Στις 30 Ιουνίου 1944 το ΙΙ/16 αντάρτικο τάγμα της Χ μεραρχίας των ΕΟΕΑ του ΕΔΕΣ τελούσε υπό τον, τότε, λοχαγό Ζιώγα. Το τάγμα διέθετε τον 5ο Λόχο, υπό τον εύελπι Χρίστο Χριστόπουλο, τον 6ο Λόχο υπό τον υπολοχαγό Πέτρο Γριβάκο και τον 2ο Λόχο Μηχανημάτων (βαρέων όπλων), υπό εύελπι Γ. Παναγιωτακόπουλο.
Στις 15 Ιουνίου το τάγμα ήταν έτοιμο για μάχη. Οι άνδρες του 5ου Λόχου ήταν βετεράνοι αντάρτες. Ο Λόχος Μηχανημάτων, διέθετε μόλις 10 άνδρες. Μετά την απελευθέρωση της Παραμυθιάς, το ΙΙ/16 τάγμα είχε λάβει θέσεις στην περιοχή του Κεφαλόβρυσου Θεσπρωτίας χωρίς τον Λόχο Μηχανημάτων. Την αυγή της 30ης Ιουνίου 1944 στον δρόμο ενώπιον των θέσεων των Ελλήνων εμφανίστηκαν δύο γερμανικά οχήματα. Το ένα ρυμουλκούσε ένα πυροβόλο των 47 χλστ. και το άλλο το βλητοφόρο. Ακολουθούσαν 10 γερμανικά αυτοκίνητα με στρατιώτες, περί τους 200-250 και περίπου 100 πεζοί και έφιπποι Αλβανοί Τσάμηδες.
Οι Έλληνες, μόλις είδαν τα πρώτα γερμανικά οχήματα άνοιξαν πυρ εναντίον τους με οπλοπολυβόλα από απόσταση 300μ. Το πρώτο όχημα επλήγη και σταμάτησε. Οι επιβαίνοντες Γερμανοί έλαβαν αμέσως θέσεις και απάντησαν στα πυρά. Και οι ακολουθούντες Γερμανοί και Τσάμηδες αναπτύχθηκαν επίσης για μάχη ευρισκόμενοι σε απόσταση 300-350 μ. από τις ελληνικές θέσεις. Ιδού πως περιγράφει τη μάχη ο λοχαγός Ζιώγας: «Αι θέσεις ας είχον καταλάβει οι άνδρες του 6ου Λόχου, ήσαν λίαν επισφαλείς διότι η τοποθεσία, πεδινή ως παρουσιάζεται, ήτο εκτεθειμένη εις τα άφθονα πυρά του εχθρού. Παρά ταύτα οι αντάρται πρηνιδών και σχεδόν ακάλυπτοι εκράτουν τας θέσεις των βάλλοντες κατά του εχθρού.Αι θέσεις του 5ου Λόχου ήσαν πλεονεκτικότεραι προς το άκρον δεξιόν μόνον ένθα φυσικά βραχώδη προπετάσματα διηυκόλυνον την κάλυψιν των μαχομένων ανταρτών. Αι λοιπαί πεδιναί θέσεις και του Λόχου τούτου, ήσαν εκτεθημέναι εις τα πυρά του εχθρού.
«Ο Διοικητής του 5ου Λόχου Χριστόπουλος είχε τοποθετήσει το βαρύ πολυβόλον (δια του οποίου επί πλέον ήτο εφοδιασμένος ο λόχος του), εντός βραχώδους κώνου υψωμένου δίκην λοφίσκου και κειμένου ακριβώς επί της στενής διαβάσεως μεταξύ της εκκλησίας των Αγίων Θεοδώρων και των αποσβυνομένων πλέον εν τη πεδιάδι αντερισμάτων του όρους της Σέλιανης “Ζουμπάνι”. Το πολυβόλον τούτο, λάφυρον εκ προηγουμένων μαχών των κατά των Γερμανοϊταλών, εχειρίζετο ο άφθαστος εις ψυχραιμίαν και ηρωϊσμόν αντάρτης Χρίστος Τσίτσος, προήχθη εις επιλοχίαν διά τον ηρωϊσμόν του κατά την μάχην ταύτην.
