Το «Pfizergate» αναδεικνύεται ως ένα από τα σημαντικότερα σκάνδαλα στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φέρνοντας στο επίκεντρο την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Η υπόθεση αφορά καταγγελίες για αδιαφανείς διαπραγματεύσεις με τον CEO της Pfizer, Άλμπερτ Μπουρλά, σχετικά με την προμήθεια εμβολίων κατά της COVID-19. Οι καταγγελίες περιλαμβάνουν πιθανές ποινικές ευθύνες, όπως παρέμβαση σε δημόσια καθήκοντα, καταστροφή μηνυμάτων SMS, διαφθορά και σύγκρουση συμφερόντων. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει αναλάβει τη διερεύνηση της υπόθεσης, ενώ η άρνηση της Επιτροπής να αποκαλύψει τα επίμαχα μηνύματα έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις για την έλλειψη διαφάνειας.
Η ευρωπαϊκή ένωση βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο της δημόσιας κριτικής, με αφορμή ένα σκάνδαλο που απειλεί να πλήξει σοβαρά την αξιοπιστία των ευρωπαϊκών θεσμών: το λεγόμενο «Pfizergate». Στην καρδιά της υπόθεσης βρίσκεται η πρόεδρος της ευρωπαϊκής επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία κατηγορείται για αδιαφανή επικοινωνία και διαπραγματεύσεις με τον διευθύνοντα σύμβουλο της φαρμακευτικής εταιρείας Pfizer, Άλμπερτ Μπουρλά, κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού.
Το σκάνδαλο επικεντρώνεται σε μία ανταλλαγή μηνυμάτων SMS μεταξύ των δύο πλευρών, που φέρονται να σχετίζονται με τη συμφωνία-μαμούθ για την προμήθεια εκατοντάδων εκατομμυρίων δόσεων εμβολίων κατά της COVID-19. Τα μηνύματα αυτά ουδέποτε δόθηκαν στη δημοσιότητα από την Κομισιόν, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και οργανισμών διαφάνειας. Αντίθετα, η Επιτροπή απέφυγε να απαντήσει ουσιαστικά, κάνοντας λόγο για «προσωπική επικοινωνία» και επιμένοντας πως δεν υπάρχει ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης.
Η άρνηση αυτή έχει πυροδοτήσει έντονες αντιδράσεις. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) διεξάγει ήδη προκαταρκτική έρευνα για πιθανές ποινικές ευθύνες, μεταξύ των οποίων: κατάχρηση εξουσίας, καταστροφή δημόσιων εγγράφων, διαφθορά και σύγκρουση συμφερόντων. Οι δικαστικές αρχές εξετάζουν κατά πόσο η φον ντερ Λάιεν ενήργησε με τρόπο που παραβιάζει τα καθήκοντά της και ταυτόχρονα υπονομεύει την αρχή της διαφάνειας στη λειτουργία της ΕΕ.
Η υπόθεση «Pfizergate» είναι χαρακτηριστική ενός ευρύτερου αισθήματος ατιμωρησίας που, όπως καταγγέλλεται, έχει διαποτίσει τους θεσμούς της ΕΕ. Παρά τη σοβαρότητα των καταγγελιών, οι αντιδράσεις εντός των Βρυξελλών παραμένουν χλιαρές. Τα περισσότερα κράτη-μέλη εμφανίζονται απρόθυμα να πιέσουν για πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης, ενισχύοντας την εικόνα ενός πολιτικού συστήματος που προτιμά την αποσιώπηση από τη λογοδοσία.
Διαβάστε ακόμα: Pfizergate: Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν απέναντι στη Δικαιοσύνη
Το σκάνδαλο έρχεται σε μία περίοδο όπου η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς δοκιμάζεται διαρκώς, από την ενεργειακή κρίση και τις γεωπολιτικές εξελίξεις, μέχρι τις διαρκείς αποκαλύψεις για διαφθορά, αλλά και τα αποτελέσματα των εκλογών σε πολλά κράτη, κάτι το οποίο δείχνει την δυσαρέσκεια των πολιτών για τις αποφάσεις της κομισιόν αλλά και των ευρωπαίων ηγετών. Το «Pfizergate» αποτελεί δοκιμασία για την ίδια την ηθική και θεσμική υπόσταση της ΕΕ.
Πλέον, ζητείται επιτακτικά να αποδοθούν ευθύνες και να ενισχυθούν οι μηχανισμοί ελέγχου και διαφάνειας. Διότι σε ένα πολιτικό σύστημα που φιλοδοξεί να αποτελεί πρότυπο δημοκρατίας, η συγκάλυψη δεν μπορεί να είναι επιλογή. Αντίθετα, η αποκάλυψη της αλήθειας και η ανάληψη ευθυνών είναι αναγκαία προϋπόθεση για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών.