη τοπική κυκλοφορία. Μετά την Ταρσό, που ήταν κάποτε παραθαλάσσια & αντιπροσωπεύει ακόμη ένα σταθερό σημείο πάνω στον χάρτη της αποστολής άρχισαν οι σοβαρές δυσκολίες.
Τα αυτοκίνητα που είχαν ήδη δοκιμαστεί σκληρά σε υποχρεωτικές παρεκκλίσεις από τους δρόμους κατά την αναζήτηση της διαδρομής προς τα Άδανα, άρχισαν να παρουσιάζουν βλάβες, ευτυχώς όχι σοβαρές, αλλά η μελέτη του εδάφους είχε γίνει περίπλοκη. Η πεδιάδα έχει πια κατακλυσθεί από κατασκευές & το έδαφος όπου κάποτε υπήρχαν δέντρα, έχει καλυφθεί από δρόμους, τουριστικά χωριά, βιομηχανικούς οικισμούς. Δεν ήταν εύκολο να προσανατολιστούν, ούτε να ακολουθήσουν μια διαδρομή πάνω στον χάρτη. Πολλές φορές αναγκάστηκαν να προχωρήσουν στα τυφλά ή να αποκαταστήσουν τμήματα της διαδρομής Ταρσός-Ισσός-Μυρίανδρος μόνο πάνω στον τοπογραφικό χάρτη, πράγμα που ήθελαν να αποφύγουν με κάθε θυσία.

ΕικόναΗ αποστολή που ερχόταν από τα Δυτικά διέσχισε την γέφυρα της Ράκκα, μπήκε στον παλιό δρόμο που κάποτε οδηγούσε από τη Βαβυλώνα & ξετυλιγόταν κατά μήκος της αριστερής όχθης του Ευφράτη. Είναι ενδιαφέρουσα η παρατήρηση, ότι ακόμη & στο Μεσαίωνα ο δρόμος για τη Βαγδάτη περνούσε από αυτή τη πλευρά του ποταμού. Ακόμη & την χρονιά της αποστολής, η παλιά πύλη των Αββασιδών που βρίσκεται στα αριστερά του ποταμού, ονομαζόταν “Πύλη της Βαγδάτης”. Το τοπίο που ξετυλίγεται από τα αριστερά, ήταν ακόμα το ίδιο με εκείνο που περιγράφει ο Ξενοφώντας. Υπήρχε ακόμη, στη στέπα, στα σύνορα της ερήμου, η “ωτίς” ένα είδος πέρδικας.Εικόνα

ΕικόναΟι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν το κρέας της εξαιρετικό έδεσμα. Η άψινθος (αψέντι), φύτρωνε άφθονη & μόνο οι όναγροι που έχουν εκλείψει σε αυτή την περιοχή πάνω από 1,5 αιώνα, δεν αποτελούσαν πια μέρος της πανίδας που περιγράφει με ακρίβεια ο συγγραφέας.

Στα αριστερά εκτείνεται η έρημος, “επίπεδη σαν τη θάλασσα”, ενώ στα δεξιά το έδαφος είναι καλλιεργημένο. Η άρδευση γίνεται με τα νερά του ποταμού που οι κάτοικοι αντλούσαν με καμιά εκατοστή παλιές εγκαταστάσεις. Προορισμός της αποστολής ήταν τώρα η Κορσωτή, μια πόλη εγκαταλελειμμένη ήδη από καιρό, όταν πέρασε από εκεί ο στρατός του Κύρου κι έπρεπε να βρίσκεται στον ποταμό Μάσχα (Ναρ Αλ Καμπούρ). Ο Μπουσέ εντόπιζε τα ερείπια της πόλης κοντά στο χωριό Μπασιριέ. Τα ερείπια της Κορσωτής βρίσκονται κάτω από ένα τελ (περίφημοι μεσοποταμιακοί λοφίσκοι που συχνά κρύβουν ερείπια αρχαίων οικισμών), αρκετά εκτεταμένου που αποκαλύπτει ίχνη σύντομων ερευνών. Εδώ κι εκεί διακρίνονται ίχνη τειχών από “ωμές πλίνθους” & στην ανατολική πλευρά η στρωματογραφία αποκαλύπτει ολοφάνερα ίχνη δυο από ένα τελ (περίφημοι μεσοποταμιακοί λοφίσκοι που συχνά κρύβουν ερείπια αρχαίων οικισμών), αρκετά εκτεταμένου που αποκαλύπτει ίχνη σύντομων ερευνών. Εδώ κι εκεί διακρίνονται ίχνη τειχών από “ωμές πλίνθους” & στην ανατολική πλευρά η στρωματογραφία αποκαλύπτει ολοφάνερα ίχνη δυο το υλικό για την κατασκευή των μύλων που οι κάτοικοι πουλούσαν στους Βαβυλωνίους με αντάλλαγμα σιτηρά. Οι βράχοι για τους οποίους μιλά ο Ξενοφώντας φαίνονται καθαρά & αποτελούν φαινόμενο σε ένα έδαφος που είναι αμμώδες & αργιλώδες χιλιάδες τετραγωνικά χλμ. Στη συνέχεια η Ανάβαση 78 συνέχισε την πορεία της με κατεύθυνση τα Κάρμανδα (το τοπωνύμιο διατηρείται στο όνομα της Ραμάντι) που βρίσκεται σε Ιρακινό έδαφος.

ΕικόναΗ αποστολή δεν μπόρεσε όμως να διαβεί τα Συριακά σύνορα (ήταν κλειστά εδώ & 8 μήνες). Με μια πορεία χωρίς σταθμούς ξαναγύρισε στα Βόρεια στην Τουρκία & από εκεί μπήκε στο Ιράκ από την άλλη πλευρά των κλειστών συνόρων & έφτασε στο Ραμαντί-Κάρμανδα. Η πόλη βρίσκεται όπως & η παλιά, στην δεξιά όχθη του ποταμού Ευφράτη & αποτελεί σημαντικό Ισλαμικό κέντρο. Δεν φαίνεται να υπάρχουν ερείπια που να μαρτυρούν τα χαρακτηριστικά του αρχαίου οικισμού μολονότι δεν υπάρχουν αμφιβολίες για τον εντοπισμό των Καρμάνδων. Το Ραμαντί συμπίπτει με τον τελευταίο σταθμό της διαδρομής Κορσωτή-Κάρμανδα. Στα Κάρμανδα ο Κύρος ο Νεότερος άρχισε να αντιλαμβάνεται πως πλησίαζε η στιγμή της σύγκρουσης. Οι μελετητές προσπάθησαν να καθορίσουν πάνω στο χάρτη το σημείο στο οποίο παρατάχθηκε ο στρατός του Αρταξέρξη, για να κόψει στον επαναστάτη πρίγκιπα το δρόμο για τη Βαβυλώνα.

ΕικόναΟ Ξενοφώντας λέει απλώς ότι η σύρραξη έγινε στις “Πύλες της Βαβυλώνας” αλλά το περίφημο τοπωνύμιο Κούναξα το αναφέρει ο Πλούταρχος. Δεν είναι πάντα εύκολο να υπολογίσουμε το μήκος του μεγάλου τμήματος της πορείας ανάμεσα στα Κάρμανδα & τα Κούναξα κατά μήκος της όχθης του ποταμού, διότι ο ποταμός έχει παρεκκλίνει συχνά στην διάρκεια των αιώνων. Λόγου χάρη, κάποια χρόνια πριν την αποστολή, τα νερά κατέκλυσαν το πέρασμα που σημειωνόταν σε όλους τους χάρτες & οδηγούσε στα ερείπια της αρχαίας Ζηνοβίας (Ζελεμπιέ). Αυτή η τοποθεσία έμεινε έτσι απομονωμένη πίσω από μια νέα καμπή του ποταμού.

ΕικόναΚατά περίεργο τρόπο, οι αριθμοί του πλάτους των ποταμών που παρείχαν στην αποστολή οι πηγές τους, αντιστοιχούσαν με τα δεδομένα που συνάντησαν, πράγμα εκπληκτικό αν λάβουμε υπ΄όψη ότι στο τελευταίο τμήμα της διαδρομής τα νερά κυλούσαν σε έδαφος προσχωματικής σύστασης. Ο ειδικός της αποστολής στην επιστήμη του περιβάλλοντος διατύπωσε μια ενδιαφέρουσα υπόθεση. Οι χείμαρροι κατεβαίνουν από τον Ταύρο με μεγάλη κλίση & φτάνουν στην θάλασσα σε απόσταση λίγων χλμ. Δεν προλαβαίνουν έτσι να χάσουν ταχύτητα & να καταλαγιάσουν γεγονός που θα είχε σαν αποτέλεσμα την παρέκκλιση ή την μεταβολή του πλάτους της κοίτης τους. Πάντως σε αυτό το σημείο που βρίσκονταν πια, ήταν σε θέση να βγάλουν ορισμένα συμπεράσματα για την αξία των μετρήσεων του Ξενοφώντα. Νόμιζαν πως θα μπορούσαν να προσδιορίσουν πως η Μυρίανδρος αντιστοιχούσε σε γενικές γραμμές στη θέση της Αλεξανδρέτας. Αλλά & εκεί δυστυχώς η παρουσία της υπάρχουσας πόλης που εξαπλώνεται προς όλες τις κατευθύνσεις, δεν τους βοηθούσε να κάνουν καμία εξερεύνηση ή αναγνώριση του εδάφους. Μετά τη Μυρίανδρο, το μεγαλύτερο μέρος των μελετητών της Ανάβασης πιστεύει πως οι Μύριοι έκαναν στροφή με κατεύθυνση το Χαλέπι, πράγμα που φαίνεται λογικό, με τη μόνη διαφορά ότι η απόσταση ως το Χαλέπι είναι πολύ σύντομη για να συμπίπτει με τα δεδομένα της Ανάβασης. Καθώς επίσης & το γεγονός ότι οι Μύριοι δεν θα κατόρθωναν στην συνέχεια να βρουν το πέρασμα του Ευφράτη στο ύψος αυτής της πόλης. Φαίνεται αντίθετα πιο λογικό να δεχτούμε ότι οι Μύριοι ανέβηκαν την κοιλάδα του ποταμού Σάρον μέχρι να συναντήσουν την κοιλάδα του Ευφράτη.

ΕικόναΕκεί λίγο νοτιότερα από το Γκαζιαντέπ πήραν κατεύθυνση προς Νότο, για να φτάσουν στο πέρασμα που βρισκόταν ακριβώς μπροστά από την πόλη Θάψακο (αυτό το σημείο εξερευνήθηκε από την 2η αποστολή). Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της αποστολής θα έπρεπε το σημείο του περάσματος να βρισκόταν στην αρχή της μεγάλης λίμνης που δημιουργήθηκε με την κατασκευή του μεγάλου φράγματος της Ράκκα. “Θάψακος”!! Να ένα πραγματικά αρχαιολογικό αίνιγμα. Στα σχόλια της Ανάβασης η πόλη αυτή αναφέρεται σαν κέντρο που είναι δύσκολο να εντοπιστεί, μολονότι το κείμενο του Ξενοφώντα εμφανίζεται πολύ κατανοητό σε αυτό το σημείο. Οι Μύριοι έφτασαν από τα Δυτικά, μπήκαν στην πόλη & ύστερα διάβηκαν τον ποταμό που είχε πλάτος πάνω από 700 μ. αλλά η στάθμη του ήταν απίστευτα χαμηλή εκείνη την εποχή.