«Η θέσις του πολυβόλου ήτο οχυρωτάτη, τα δε πυρά του ήλεγχον ολόκληρον την μεταξύ του έλους και των αντερισμάτων του “Ζουμπάνι” έκτασιν της μικράς πεδιάδος ένθα διεξήγετο ο αγών. Ο ίδιος μετά της ομάδος Διοικήσεώς μου (3-4 άνδρες) εγκατέστησα το παρατηρητήριόν μου εις θέσιν επί του προς την τοποθεσίαν του πολυβόλου αντερίσματος, (περί τα 200 μέτρα ύπερθεν πάντα) εκ της οποίας παρουσιάζετο πανοραμικώς ολόκληρος η μικρή πεδιάς, οπόθεν και διηύθυνον την μάχην.
«Μετά ημίσιαν ώραν από της ενάρξεως της μάχης και αφού πλέον οι Γερμανοί είχον καθηλωθεί εκ των πυρών των ανταρτών παρά την υπεροχήν των ιδικών των πυρών (έβαλον συνεχώς και αδιαλείπτως διά τυφεκίων και βαρέων όλμων), εν τη πεδιάδι και εις αγρόν τινα παρά τω χωρίω “Νεοχώριον”, παρέταξαν μια πυροβολαρχίαν εκ 4 πυροβόλων διά των οποίων ήρξατο βάλλοντες δραστικώς κατά των θέσεών μας, προπαρασκευάζοντες επίθεσίν των. Η θέσις του βαρέως πολυβόλου του 5ου Λόχου είχεν επισημανθή υπό των Γερμανών και εβάλετο ακαταπαύστως, τα βλήματα όμως εκρυγνυόμενα επί του βράχου δεν εύρισκον τον πολυβολητήν Τσίτον όστις είχε τοποθετήσει τούτο εντός σχισμής του βράχου, ήτις εκαλύπτετο φυσικώς, άφηνε δε οπήν εκ της οποίας έβαζε τα πυρά. Θραύσμα οβίδος εύρε το πολυβόλον το οποίον ουδέν έπαθεν, ο δε απτόητος χειριστής του Τσίτος εξηκολούθει βάλλων κατά των Γερμανών άνευ διακοπής.
«Καθ’ ον χρόνον ελάμβανε χώραν βομβαρδισμός, το Γερμανικόν πεζικόν δι’ αλμάτων κατελάμβανε προοδευτικώς θέσεις εντός χανδάκων και προσέγγιζε τας θέσεις των ανταρτών. Οι αντάρτες όμως απτόητοι εκ του βομβαρδισμού εκράτουν τας θέσεις των και έβαλον κατά τούτων συνεχώς καθηλώσαντες αυτούς εντός των χανδάκων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο και υπό συνεχή και αδιάλειπτον βομβαρδισμόν του Γερμανικού πυροβόλου συνεχίζετο η μάχη. Μόλις την πρωΐαν ήρξατο ο διά πυροβολικού βομβαρδισμός των θέσεων του τάγματός μου, απέστειλα επειγόντως σύνδεσμόν μου εις Παραμυθιάν με σημείωμά μου προς τον Διοικητήν του 16ου Συντάγματος, ταγματάρχην Κρανιάν, ζητών επειγόντως την αποστολήν του Λόχου Μηχανημάτων.
