Επίθεση με αυτοκίνητο στο Μόναχο: Οι πρώτες αποκαλύψεις για τον δράστη και οι πολιτικές αντιδράσεις
Η επίθεση με αυτοκίνητο κατά τη διάρκεια διαδήλωσης του συνδικάτου Verdi στο Μόναχο, που άφησε πίσω της δεκάδες τραυματίες, φέρνει στο φως σημαντικά ερωτήματα για την ασφάλεια, τη μεταναστευτική πολιτική και τη διαχείριση αιτούντων άσυλο. Ο δράστης της επίθεσης είναι ένας 24χρονος Αφγανός, του οποίου το αίτημα ασύλου είχε απορριφθεί, αλλά λόγω νομικών κωλυμάτων δεν ήταν δυνατή η απέλασή του.
Το προφίλ του δράστη και τα πρώτα ευρήματα
Σύμφωνα με τις αρχές, ο Farhad N., όπως τον αναφέρουν τα γερμανικά μέσα, ήρθε στη Γερμανία το 2016 ως ασυνόδευτος ανήλικος. Το αίτημα ασύλου του απορρίφθηκε το 2017 και η έφεσή του απορρίφθηκε επίσης. Από το 2020 βρισκόταν υπό καθεστώς προσωρινής «ανοχής» (Duldung), καθώς δεν μπορούσε να απελαθεί λόγω έλλειψης εγγράφων.
Ο δράστης ήταν ήδη γνωστός στις αρχές για παραβάσεις ναρκωτικών και μικροκλοπές, ενώ λίγο πριν την επίθεση φέρεται να είχε αναρτήσει ισλαμιστικό περιεχόμενο στα κοινωνικά δίκτυα. Η αστυνομία ερευνά σοβαρά το ενδεχόμενο εξτρεμιστικού κινήτρου.
Το πρωί της επίθεσης, ο Farhad N. οδηγώντας ένα Mini Cooper προσπέρασε περιπολικό της αστυνομίας και έπεσε σκόπιμα πάνω σε διαδηλωτές. Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, «ξαφνικά ακούσαμε έναν βρυχηθμό κινητήρα και αμέσως μετά έναν δυνατό θόρυβο». Ο δράστης συνελήφθη επί τόπου αφού η αστυνομία πυροβόλησε κατά του οχήματος.

Τα θύματα και η κατάσταση τους
Από την επίθεση τραυματίστηκαν τουλάχιστον 28 άτομα, ορισμένα εκ των οποίων σοβαρά. Ανάμεσά τους ένα δίχρονο παιδί, που βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση. Τα νοσοκομεία του Μονάχου παρέχουν ιατρική φροντίδα στους τραυματίες, ενώ πολλοί δημοτικοί υπάλληλοι που συμμετείχαν στη διαδήλωση βρίσκονται σε κατάσταση σοκ.
Η πολιτική διάσταση της υπόθεσης
Η επίθεση προκάλεσε άμεσες και έντονες αντιδράσεις από τον πολιτικό κόσμο. Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς καταδίκασε την πράξη ως «τρομερή επίθεση», δηλώνοντας ότι ο δράστης «δεν μπορεί να ελπίζει σε καμία επιείκεια» και πρέπει να τιμωρηθεί παραδειγματικά.
Ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας, Μάρκους Σόντερ, δήλωσε πως «η πολιτική δεν μπορεί να δείχνει ανησυχία από επίθεση σε επίθεση, χωρίς να λαμβάνονται ουσιαστικά μέτρα». Παράλληλα, ο υποψήφιος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς έκανε λόγο για προτεραιότητα στην ασφάλεια των πολιτών, ενώ η ηγέτης του AfD, Άλις Βάιντελ, ζήτησε «αναστροφή της μεταναστευτικής πολιτικής».

Η μετανάστευση και οι προκλήσεις της πολιτικής ασύλου
Η υπόθεση αυτή επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση για τη μεταναστευτική πολιτική στη Γερμανία. Τα τελευταία χρόνια, παρά τη σκλήρυνση των νόμων και την αύξηση των απελάσεων, η χώρα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δυσκολίες στη διαχείριση όσων έχουν απορριφθεί ως αιτούντες άσυλο, αλλά δεν μπορούν να απελαθούν.
Η «ανοχή» αποτελεί προσωρινή λύση, αλλά συχνά δημιουργεί νομικά και κοινωνικά προβλήματα. Παρά τις προσπάθειες περιορισμού της μετανάστευσης, είναι σαφές ότι τέτοιες επιθέσεις δεν μπορούν να αποτραπούν πλήρως. Η πολιτική ηγεσία βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με το ερώτημα: Πόσο καιρό μπορεί να αντέξει η κοινωνία τον κίνδυνο που ενέχει η αποτυχία του συστήματος;
Ένα σκοτεινό κεφάλαιο στη μεταναστευτική πολιτική
Η αφελής κουλτούρα υποδοχής της περιόδου Μέρκελ έχει πλέον δώσει τη θέση της σε πιο σκληρές πολιτικές, όμως ο κίνδυνος παραμένει. Όπως σημείωσε ο Σόντερ, «η κοινωνία δεν μπορεί να ζει με το φόβο μιας νέας επίθεσης». Το μέλλον της πολιτικής ασύλου και η ασφάλεια των πολιτών φαίνεται πως θα βρεθούν στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης τους επόμενους μήνες.