ΕικόναΕπομένως η Θάψακος έπρεπε να βρίσκεται στη δεξιά όχθη του Ευφράτη. Ωστόσο κατά περίεργο τρόπο (λέω περίεργο γιατί σχεδόν πάντα η διήγηση Ξενοφώντα είναι ακριβής & προσεκτική) στο σημείο αυτό παρουσιάζονται ασυμφωνίες. Και κατά πρώτο λόγο, αφού ο ποταμός στην περίοδο της ξηρασίας είχε πλάτος 4 στάδια (δηλαδή περίπου 720 μ.), σε εποχή απόλυτης πληρότητας θα είχε πλάτος τουλάχιστον 1 χλμ. Ο αριθμός αυτός φαίνεται αναμφισβήτητα υπερβολικός σε αναφορά με το σημείο στο οποίο κατά προσέγγιση έπρεπε να βρίσκεται η πόλη της Θαψάκου. Επίσης, αν η πορεία των Μυρίων είχε ακολουθήσει την δεξιά όχθη του Ευφράτη μέχρι τη Θάψακα, είναι άξιο απορίας πώς ο Ξενοφώντας δεν θυμόταν το άλλωστε υποχρεωτικό πέρασμα του ποταμού Σαγγάριου από τα δεξιά. Παραμένει ανοιχτή η πιθανότητα ο στρατός να διάβηκε τον Ευφράτη βορειότερα, στα περίχωρα του Μπιρετσίκ & κατά συνέπεια θα πρέπει να αναζητήσουμε την Θάψακο σε αυτή την περιοχή. Αυτή την υπόθεση την διατύπωσε η αποστολή με πολλές επιφυλάξεις & με την πρόθεση να την επαληθεύσουν με ακρίβεια στην συνέχεια. Δεν θα έπρεπε ακόμη να αποκλείσουν & μια αβλεψία του συγγραφέα της Ανάβασης, τη στιγμή που μόνο σε αυτό το σημείο παρουσιάζονται ασυμφωνίες. Παραμένει ωστόσο η πιθανότητα τα ερείπια της Θαψάκου να έχουν κατακλυσθεί από τα νερά της τεχνητής λίμνης που δημιουργήθηκε με το μεγάλο φράγμα της Ράκκα. Σε αυτή την περίπτωση η αναγνώριση της πόλης θα μείνει ίσως για πάντα προβληματική.

ΕικόναΤα Κούναξα, η πιο παραδεκτή υπόθεση είναι εκείνη που τοποθετεί το πεδίο της μάχης στο Τελ ελ Κουνισέχ. Μόνο που η περιοχή δεν εμφανίζει χαρακτηριστικά που να ευνοούν τη σύγκρουση εκατοντάδων χιλιάδων ανδρών, ακόμη & αν δεν θέλουμε να δεχτούμε τους αριθμούς(σε πολλούς φαίνονται υπερβολικοί) που μας παρέχει η Ανάβαση(θυμόμαστε: άνω από 1.000.000 άνδρες για το στρατό του Αρταξέρξη & 120.000 για το στρατό του Κύρου).Η αποστολή, επιδιώκοντας να ακολουθήσει με βάση τις ανακαλύψεις που είχε κάνει στην περιοχή,τη γραμμή ου αριστερού υδατοφράχτη του Ευφράτη, έλαβε υπ΄όψη της ακόμη & την υπόθεση που είχε διατυπώσει ο Μπουσέ ο οποίος τοποθετούσε το πεδίο της μάχης νοτιότερα από το Κουνισέχ, μεταξύ Ισκεντερίας & Μοσεγιέμπ περίπου 25 χλμ. ΝΑ από το αεροδρόμιο της Βαγδάτης. Ο Μπουσέ όμως διατύπωσε αυτή την υπόθεση με την εκτίμηση ότι το εκτεταμένο πεδίο που εμφανιζόταν στον τοπογραφικό χάρτη ήταν το μόνο κατά τη γνώμη του, που μπορούσε να ευνοήσει τον επιβλητικό σχηματισμό των δυνάμεων που περιγράφει ο Ξενοφώντας. Η άμεση όμως εξέταση της περιοχής για την οποία γίνεται λόγος αποκάλυψε ότι μεγάλο τμήμα του εδάφους αποτελεί την κοίτη του ποταμού που δέχεται το πλεόνασμα του νερού σε περίοδο πλημμύρας. Κάτω από μια σκληρή κρούστα υπάρχει ένα στρώμα λάσπης, στην οποία βυθίζεται κανείς εύκολα.