«Ο Κρανιάς διέταξε τον Διοικητήν του Λόχου εύελπιν Παναγιωτακόπουλον να προωθηθή άμεσα προς τας θέσεις μας μετά δυο βαρέων όλμων ιταλικής προελεύσεως. Ο Παναγιωτακόπουλος αφού εφόρτωσε τους όλμους επί δυο ισχνών ημιόνων εκινήθη προς το παρατηρητήριόν μου. Οι ημίονοι όμως λόγω της ισχνότητός των δεν ηδύναντο να μεταφέρουν τους όλμους επί του δυσβάτου ανηφορικού εδάφους ο Παναγιωτακόπουλος τότε διά φωνών εκ του μακρόθεν μοι ανήγγειλε την εκ του λόγω τούτου αδυναμίαν του να μεταφέρη τους όλμους εις την ην ευρισκόμην θέσιν. Διέταξα την μεταφοράν έστω και ενός όλμου κατά τεμάχια μεταφερθησομένου επί των ώμων των χειριστών του. Εν τέλει περί την 09.30 αφίχθη εις την θέσιν μου ο Παναγιωτακόπουλος κομίζων ο ίδιος επί των ώμων του τεμάχιον του όλμου ακολουθούμενος και υπό δύο ανταρτών, οίτινες εκόμιζον τα λοιπά τεμάχια και τα πυρομαχικά τούτου.
«Που θα τοποθετήσω τον όλμον;” με ερωτά ο Παναγιωτακόπουλος. «Εδώ ακριβώς εις την θέσιν μου” (μικρόν βραχώδες κάλυμα) απήντησα. Ομού μετά του Παναγιωτακόπουλου τοποθετήσαμε τον όλμον και έλαβα την διεύθυνσιν της βολής του. Ο Παναγιωτακόπουλος εκτελούσε χρέη σκοπευτού και εις αντάρτης χρέη γεμιστού. Η αρχική σκέψις μου ήτο όπως διά του όλμου βάλλομεν κατά της εν Νεοχωρίω Γερμανικής Πυροβολαρχίας την θέσιν της οποίας είχον ήδη επισημάνη και εφ’ όσον το μέγιστον βεληνεκές τούτου θα επήρκει προς τον σκοπόν τούτον.
«Καθ’ ον χρόνον όμως ετοποθετούσαμεν τον όλμον εις την κατάλληλον θέσιν βολής, αντελήφθην φάλαγγα δέκα περίπου Γερμανικών αυτοκινήτων ερχομένων εκ Μενίνης (ένθα ευρίσκοντο οχυρά Γερμανική βάσις) και κατευθυνομένη προς το πεδίον της μάχης. Τα αυτοκίνητα εστάθησαν εις το “Κεφαλόβρυσον”, οι δε Γερμανοί στρατιώτες ήρξαντο κατερχόμενοι εκ τούτων και προσεπάθουν να καταλάβουν θέσεις επί του πεδίου της μάχης. Ως αντελήφθην τούτο, διέταξα τον Παναγιωτακόπουλον να σκοπεύση επακριβώς επί του πλατάνου υπό τον οποίον ήσαν συγκεντρωμένα τα μετά των Γερμανών αυτοκίνητα (η ακριβής θέσις τούτων δεν εφαίνετο) εκ της μορφής όμως του εδάφους εφαίνετο το πιθανότερον).
«Σκοπεύει ο Παναγιωτακόπουλος και εκσφενδονίζομεν το πρώτον βλήμα όπερ εξεράγη επί τινός αγρού 100 μέτρα εκείθεν του πλατάνου. Εκτιμήσας την απόστασιν εκ της ρήξεως του βλήματος τούτου διέταξα τον Παναγιωτακόπουλον να διορθώση την βολήν δι’ αυξήσεως της αποστάσεως κατά 100 μέτρα και να βάλη αμέσως. Με ταχύτητα και ευστοχίαν ο Παναγιωτακόπουλος διορθώνει την βολήν του και ο όλμος βάλει ήδη το δεύτερον βλήμα όπερ εκσφενδονισθέν με δαιμονιώδη σύριγμα επέπεσεν ακριβώς εις τον πλάτανον εκραγείς επί του εδάφους ως τούτο εμαρτύρει η εκραγείσα βολίς.
