Σημαντική ανάσα για νοικοκυριά και επιχειρήσεις αναμένεται να φέρει η προγραμματισμένη μείωση στις τιμές της ενέργειας από το 2026, όπως προβλέπει το προσχέδιο του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού της Γερμανίας.
Το πακέτο μέτρων στοχεύει στην ελάφρυνση των ιδιωτών καταναλωτών και της μεταποιητικής βιομηχανίας, ενισχύοντας παράλληλα την ανταγωνιστικότητα της γερμανικής οικονομίας.
Σύμφωνα με κυβερνητικές εκτιμήσεις, τα ετήσια οφέλη για τους πολίτες από τη μείωση του ενεργειακού κόστους θα αγγίξουν τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό έρχεται να προστεθεί στην προηγούμενη εξοικονόμηση των 17 δισ. ευρώ που επιτεύχθηκε με την κατάργηση της εισφοράς EEG για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Μια τετραμελής οικογένεια θα δει τον λογαριασμό ενέργειας να μειώνεται κατά περίπου 100 ευρώ ετησίως. Παράλληλα, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, από φούρνους και κρεοπωλεία μέχρι βιομηχανικές μονάδες, αναμένεται να επωφεληθούν ουσιαστικά.
Τα τρία βασικά μέτρα ανακούφισης
Η κυβέρνηση σχεδιάζει την εφαρμογή τριών βασικών μέτρων από την 1η Ιανουαρίου 2026:
-
Κατάργηση του τέλους αποθήκευσης φυσικού αερίου: Το τέλος αυτό θα καταργηθεί, με κόστος περίπου 3,4 δισ. ευρώ, που θα καλυφθεί από το ταμείο για το κλίμα και τον μετασχηματισμό. Η εξέλιξη αυτή εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε μείωση της τιμής του φυσικού αερίου, και κατά συνέπεια και της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από σταθμούς φυσικού αερίου.
-
Μόνιμη μείωση του φόρου στην ηλεκτρική ενέργεια: Το μέτρο θα ισχύσει για όλες τις μεταποιητικές επιχειρήσεις, καθώς και για τους τομείς της γεωργίας και δασοκομίας. Το κόστος για τον προϋπολογισμό ανέρχεται σε περίπου 3 δισ. ευρώ ετησίως.
-
Επιδότηση τελών δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας: Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα καλύψει μέρος των τελών με επιδότηση ύψους 6,5 δισ. ευρώ. Το μέτρο θα έχει άμεσο όφελος τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τις επιχειρήσεις.
Παρά τα φιλόδοξα μέτρα, η κυβέρνηση υπογραμμίζει την ανάγκη για δημοσιονομική πειθαρχία. «Μπορούμε να δαπανήσουμε μόνο όσα διαθέτουμε», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, διαβεβαιώνοντας ωστόσο ότι η μείωση του κόστους ενέργειας παραμένει κορυφαία προτεραιότητα. Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών Λαρς Κλινγκμπάιλ επανέλαβε τη δέσμευση της κυβέρνησης: «Μειώνουμε τις τιμές της ενέργειας για να διασφαλίσουμε θέσεις εργασίας και να επανέλθει η Γερμανία σε τροχιά ανάπτυξης».