ΕικόναΕίναι λοιπόν αδιανόητο να φανταστούμε ότι θα μπορούσαν σε αυτό τον τόπο να κινηθούν τα δρεπανηφόρα άρματα. Και οι δυο λοιπόν τοποθεσίες που γίνονταν παραδοσιακά δεκτές, παρουσιάζουν αντενδείξεις. Όσοι δέχονται το Κουνισέχ περιορίζουν αισθητά & αυθαίρετα τη σύνθεση των στρατευμάτων & όσοι προτείνουν την Ισκεντερία δέχονται εξ ολοκλήρου τα στοιχεία του Ξενοφώντα για τη σύνθεση των στρατών στο πεδίο της μάχης, αλλά δεν έχουν φυσικά ελέγξει επί τόπου το έδαφος που όπως φαίνεται είναι απρόσφορο. Ο εντοπισμός του πεδίου της μάχης που έγινε από την αποστολή, προσεγγίζει ωστόσο τη δεύτερη υπόθεση &φέρεται σε μια περιοχή λίγο βορειότερα, αλλά πάντα στα περίχωρα της Ισκεντερίας. Η περιοχή βρίσκεται μέσα στα πλαίσια της απόστασης από τα Κάρμανδα, είναι αρκετά εκτεταμένη ώστε να επιτρέπει τη διεξαγωγή μια μεγάλης μάχης & αρκετά στέρεη ώστε να ανέχεται τους ελιγμούς του ιππικού, του πεζικού & των δρεπανηφόρων αρμάτων. Είναι εύλογο ότι πρέπει να λάβουμε υπ΄όψη μας ότι μια μάχη δεν είναι δυνατόν να διεξαχθεί σε καλλιεργήσιμα εδάφη που ακόμη & εκείνη την εποχή τα διέτρεχαν αρδευτικά αυλάκια, αλλά σε μια περιοχή η οποία αν & βρισκόταν κοντά στον ποταμό, ήταν άγονη & ερημική. Η περιοχή που ερεύνησε η αποστολή, ήταν ακριβώς πλούσια σε άλατα που καθιστούσαν το έδαφος άγονο. Από τα Κούναξα η πορεία των Μυρίων συνεχίστηκε στα αριστερά του ποταμού Τίγρη & τα σημεία αναφοράς της είναι οι Κενές, η Ώπις & το Μηδικό Τείχος. Οι δυο πόλεις, αβέβαιης τοποθεσίας, είχαν κατά καιρούς εντοπιστεί σε διάφορα σημεία. Ενδιαφέρον είναι το έργο που η αποστολή ανακάλυψε στην έρημο, περίπου εκεί που ο Ξενοφώντας τοποθετεί το Μηδικό Τείχος.

ΕικόναΟ συγγραφέας μιλά για μια επιβλητική κατασκευή, ύψους 100 ποδιών & πλάτους 25, που είχε μήκος 20 παρασάγγες, δηλαδή περισσότερο από 100 χλμ. Για το περίφημο τείχος-φάντασμα είχαν γίνει κατά καιρούς έρευνες αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ήταν χτισμένο με “οπτές πλίνθους” συγκολλημένες με άσφαλτο & γι΄αυτό θα έπρεπε να είχε διατηρηθεί, εκτός εάν σε μεταγενέστερους χρόνους το τείχος γκρεμίστηκε για να χρησιμοποιηθεί το υλικό από το οποίο ήταν φτιαγμένο. Κατά τη μετακίνησή της προς Βορρά η αποστολή αναγκάστηκε για τεχνικούς λόγους να παραιτηθεί από τη διάβαση των ποταμών Ζαμπ (Κάτω, Μέσου & Άνω) & να επιστρέψει στα αριστερά του ποταμού από διαφορετικό δρόμο. Προς το παρόν, ύστερα από τις μετρήσεις που είχαν κάνει πάνω στο χάρτη, η αποστολή ήταν σε θέση να επικυρώσει τα στοιχεία που μας παρέχει η Ανάβαση. Διέθεταν επίσης ένα νέο σίγουρο σταθερό σημείο, την πόλη που ο Ξενοφώντας ονομάζει Λάρισα & αντιστοιχεί πιθανώς στην Ασσυριακή Νιμρούδ.