«Κρατούντες σταθερώς την βολήν συνεχίσαμε βάλλοντες. Τα βλήματά μας ανήρχοντο μόνον εις 25. Καθ’ ον χρόνον εβάλλετο το δέκατον περίπου βλήμα, αντελήφθην τους Γερμανούς υποχωρούντας ατάκτως και δρομέως επί της αμαξιτής προς Μενίναν. Ευθύς αμέσως ο 5ος Λόχος του Χριστοπούλου εξ ιδίας πρωτοβουλίας, εκδηλώνει επίθεσιν κατά των αγγιστρωμένων ήδη επί του πεδίου της μάχης Γερμανών. Εξ ιδίας πρωτοβουλίας του αμιλομένου εις δράσιν 6ου λόχου Γριβάκου, εκδηλώνεται συγχρόνως επίθεσις και τούτου κατά μέτωπον. Οι άνδρες αμφοτέρων των Λόχων όρθιοι πλέον και απτόητοι εκ των βομβαρδισμών του βάλλοντος Γερμανικού Πυροβολικού, συνεχίζουν την προέλασίν των. Σκηναί άφθαστου ηρωϊσμού των ανταρτών έλαβον χώρα τότε.
«Ο 5ος Λόχος συλλαμβάνει Γερμανούς αιχμαλώτους και άγεται και πέραν του Κεφαλοβρύσου. Ο βαρύκουος σκληροτράχηλος αντάρτης Βαρβέρης Κων/νος, καθ’ ον χρόνον προήλαυνεν με το οπλοπολυβόλο του ανά χείρας, ευρέθη προ ενός χάνδακος ευρισκομένου Γερμανού οπλοπολυβολητού, όστις, άμα ως αντελήφθη τούτον, ωρθώθη, εξήγαγε το περίστροφον και επρότεινε αυτό διά να πυροβολήση, συλλαβών συγχρόνως διά της ετέρας χειρός την κάνην του οπλοπολυβόλου του αντάρτου Βαρβέρη. Ο Βαρβέρης όμως απτόητος, και με ευστροφίαν έστρεψε αμέσως το οπλοπολυβόλο του κατά του Γερμανού ον και αφήκε άπνουν διά κεραυνοβόλου ριπής πολυβολισμών.
«Άμα ως εφόνευσε τον Γερμανόν τούτον, ήρπασε το οπλοπολυβόλον όπερ έκτοτε εχρησιμοποίει μη αποχωριζόμενος τούτου. Ο 6ος Λόχος συλλαμβάνων και ούτως αιχμαλώτους, συνεχίζει την προέλασίν του παραλλήλως του λιμνώδους έλους και επιτίθεται κατά των παρά την Σκουπίτσαν Γερμανών οίτινες ήδη είχον τραπή εις φυγήν. Μέρος του λόχου τούτου τρέπεται εν προελάσει προς τα παρά το Νεοχώριον πυροβόλα των Γερμανών.
«Οι Γερμανοί τότε, βάλλοντες δι’ ενός μόνον πυροβόλου κατά των επιτιθεμένων ανταρτών και εξ αποστάσεως 600 περίπου μέτρων, προσπαθούν βιαίως να μεταφέρουν τα λοιπά πυροβόλα εις την αμαξιτήν. Εν τέλει αποσύρουν και το τελευταίον πυροβόλον των και διαφεύγουν εις τας βάσεις των ως ρακώδη υπολείματα. Η ώρα ήτο πλέον 10.30. Ευθύς μετά την μάχην και ενώ οι αντάρτες επανήρχοντο εις τας βάσεις των, εις την εκκλησίαν των Αγίων Θεοδώρων, επληροφορήθην ότι οι Τουρκαλβανοί εκινούντο προς Παραμυθιάν εκ Δράγανης.
«Απέστειλα τότε αμέσως διμοιρίαν του 6ου Λόχου υπό τον οπλαρχηγόν Ντούσκον προς τα αριστερά ημών υψώματα Προφήτου Ηλία (612) διμοιρία αύτη, επανήλθεν μετ’ ολίγον διότι οι Τουρκαλβανοί ούτε καν είχον εμφανισθή. Ο άφθαστος ηρωϊσμός των εμπειροπολέμων τούτων ανδρών του ΙΙ/16 τάγματός μου απέτρεψε την ανακατάληψιν της Παραμυθιάς και ολοκλήρου της Περιφέρειας. Οι Γερμανοί και οι σύμμαχοί των Τουρκαλβανοί ελάμβανον το πρώτον σκληρόν μάθημα. Οι Έλληνες εκδικούνται τους δύο εξίσου μισαρούς εχθρούς. Το ηθικόν των, καθ’ όλην την κατοχήν οργιάσαντων εις βάρος των χριστιανών, αιμοβόρων Τουρκαλβανών τσάμηδων, πίπτει καταρακομένον.
