Γράφει ο *Θεμιστοκλής Κατσαούνης
Από το 1995 σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος στην Ελλάδα επιφυλάσσεται πως θα ασκήσει το νόμιμο δικαίωμα της χώρας μας, το οποίο δεν είναι άλλο από την επέκταση των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο και στο Λιβυκό Πέλαγος στα 12 ναυτικά μίλια.
Αυτήν την στιγμή θα την αποφασίσουν οι κυβερνώντες με νόμο, ο οποίος θα επικυρωθεί από την Βουλή. Θα συμφέρει την Ελλάδα και το λαό της με τέτοιο τρόπο που δεν θα ρισκάρει μία καταστρεπτική, πολεμική αναμέτρηση με την Τουρκία. Γιατί όμως κωλυσιεργούμε εδώ και 30 χρόνια;
Γιατί δεν έχουμε την βούληση να πάρουμε αυτήν την απόφαση και να αυξήσουμε την επικράτεια της χώρας μας με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο επεκτείναμε τον θαλάσσιο της χώρο στο Ιόνιο κατά 12 ναυτικά μίλια, ακολουθώντας το Διεθνές Δίκαιο της θάλασσας, μέχρι το ακρωτήριο του Ταινάρου; Απλούστατα γιατί οι γείτονες μας από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, που σημειωτέον είναι και σύμμαχοι μας στο ΝΑΤΟ, μας απειλούν με ένα πρωτοφανές για τα σύγχρονα διεθνή δεδομένα casus belli, το οποίο ψηφίστηκε από την βουλή της Τουρκίας, στην περίπτωση που πράξουμε αυτό που δικαιούμαστε να πράξουμε, σύμφωνα πάντα με το Διεθνές Δίκαιο. Είμαστε η μόνη χώρα στον πλανήτη η οποία βρίσκεται υπό απειλή πολέμου σε περίπτωση που ασκήσει ένα νόμιμο δικαίωμα της.
Σαν να μην έφτανε το παράδοξο και παράλογο casus belli που ψήφησε η τουρκική βουλή εναντίον της Ελλάδος το 1995, τον Ιανουάριο του 1996 ξέσπασε η κρίση των Ιμίων. Ουσιαστικά ήταν η πρώτη φορά μετά την Μικρασιατική Καταστροφή όπου Τούρκοι στρατιώτες κατέλαβαν ελληνικό έδαφος. Δυστυχώς κάποιοι διεθνιστές από την Ελλάδα χρέωσαν την εν λόγω κρίση στην χώρα μας, υιοθετώντας την τουρκική προπαγάνδα, για δήθεν επεκτατική πολιτική της Ελλάδος, ονοματίζοντας μάλιστα τις βραχονησίδες των Ιμίων σύμφωνα με την τουρκική τους λέξη: Καρντάκ. Η εν λόγω κρίση δημιούργησε, με τους λάθους χειρισμούς της τότε κυβέρνησης, γκρίζες ζώνες. Κάποιοι πολίτες, χωρίς να παρανομήσουν σε τίποτα, κάνοντας το αυτονόητο μέσα στο έδαφος της πατρίδας μας – υψώνοντας μία ελληνική σημαία – χαρακτηρίστηκαν ως “εθνικιστές” και “υπερπατριώτες”. Από το 1996 και μετά οι προκλήσεις αυξάνονται συνεχώς.
Στην αρχή η Τουρκία έκανε λόγο για βραχονησίδες και νησίδες, τις οποίες κατέχει παράνομα η Ελλάδα. Κατόπιν ακούστηκαν φωνές από την γείτονα χώρα, όπου σύμφωνα πάντα μ’ αυτές, το όνομα “Αιγαίο” αποτελεί ελληνική ονομασία και πρέπει να μετονομαστεί. Οι τούρκοι αναλυτές θέλουν να αποκαλείται με το όνομα: Θάλασσα των Νήσων, ώστε να απαλλαγεί από οτιδήποτε ελληνοπρεπές. Τούτη η αλλαγή στο όνομα της θάλασσας θυμίζει την αναθεωρητική πολιτική της σημερινής κυβέρνησης των ΗΠΑ. Θέλουν να ονομάσουν τον Κόλπο του Μεξικού σε Κόλπο της Αμερικής. Αυτή η αλλαγή της ονομασίας είναι ένας κακός οιωνός για το τι πρόκειται να επακολουθήσει για τις οικονομίες των δύο χωρών μελών της NAFTA.
Ερχόμενοι τώρα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις· ιδίως στα τελευταία χρόνια, η κατάσταση έχει εκτραχυνθεί εντελώς. Οι διεκδικήσεις της Τουρκίας έχουν φτάσει στα όρια του παραλογισμού, με τον αέρα μίας περιφερειακής υπερδύναμης κουρελιάζει προκλητικά την πολυδιαφημιζόμενη Διακήρυξη των Αθηνών. Κατά αυτόν τον τρόπο κατανοούμε, πως οι συζητήσεις των ταγών των δύο ελλαδικών κρατών μπροστά στις κάμερες, καθώς και πίσω από αυτές, με τον Πρόεδρο Ερντογάν και με τούρκους κυβερνητικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους, φαίνονται κυριολεκτικά κωμικοτραγικές.
Όμως αυτή η ριζωμένη, αναθεωρητική, πολιτική νοοτροπία, δεν πρόκειται να αλλάξει με την πτώση του σουλτάνου. Ο Εκρέμ Ιμάμογλου o βασικότερος εχθρός του Προέδρου Ερντογάν, ζητά ακόμη και μέσα από το κελί του, μετά τον εγκλεισμό του σε σωφρονιστικό κατάστημα, απ’ το καθεστώς του ΑΚΡ, τον εξοπλισμό της Τουρκίας με Eurofighter. Μάλιστα ο πρώην δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης κατέχει τίτλο σπουδών από πανεπιστήμιο του ψευδοκράτους.
