Γράφει η *Μαίρη Μάκρα
( Απόσπασμα από μυθιστόρημα της Μαίρης Μάκρα)
Να σας αναγκάσω να έρθετε μαζί μου; Να σας αναγκάσω να ξυπνήσετε τα μεσάνυχτα; Μη φοβηθείτε το σκοτάδι της νύχτας, ούτε τη ρεματιά που βουίζει. Είναι ο Καστανιάς, το ποτάμι μας. Από τα πολλά χιόνια, που έπεσαν αυτόν το χειμώνα, κατέβασε πολύ νερό.
Πρέπει να πάω! Θέλω να πάω! Είναι μεσάνυχτα και αλλάζει ο χρόνος. Πρωτοχρονιά χωρίς “αμίλητο”
νερό δεν γίνεται! Αυτό είναι το έθιμο! Δεν επιτρέπεται να περνάει η Πρωτοχρονιά έξω από την πόρτα μας κι εγώ να την αγναντεύω από το παράθυρο.΄Εχω κιόλας αργήσει. Τα πρώτα βήματα ακούστηκαν στον κοντινό μας δρόμο.
Τα πρώτα κανάτια, με το νερό της νέας χρονιάς, γύρισαν από τις βρύσες. Είναι ο “τυχερός” της κάθε οικογένειας, που πρέπει να φέρει στο σπίτι το “αμίλητο” νερό της Πρωτοχρονιάς.
“Πρόσεξε να μη μιλήσεις! Και να σε τρομάξουν στο δρόμο, μιλιά να μη βγάλεις! Αλλιώς δεν
θα “πιάσουν” οι ευχές!”
Μου το είχαν εξηγήσει καλά οι φιλενάδες μου, η Φώτω και η Γεωργία. Τα έκανα όλα με πολλή προσοχή, για να πάει καλά η καινούργια χρονιά: Ακούμπησα κοντά στις βρύσες το ψωμί, σκόρπισα στο ποτάμι
στάρι και καλαμπόκι. Έριξα μέσα στο τρεχούμενο νερό δεκαρίτσες και είπα:
“Υγεία και Ευτυχία! Σαν το νερό να τρέχουν τα αγαθά και οι καρποί της γης αυτόν το χρόνο!”.
Μετά γέμισα το κανάτι μου με το κρύο νερό και αμίλητη πήρα τον δρόμο για το σπίτι.
Μεγάλωσα μέσα σε μία νύχτα; Τί έγινε; Το ένοιωθα μέσα στα χέρια μου και σε όλο μου το κορμί. Ακόμα
και τα πόδια μου πατούσαν πιο γερά κι ανέβαινα την ανηφόρα. Εγώ, το δεκάχρονο κορίτσι, ολομόναχο μέσα στη νύχτα! Κόντρα με τα στοιχειά της! Να παραβγαίνω με τις νεράϊδες της ρεματιάς! Σκοτάδι, αέρας, κρύο τσουχτερό, λίγα αστέρια από ψηλά φωτίζουν τον δρόμο κι εγώ προχωράω.
Ακούω βήματα. Κάποιος κατεβαίνει στις βρύσες για να πάρει και να φέρει στο σπίτι του το “αμίλητο νερό”. Τυλίγομαι στο σάλι μου και τον προσπερνάω.
Καλή Χρονιά! Το σπίτι ραντίστηκε απ΄άκρη σ΄άκρη με το καινούργιο νερό.
Χρόνια πολλά με κάθε μπουκιά. Διότι τώρα την ώρα τη μετράμε με τις ψημένες μπριζόλες.
Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, σχόλη και χαρούμενο ξύπνημα.
Δεν υπάρχει πρόβιο γάλα, με την λιπαρή πέτσα του στην επιφάνεια, για πρωινό. Γι΄αυτό το δεκαπενθήμερο καταργήθηκε. Την ξεφορτωθήκαμε!
Ο πατέρας ανάβει τη φωτιά, βάζει τα λουκάνικα στη θράκα και με φωνάζει:
“Μαίρη, έλα για πρωινό!”.
Τί ευτυχισμένο ξύπνημα είναι αυτό!
Φρυγανίζουμε φέτες από το ζυμωτό ψωμί σε μια σχάρα, πάνω από τ΄ αναμμένα κάρβουνα. Η μητέρα
φέρνει το τηγάνι για να ζεστάνει τις οματιές*. ” Η Γέννησίς Σου, Χριστέ ο Θεός ημών…” έφερε
και το χοιρινό στη θράκα. Μια φορά τον χρόνο δεν βλάπτει και η κατάχρηση.
Τα παιδιά τώρα αλείφουν με λίπος χοιρινό το ψωμί τους. Τα σπίτια μυρίζουν τηγανισμένο
πασπαλά**. Η ζωή μας έγινε μία εικόνα μεγάλη και γεμάτη με μυρωδιές, χρώματα, λέξεις.
Κι έτσι, “Χριστούγεννα” σημαίνει Ιησούς, κατάνυξη, τσίκνα χοιρινού και τραγούδια.
Πέρασαν οι μέρες…πάει κι αυτό. Την εικόνα του την κρατήσαμε για σταθμό μέσα στον χρόνο και
περιμένουμε…του χρόνου πάλι!
Οματιές*: Το χοιρινό έντερο γεμιστό. Χοιρινή συκωταριά ψιλοκομμένη με ρύζι και τσιγαριστά χόρτα, σκόρδο και κρεμμύδι.
**Πασπαλάς: Ο άγνωστος και ξεχασμένος από πολλούς, πασπαλάς, στην καρδιά της Ρούμελης δεν αποτελεί απλά ένα χριστουγεννιάτικο έδεσμα, αλλά αντιθέτως είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την παράδοση της.
Ξεκίνησε ως ένας τρόπος συντήρησης του χοιρινού κρέατος, τότε που δεν είχαν ψυγείο, και γέμιζαν ένα πήλινο κιούπι με πασπαλά, δηλαδή χοιρινό κρέας μαγειρεμένο στα καζάνια με μυρωδικά. Έτσι, διατηρούσαν στην αποθήκη το χοιρινό κρέας από τα γουρούνια που έσφαζε κάθε οικογένεια τα Χριστούγεννα, για αρκετό διάστημα.
Κάντε εγγραφή στο ενημερωτικό μας δελτίο.