«Οι σύμμαχοί των Γερμανοί όχι μόνον δεν ηδυνήθησαν να ανακαταλάβουν και να παραδώσουν εις αυτούς την Παραμυθιάν αλλά και απεδεκατίσθην φοβερά και δη εις μάχην εκ παρατάξεως επί αναπεπταμένου πεδινού εδάφους, καθ’ ην επιτιθέμενοι ήσαν οι ίδιοι.Έκτοτε το τάγμα τούτο, περιεβάλετο με την μεγαλυτέραν εμπιστοσύνην, τόσον εκ μέρους των Διοικήσεων Μεραρχίας και Συντάγματος, όσον και των κατοίκων της περιοχής.
«Καθ’ ον χρόνον συνεχίζετο η μάχη, η Διοίκησις του Συντάγματος, είχε προωθήσει εις ενίσχυσίν μου μιαν διμοιρίαν υπό τον Υπλγό Φώτο-Κίτσον. Την διμοιρίαν ταύτην προώθησα πλευρικώς δεξιά προς κάλυψιν του δεξιού του 5ου Λόχου, πλην όμως αύτη τελικώς δεν ενεπλάκη εις τον αγώνα διότι εν τω μεταξύ και ενώ αύτη ευρίσκετο περίπου εις το ύψος του δεξιού του λόχου τούτου, η μάχη ετερματίσθη. Ταυτοχρόνως προς την επίθεσιν των Γερμανών από Μενίνης κατά του τάγματός μου, άλλη δύναμις 1000 περίπου ενόπλων Τουρκαλβανών, είχε παραταχθή αμέσως δυτικώς των χωρίων Γκρίκας – Ψάκκας – Νικολουσίου, ήτις αναμένουσα την έκβασιν της υπό των Γερμανών διδομένης μάχης, θα εισέβαλε μετά ταύτης εις Παραμυθιάν εκ της κατευθύνσεως ταύτης.
«Βλέποντες όμως την πανωλεθρίαν των Γερμανών, ετράπησαν εις φυγήν μετά τούτων. Κατά την μάχην ταύτην, το τάγμα μου έσχεν ένα νεκρόν, τον αντάρτην του 5ου Λόχου Κοντόν Σωτήριον και 5 τραυματίας, τους αντάρτας Σιώκον Παναγιώτην (5ος Λόχος) Παπαδόπουλον Νικόλαον (6ος Λόχος), ο αντάρτης Παπαδόπουλος υπήρξεν υπόδειγμα ατόμου. Πατριώτης, πράος, έντιμος, πειθαρχικός και ατρόμητος μαχητής. Έλαβε τραύμα θωρακικόν διαμπερές εκ θραύσματος οβίδος πυροβόλου, καθ’ ον χρόνον ο Λόχος του επετίθετο κατά της γερμανικής Πυροβολαρχίας. Δημητρίου Φώτιος, Τάχιας Βασίλειος και Σακαντέμης Ιωάννης.
«Εις το Κεφαλόβρυσον, κάτωθεν του πλατάνου, ανευρέθησαν μετά την λήξιν της μάχης περίπου 30 Γερμανοί νεκροί, οίτινες είχον πολτοποιηθή εκ των βλημάτων του μοναδικού μας όλμου η βολή του οποίου και έκρινε την τύχην της σφοδράς ταύτης μάχης. Έτεροι 5-6 νεκροί Γερμανοί περισυνελέγησαν εκ του λοιπού πεδίου της μάχης. Ως βραδύτερον επληροφορήθην η Διοίκησις της Μεραρχίας, κατά την αυτήν μάχην, οι γερμανοί έσχον και 42 τραυματίας (κατ’ εξακριβωμένας πληροφορίας εξ Ιωαννίνων όπου διεκομίσθησαν). Επί πλέον συνελήφθησαν και 8 Γερμανοί αιχμάλωτοι.