ΕικόναΛάρισα. Ανασκαφές που έγιναν λίγο πριν την αποστολή, έφεραν στο φως ίχνη της βάσης των τειχών & τα ερείπια ενός “Ζιγκουράτ” (πύργου), που ανταποκρίνονται σε εμφάνιση & διαστάσεις σε αυτά που περιγράφει ο Ξενοφώντας. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η βάση των τειχών. Αποτελείται από μεγάλες πλάκες γκρίζου ασβεστόλιθου, συχνά σκαλισμένες & διακοσμημένες με ανάγλυφα, που βρέθηκαν στο έδαφος αλλά τοποθετήθηκαν στην αρχική τους κάθετη θέση από τις εργασίες της αναστήλωσης. Μετά τη Λάρισα & τα Μέσπιλα (Μοσσούλη) η διαδρομή αγγίζει τις κορυφογραμμές του Ταύρου, ανεβαίνοντας τον Τίγρη σε Τουρκικό έδαφος. Αυτή είναι η χώρα των Καρδούχων. Αποτελείται από οροσειρές & δύσβατα μονοπάτια που οδηγούν στο Βορρά, στη θάλασσα. Δεν ήταν οπωσδήποτε εύκολο για την αποστολή, να καθορίσουν ένα ακριβές δρομολόγιο. Η πορεία των Μυρίων έπρεπε να κατευθύνεται προς το Τσιζρέ-Φιντίκ που διέσχισαν με μεγάλη δυσκολία καθώς δεν υπήρχε πλέον δρόμος. Χρειάστηκε να κάνουν μακριές & εξαντλητικές διαδρομές σε ανώμαλο έδαφος έως ότου φτάσουν στην κοιλάδα του Μπουτάν-Σου που αντιστοιχούσε στην αρχαία Κεντρίτιδα. Εδώ οι Μύριοι κατόρθωσαν να διασχίσουν το πέρασμα με έναν εξαιρετικά επιδέξιο στρατηγικό ελιγμό. Η αποστολή πέρασε πολύ κοντά από την λίμνη Βαν & αντιλήφθηκαν αμέσως γιατί ο Ξενοφώντας δεν την παρατήρησε.

ΕικόναΟ μεγάλος υδάτινος καθρέφτης κρύβεται τελείως από μια οροσειρά που ακολουθεί την όχθη της λίμνης χωρίς καμία διακοπή. Πάνω σε αυτά τα όρη είδαν χωριά σκαρφαλωμένα στο βουνό & σκαμμένα στη γη, χτισμένα με μια οικοδομική τεχνική που έμεινε απαράλλαχτη στους αιώνες. Είδαν μεγάλες καλλιεργημένες εκτάσεις που σίγουρα τα ταλαιπωρημένα από το κρύο & την πείνα στρατεύματα βρήκαν ανάπαυση. Στο ύψος του Μπινγκέλ τελειώνει το “ακάλυπτο” τμήμα της Ανάβασης, δηλαδή εκείνο που έχει ελάχιστα σημεία αναφοράς, που βρίσκονται έξω από την κοιλάδα του Τίγρη & όχι ακόμη στην κοιλάδα του Μουράτ. Ο μεγάλος ποταμός της Αρμενίας που ξεκινά ακριβώς σε αυτό το σημείο, στρίβει αμέσως προς τα Ανατολικά & είναι βέβαιο ότι οι Μύριοι στράφηκαν προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν εξηγείται αλλιώς, λέει ο Μπουσέ, η μεγάλη παρέκκλιση των 250 χλμ & πάνω & δεν θα εξηγείτο αλλιώς λέμε εμείς πώς οι Μύριοι κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν τον επιβλητικό ορεινό όγκο που βρήκαν στον δρόμο τους, τις άβατες συνεχείς οροσειρές, το αδιαπέραστο φράγμα του Καυκάσου & των Ποντιακών Ορών. Όποιος δέχεται το πέρασμα του Μουσάτ Χασάν Καλέ δεν λαμβάνει υπ΄όψη του τα στοιχεία & όποιος αντίθετα δέχεται ότι οι Μύριοι διέσχισαν κάθετα την οροσειρά του Αγκρί Ντάγκι (με ψηλότερη κορυφή το Αραράτ) κάνει μια υπόθεση που μπορεί να επαληθευτεί πάνω στο χάρτη αλλά είναι αστήρικτη στην πράξη. Οι Μύριοι πρέπει να μπήκαν στην κοιλάδα του Μουράτ & να την ακολούθησαν μέχρι την τότε Σοβιετική Γεωργία. Εκεί στράφηκαν προς Βορρά για να φτάσουν στην κοιλάδα του Αράξη (Αράξ) που θα τους οδηγούσε προς τη Τραπεζούντα &θάλασσα.

