Γράφει ο Μουρτζούκος Χρήστος
Η Γερμανία βρίσκεται πλέον σε μια ιστορική καμπή ως προς τη δημοσιονομική της πολιτική.
Εδώ και έναν χρόνο, το περίφημο «φρένο χρέους» έχει ουσιαστικά καταργηθεί, αρχικά επί κυβέρνησης Όλαφ Σολτς, όταν ο τρικομματικός συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων οδηγήθηκε σε διάλυση. Για μερικούς μήνες παρέμειναν στην εξουσία μόνο οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι, μέχρι τις εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου 2025. Η απόφαση για την υπέρβαση του φρένου χρέους, οφείλεται κυρίως στη ραγδαία αύξηση των αμυντικών δαπανών, αλλά και στο κενό των περίπου 60 δισ. ευρώ που είχε δημιουργηθεί από τα πακέτα στήριξης της πανδημίας.
Από τότε, και η νέα κυβέρνηση υπό τον καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, μια συμμαχία Χριστιανοδημοκρατών, Χριστιανοκοινωνιστών και Σοσιαλδημοκρατών, συνέχισε την ίδια γραμμή. Ο προϋπολογισμός του 2025 εγκρίθηκε το Σεπτέμβριο, ενώ μόλις πριν από λίγες ημέρες εγκρίθηκε και ο προϋπολογισμός για το 2026, ο οποίος ανεβάζει το δημόσιο χρέος της χώρας σε νέα επίπεδα.
Οι δύο διαδοχικοί προϋπολογισμοί εκτοξεύουν τις αμυντικές δαπάνες σε ιστορικό ρεκόρ. Το χρέος του 2025 έφτασε τα 140 δισ. ευρώ, ενώ για το 2026 αναμένεται ένα ακόμη μεγαλύτερο άνοιγμα, 180 δισ. ευρώ. Μόνο στον τομέα της άμυνας προβλέπονται 108,2 δισ. ευρώ, από αυτά, τα 82,69 δισ. προέρχονται από τον τακτικό προϋπολογισμό και 25,51 δισ. από το ειδικό ταμείο ενίσχυσης της Bundeswehr. Με αυτόν τον ρυθμό, η Γερμανία αναμένεται το 2027 να βρεθεί αναγκαστικά μπροστά σε μια νέα, πολύ πιο σφιχτή δημοσιονομική πολιτική.
Η σημερινή κατάσταση αποτελεί συνδυασμό δύο κρίσιμων παραγόντων.
- Πρώτον, οι τεράστιες ενισχύσεις της πανδημίας άφησαν σημαντικό δημοσιονομικό αποτύπωμα.
- Δεύτερον, η ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία μετά το 2022 ανέβασε θεαματικά το κόστος λειτουργίας της βαριάς βιομηχανίας.
Η Γερμανία, που επί τέσσερις δεκαετίες στηρίχθηκε στο φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο, είδε το ενεργειακό κόστος της βιομηχανίας να τριπλασιάζεται, οδηγώντας ακόμη και ιστορικές εταιρείες σε πτωχεύσεις. Το κύμα χρεοκοπιών των τελευταίων δύο ετών επιδεινώνει ακόμη περισσότερο μια ήδη βεβαρημένη οικονομική εικόνα.
Η μετάβαση από την παραδοσιακή βαριά βιομηχανία, στην αμυντική βιομηχανία
Στο πολιτικό επίπεδο, ο Φρίντριχ Μερτς επιχειρεί μια στρατηγική μετατόπιση του γερμανικού παραγωγικού μοντέλου προς την αμυντική βιομηχανία. Οι κινήσεις της κυβέρνησης στηρίζουν τη διαρκή στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας, συχνά κόντρα στις τάσεις αποκλιμάκωσης που εμφανίζονται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Η περίπτωση της Rheinmetall είναι χαρακτηριστική, η μετοχή της σημείωνε εντυπωσιακή άνοδο τους προηγούμενους μήνες, μέχρι όμως, να δημοσιοποιηθεί το αμερικανικό σχέδιο των 28 σημείων για την ειρήνευση στην Ουκρανία, γεγονός που προκάλεσε πτώση άνω του 18% (σε σύγκριση με το υψηλό του μήνα), και απώλεια περίπου 324 ευρώ ανά μετοχή, από τα 1.804,50στα 1.480,50 ευρώ, και 2,57% μέσα στην εβδομάδα.
Το σχέδιο της κυβέρνησης Μερτς για ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας βασίζεται και στο ειδικό ταμείο των 100 δισ. ευρώ που είχε θεσπίσει ο Σολτς για δεκαετή επανεξοπλισμό. Ωστόσο, αυτή η επιλογή συνεπάγεται αλλαγή της οικονομικής ταυτότητας της χώρας, η μετατόπιση από τη βιομηχανική παραγωγή υψηλής τεχνολογίας προς τις αμυντικές εξαγωγές δημιουργεί σημαντικούς κινδύνους για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα.
Όπως δείχνουν οι σημερινές προβλέψεις, μέχρι το 2027 το γερμανικό χρέος ενδέχεται να αγγίξει τα 180 δισ. ευρώ, ή και να ξεπεράσει τα 200 δισ. σε περίπτωση νέων κρίσεων. Η Γερμανία μπορεί να βρεθεί, ”ειρωνικά”, σε μια κατάσταση παρόμοια με εκείνη της Ελλάδας πριν από δεκαπέντε χρόνια, μια χώρα που τότε της επέβαλε σκληρή γραμμή χωρίς να δείξει καμία διάθεση στήριξης.
Οι δημοσιονομικές πιέσεις θα έχουν αναπόφευκτα και πολιτικές συνέπειες. Με την εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) να καταγράφει ανοδική τάση, εκτιμάται (άποψη του γράφοντος), ότι μπορεί να φτάσει ακόμη και στο 30–35% το 2027. Σε ένα τέτοιο σενάριο, ενδέχεται να ανοίξει ο δρόμος για πρόωρες εκλογές μόλις δύο χρόνια μετά την εκλογή Μερτς, με πιθανό αποτέλεσμα την ανάδειξη της AfD ως κεντρικού πόλου διακυβέρνησης. Όπως ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015 στην Ελλάδα, έτσι και η AfD θα κληθεί, αν καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση ή να συμμετάσχει σε αυτήν, να διαχειριστεί μια «καυτή πατάτα», μια Γερμανία με σοβαρή δημοσιονομική εκτροπή.
Σε αντίθεση όμως με την ελληνική κρίση, η γερμανική κρίση χρέους, αν επιβεβαιωθεί, δεν θα αφορά μόνο τη Γερμανία. Θα έχει μεγάλες επιπτώσεις σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Η Γερμανία είναι ο πυλώνας της ευρωπαϊκής οικονομίας και τυχόν δημοσιονομική αστάθεια στο Βερολίνο μπορεί να προκαλέσει σεισμό σε όλη την Ευρώπη.
Ακολουθήστε μας και στο Google news
