Γράφει η Εβίτα Μανούδη / evitafinanzcoach.com
Κάθε επένδυση έχει κόστος. Πιο συγκεκριμένα, τα τρία κόστη μιας επένδυσης εμφανίζονται ως:
1. κόστος ευκαιρίας, 2. ρίσκο, 3. διαχειριστικά κόστη και προμήθειες.
1. Το κόστος ευκαιρίας αποτυπώνεται στην αξία των εναλλακτικών ευκαιριών που χάνεις, κάθε φορά που λαμβάνεις μια απόφαση. Όταν επιλέγεις μια συγκεκριμένη επένδυση, αυτομάτως απορρίπτεις τις υπόλοιπες.
Επιλέγοντας ένα ETF του δείκτη DAX (40 μεγαλύτερες γερμανικές εταιρίες κατά κεφαλαιοποίηση αγοράς) έναντι ενός άλλου που ακολουθεί τον δείκτη NasdaQ-100 (100 μεγαλύτερες αμερικάνικες εταιρίες στον τομέα της Τεχνολογίας κατά κεφαλαιοποίηση αγοράς), θεωρείς ότι η γερμανική οικονομία θα αποδώσει καλύτερα απ’ την αμερικανική οικονομία στον τεχνολογικό τομέα. Άρα, αυτομάτως αποδέχεσαι να χάσεις την ευκαιρία κέρδους των δυναμικότερων Tech εταιριών ή τα οφέλη διαφοροποίησης μέσω ενός μεγαλύτερου δείκτη ή .
2. Το ρίσκο, όπως προαναφέρθηκε, εκφράζει την πιθανότητα η τελική έκβαση μιας επένδυσης (πραγματικό αποτέλεσμα) να είναι διαφορετική απ’ αυτή που προσδοκούμε (προσδοκώμενο αποτέλεσμα). Το ρίσκο διαφέρει ανάλογα με τις πέντε μορφές ρίσκου (αγορά, ρευστότητα, είδος επενδυτικών οχημάτων, κοινωνικο-πολιτικό ρίσκο, προσωπικό ρίσκο).
3. Τα διαχεριστικά κόστη. Τα κόστη που αναφέρονται στο σημείο αυτό, αφορούν τα διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαι (Exchange Traded Funds, ETFs) και τα αμοιβαία κεφάλαια (Α/Κ). Οι δύο κατηγορίες εξόδων είναι:
Α) Κατηγορία: Έξοδα & προμήθειες εκδότη
Επιβάλλονται απ’ τον εκδότη του τίτλου που αγοράζεις και αναγράφονται στο επενδυτικό έντυπο «Βασικές Πληροφορίες για τους Επενδυτές» (Key Investor Information Document KIID). Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται:
1. Τα ετήσια πάγια έξοδα διαχείρισης τίτλου {Total Expense Ratio (TER) ή Ongoing Charge Figure (OCF)} παρακρατούνται απ’ τον εκδότη ενός Α/Κ ή ETF αυτόματα και σε ετήσια βάση κατευθείαν απ’ το χαρτοφυλάκιο.
Παράδειγμα: Α/Κ με TER 2% είχε ετήσια μικτή απόδοση 6,5%. Ουσιαστικά, η τελική απόδοση που σου αναλογεί είναι 4,5%. Προσοχή μεταξύ αυτών που εκδίδονται από ελληνικές εταιρίες ή εταιρίες του εξωτερικού. Τα «ελληνικά» Α/Κ επιβαρύνονται με υψηλά TER, από 2% και άνω, ενώ τα «ξένα», από 2% και κάτω (Κατάσταση 01.2024). Τα ETFs επιβαρύνονται με χαμηλότερα πάγια έξοδα, 0,02% έως 0,55%. Πιο σύνθετοι τίτλοι ξεπερνούν το 0,55% (Κατάσταση 01.2024).
2. Η προμήθεια διάθεσης & εξαγοράς (initial & redemption fees) αφορά μονάχα τα Α/Κ και αποτελεί έναν από τους λόγους που τα ETFs έχουν χαμηλότερο κόστος διαχείρισης. Επιβάλλεται εφάπαξ σε κάθε συναλλαγή αγοράς (διάθεσης) και πώλησης ενός τίτλου και υπολογίζεται βάσει του ποσού επένδυσης. Στο έντυπο «Βασικές Πληροφορίες για τους Επενδυτές» αναγράφεται, αν η προμήθεια είναι κυμαινόμενη ή σταθερή. Και εδώ υπάρχει μεγάλη διαφροά μεταξύ των «ελληνικών» και «ξένων» Α/Κ. Η πλειοψηφία των «ελληνικών» Α/Κ επιβαρύνεται με αρκετά υψηλότερη προμήθεια διάθεσης και εξαγοράς, πράγμα που καθιστά τα «ξένα» πιο ελκυστικά.