ΕικόναΔεν στάθηκε δυνατόν για την αποστολή να διασχίσουν τα σύνορα σε αυτή την περιοχή όπου βρίσκονταν στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Αρκέστηκαν να βγουν ξανά στην κοιλάδα του Αράξη στο ύψος του Αγκρί αντιμετωπίζοντας μια πορεία 16 ωρών σε χωματόδρομο. Τους περίμενε ακόμη, σε απόσταση λίγο μεγαλύτερη από 100 χλμ από τη θάλασσα, ένα άλλο πρόβλημα που έπρεπε να λύσουν. Η θέση της Γυμνιάδος & του όρους Θήκη “από όπου φαινόταν η θάλασσα” όπως λέει ο Ξενοφώντας. Πολλοί μελετητές (εκείνοι που δεν υπολογίζουν την παρέκκλιση στην τότε Σοβιετική Ένωση) ταυτίζουν την Γυμνιάδα με την Γκιουμιουσανέ με βάση την ηχητική ομοιότητα του τοπωνυμίου. Αλλά το αρχαίο αυτό κέντρο εντοπίζεται (με κάθε επιφύλαξη) σε μια περιοχή ανατολικά του Ερζερούμ, κατά μήκος του δρόμου που προχωρά δίπλα στον Αράξη. Από εκεί με βάση των υπολογισμό των παρασαγγών που αναφέρει η Ανάβαση, η αποστολή, αντίκρισε επιτέλους τη θάλασσα…. Ένας βοσκός καβάλα στο άλογό του, θα τους έδειχνε ένα μονοπάτι που σκαρφάλωνε προς τα βουνά του Πόντου & ύστερα θα χάθηκε.

Εικόνα

Εικόνα

Εικόνα

ΕικόναΕικόναΕικόναΕικόναΕικόναΕικόναΕικόναΕικόναΕικόναΕικόναΕικόναΕικόναΕικόνα

google news

Ακολουθήστε μας στα κοινωνικά δίκτυα facebooktwitterinstagramyoutube, tik tok, και στο Google news. Διαβάστε την e-enimerosi.com για να ενημερώνεστε για όλα τα νέα, από την Ελλάδα και τον κόσμο, κάνετε εγγραφή στην σελίδα και πατήστε το καμπανάκι για να ενημερώνεστε πρώτοι έγκαιρα και έγκυρα.

πηγή

Σχετικές αναρτήσεις

Αναγνώστης Πετιμεζάς και η μάχη του Βασιλικού Κορινθίας όπου και έπεσε γενναία μαζί με τον 17 χρονο γιό του Σωτηράκη Πετιμεζά.

Δημήτρης Λίτσας

Τζόνσον: Αν επιστραφούν τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Ελλάδα το Βρετανικό Μουσείο θα απογυμνωθεί.

e-enimerosi

Η μάχη του Λεβιδίου.

Δημήτρης Λίτσας