Ποιος είναι ο λόγος που πρέπει να συζητάμε με την Τουρκία; Μήπως για το πώς θα διαμοιράσουμε τους πόρους μας. Είναι αναγκαίο να κρατάμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με την Τουρκία; Η εν λόγω χώρα, είναι γνωστό τοις πάση πως αποτελεί μία καθαρά αναθεωρητική δύναμη. Τούτο γίνεται κατανοητό αν αναλογιστούμε την φρενίτιδα της παραγωγής και αγοράς αμυντικών συστημάτων, σε αντιστοιχία με την χειμαζόμενη οικονομία της, η οποία παρασύρει και τα ελλαδικά κράτη σε ένα ράλι εξοπλισμών, ώστε να μπορέσουν να κρατήσουν με αυτόν τον τρόπο το έθνος μας σε κατάσταση ειρήνης.
Επίσης η Τουρκία ζητά επιτακτικά να αποστρατικοποιηθούν τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, αλλιώς σύμφωνα με τα λεγόμενα των τούρκων ιθυνόντων θεωρούνται αμφισβητούμενο έδαφος. Τούτο συμβαίνει όταν στα τουρκικά παράλια, της θάλασσας που θα έπρεπε να μας ενώνει, βρίσκεται η αποβατική στρατιά του Αιγαίου, η οποία είναι έτοιμη να εισβάλει στα νησιά μας. Τα εν λόγω νησιά στην συντριπτική τους πλειοψηφία κατοικούνται αμιγώς από ελληνικό πληθυσμό.
Δηλώνουν δε πως τα νησιά μας δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Επίσης όλες οι ασκήσεις των Ενόπλων Δυνάμεων της Τουρκίας εκπαιδεύουν το στρατιωτικό τους προσωπικό, ώστε να είναι σε πλήρη ετοιμότητα για να καταλάβει σε ενδεχόμενο πολέμου ελληνικά νησιά. Ακόμη κι όταν οι έλληνες αξιωματούχοι επισκέπτονται τα εν λόγω νησιά, τούτο θεωρείται πρόκληση από την χώρα μας. Οι τούρκοι θέλουν τα νησιά μας να είναι αποστρατικοποιημένα. Το κράτος τους σε αντίθετη περίπτωση, πάντα με μία δική τους ανάγνωση του Διεθνούς Δικαίου και της συνθήκης της Λωζάνης, θεωρεί πως η στρατικοποίηση τους, τα καθιστά αυτομάτως αμφισβητούμενα εδάφη.
Την ίδια στιγμή ο Πρόεδρος της Τουρκίας διοργανώνει φιέστες στο ψευδοκράτος. Με αυτόν τον τρόπο περιφρονεί προκλητικά το Διεθνές Δίκαιο. Αναφέρει συνεχώς πως η λύση στο Κυπριακό είναι η de facto διχοτόμηση της αιματοβαμμένης από τον Αττίλα μεγαλονήσου. Θέλει όμως οι τ/κύπριοι αδερφοί του να έχουν πρόσβαση στους πόρους όλης της Κύπρου, ώστε να υφαρπάξουν τους πολύτιμους υδρογονάνθρακες της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι οποίοι βρίσκονται στις ελεύθερες περιοχές και στο σύντομο μέλλον θα αξιοποιούνται νόμιμα από το προαναφερθέν ελλαδικό κράτος. Ευτυχώς για την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία η πολιτική της Τουρκίας και του ψευδοκράτους καταδικάζεται σύσσωμα από όλα τα πολιτισμένα κράτη του κόσμου, όπως επίσης και από χώρες δορυφόρους, πολιτισμικά και πολιτιστικά, της ίδιας της Τουρκίας.
Εν κατακλείδι μας συμφέρει να κρατάμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με τους τούρκους επεκτατιστές, οι οποίοι ονειρεύονται με κάθε κόστος την ανασύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το επιχείρημα τους για το casus belli εναντίον της Ελλάδας είναι αβάσιμο. Σύμφωνα πάντα με την γνώμη τους: αν η Ελλάδα αυξήσει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια, το Αιγαίο θα καταστεί ελληνική λίμνη, η οποία θα στραγγαλίσει γεωπολιτικά την Τουρκία. Με το ίδιο σκεπτικό η Φινλανδία θα έπρεπε να διεξάγει άμεσα πόλεμο στην Δανία και στην Σουηδία. Αν οι σχέσεις μας με τους τούρκους διαπνέονταν από φιλία, όπως συμβαίνει με τους εταίρους μας στην ΕΕ, πλοία και αεροπλάνα από την Τουρκία, θα διέσχιζαν μαζί με ελληνικά πλοία και αεροπλάνα όλο το Αιγαίο – ελληνικό και τουρκικό – και αυτό θα ήταν ωφέλιμο για την οικονομία, τον πολιτισμό, την πολιτική και (ναι!!!), την κοινή άμυνα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως πρέπει να φινλανδοποιηθούμε από την Τουρκία, αγοράζοντας αμυντικό υλικό από την γείτονα χώρα. Τότε θα δημιουργούνταν ένας πανίσχυρος γεωπολιτικός πόλος στην Ανατολική Μεσόγειο με παγκόσμιες προεκτάσεις. Τέλος, θα λυνόταν προς όφελος όλων το Κυπριακό.
*Ο Θεμιστοκλής Κατσαούνης είναι, Πτυχιούχος ΕΑΠ τμήματος Ευρωπαϊκού Πολιτισμού – Συγγραφέας
Πτυχιούχος μεταπτυχιακού ΕΑΠ τμήματος Δημιουργικής Γραφής