3. Δείκτης ανακύκλωσης (turnover ratio). Ο δείκτης μας δείχνει πόσο εντατικά και «ενεργά» γίνεται η διαχείριση των επιμέρους τίτλων, που περιλαμβάνει ένα ETF ή ένα Α/Κ. Υπολογίζεται ως το ποσοστό των τίλων που αντικαταστάθηκαν μέσα σε ένα έτος.
Αν για παράδειγμα ένα Α/Κ περιέχει 100 διαφορετικές μετοχές, και εντός έτους αντικαταστάθηκαν οι 40, ο δείκτης του Α/Κ είναι 40%. Ο δείκτης των ETFs (τίτλοι παθητικής διαχείρισης) είναι πολύ χαμηλός, περίπου στο 5-10%, ενώ ο δείκτης των Α/Κ (τίτλοι ενεργής διαχείρισης) υψηλότερος. Αυτό οφείλεται στο γεγονός, ότι οι διαχειριστές των Α/Κ (Fund Managers) επιδιώκοντας να ξεπεράσουν τον δείκτη αναφοράς ή έστω να πετύχουν υψηλότερες αποδόσεις απ’ την αγορά, αναγκάζονται να αγοράζουν και να πουλάνε τακτικά τίτλους.
Γιατί μας ενδιαφέρει, λοιπόν, ο δείκτης; Γιατί όλες οι συναλλαγές που διενεργούνται απ’ τους διαχειριστές, έχουν επίπτωση στο τελικό κόστος του αντίστοιχου προϊόντος.
4. Ειδικές περιπτώσεις επιβαρύνσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η έξτρα αμοιβή των διαχειριστών Α/Κ, σε περίπτωση επίτευξης υπερ-απόδοσης μέσω της αύξησης της αξίας του Κεφαλαίου στο Χρηματιστήριο Αξιών (Performance fee). Δεν προβλέπεται στα ΕΤFs.
Β) Κατηγορία: Έξοδα & προμήθειες χρηματιστηριακής
Εδώ συμπεριλαμβάνονται όλα τα έξοδα του εκάστοτε διαμεσολαβητή της επένδυσης (επενδυτική πλατφόρμα – ΄΄Discount Brokers΄΄ που προσφέρουν απλά υπηρεσίες εκτέλεσης εντολών για τους ΄΄Do it your self΄΄ επενδυτές, τράπεζα, χρηματιστηριακή εταιρία, επενδυτικός σύμβουλος).
1. Η προμήθεια αγοράς & πώλησης επιβάλλεται από την εκάστοτε εταιρία και επιβαρύνει κάθε αγοραπωλησία τίτλων. Υπολογίζεται ως ποσοστό επί της συνολικής αξίας κάθε συναλλαγής με ένα ελάχιστο ποσοστό. Λάβε υπόψη σου ότι πρόκειται για την βασικότερη πηγή εσόδων (στο περιβάλλον των επενδυτικών προϊόντων) των διαμεσολαβητών.
Την επόμενη φορά που θα σε παροτρύνει κάποιος να επενδύσεις σε κάποιον νέο τίτλο ή να μεταβάλλεις το χαρτοφυλάκιό σου, προκαλώντας έτσι νέες αγοραπωλησίες, καλό είναι να εξετάσεις την εκάστοτε πρόταση πιο καθαρά.
Η πλειοψηφία των ελληνικών εταιριών επιβάλλει προμήθειες συναλλαγών μεταξύ 0,2 – 1,5%, με ελάχιστη χρέωση 5 – 60 €, ανάλογα με το είδος της συναλλαγής (Κατάσταση 01.2024). Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί ότι σε ορισμένες εταιρίες, προβλέπεται η αγοραπωλησία συγκεκριμένων Α/Κ ή ETFs άνευ προμήθειας.
2. Η προμήθεια χαρτοφυλακίου παρακρατείται απ’ τον εκάστοτε διαμεδολαβητή για τη διατήρηση, διαχείριση και παρακολούθηση της επένδυσής σου. Υπολογίζεται βάσει της συνολικής αξίας του χαρτοφυλακίου σου. Πώς, πότε και αν παρακολουθείται η επένδυσή σου, οφείλεις να το διαπιστώσεις εσύ ο ίδιος.
3. Άλλες τρέχουσες ή εφάπαξ επιβαρύνσεις. Αναγράφονται στον κατάλογο εξόδων. Εξέτασε με προσοχή τα «έξοδα φύλαξης τίτλων», τα «έξοδα αδράνειας» (χρέωση σε περίπτωση μηδενικών συναλλαγών !), τις «προμήθειες θεματοφυλακής», τα «έξοδα εξυπηρέτησης» κλπ..