«Επί του πεδίου της μάχης περισυνελέγησαν υπό των ανταρτών του Τάγματός μου εγκαταλειφθέντα υπό των ατάκτως υποχωρησάντων Γερμανών, τα κάτωθι λάφυρα:
-2 αυτοκίνητα
-1 αντιαρματικόν πυροβόλον των 47
-1 βλητοφόρον πλήρες διά 320 βλημάτων του αντιαρματικού πυροβόλου.
-2 ασύρματοι είναι εκείνα τα οποία καθηλώθησαν επί της οδού κατά την πρωϊνήν επίθεσιν. Το πυροβόλον τούτο δεν ηδυνήθησαν να χρησιμοποιήσουν οι Γερμανοί καθ’ όλην την διάρκειαν της μάχης.
-5 οπλοπολυβόλα
-10 κτήνη, ανήκοντα ως επί το πλείστον εις τους αρχηγούς των επιτεθέντων Τουρκαλβανών μια φορβάς εκ των ίππων τούτων την οποίαν ίππευον μεγάλην ανακούφισην μοι προσέφερεν κατά τας πορείας των μετέπειτα σκληρών αγώνων μας.
-35 τυφέκια Μάουζερ. Πολλά φυσίγγια Μάουζερ και άφθονον παντοειδές υλικόν.
«Τα περισυλλεγέντα λάφυρα, τον νεκρόν αντάρτην, τους τραυματίας αντάρτας μου ως και τους Γερμανούς αιχμαλώτους, επιβιβάσαμεν επί των μετά των ελκομένων πυροβόλου και βλητοφόρου, δυο αυτοκινήτων άτινα τεθέντα εις κίνησιν υπό οδηγών ανταρτών, διέταξα να μεταφερθούν εις Παραμυθιάν υπό συνοδείαν ομάδος, υπό τον διμοιρίτην του 5ου Λόχου αντάρτην……….(δεν αναφέρεται από τον συντάκτη), ήτις εκράτη τους αιχμαλώτους.
«Καθ’ ον χρόνον τα αυτοκίνητα εκινούντο προς Παραμυθιάν επί της αμαξιτής και παρά τους Μύλους, εβλήθησαν αιφνιδιαστικώς διά πολυβόλου εκ Παραμυθιάς. Αμέσως τα αυτοκίνητα εστάθησαν και ο επικεφαλής αντάρτης διά φωνών μας ειδοποίει περί τούτου. Διέταξα τότε να υψώσουν λευκόν πανίον εις ένδειξιν ότι πρόκειται περί φιλίων. Τούτο έπραξαν οι αντάρτες και το πολυβόλον έπαυσε την βολήν, ότε και συνέχισαν την κίνησίν των, αφιχθέντες τελικώς εις Παραμυθιάν ένθα εγένοντο δεκτοί υπό των κατοίκων με ενθουσιώδεις ζητωκραυγάς και πατριωτικούς εναγκαλισμούς.
«Ως εκ των υστέρων διευκρινίσθη, οι κάτοικοι της Παραμυθιάς αντιληφθέντες την παύσιν των πυρών της μάχης και ιδόντες μετ’ ολίγον αυτοκίνητα Γερμανικά κινούμενα προς την πόλιν εσχημάτισαν την εντύπωσιν ότι το τάγμα είχεν εξολοθρευθή και οι Γερμανοί εισέβαλον εις την πόλιν δι’ ο εξαναστάντες εκρύβουν προσπαθούντες να διαφύγουν της πόλεως. Ο Διοικητής του συντάγματος Τχης Κρανιάς όστις ευρίσκετο εν τη πόλει, ψύχραιμος τω όντι αξιωματικός και παλαίμαχος εις τον ανταρτοπόλεμον, συγχισθείς προς στιγμήν εκ του θορύβου των κατοίκων, διέταξε ένα χωροφύλακα της Διοικ.Χωρ/κής Παραμυθιάς να βάλη διά πολυβόλου κατά των αυτοκινήτων. Τούτο και έπραξεν ο χωροφύλαξ. Άμα όμως ως ο Κρανιάς διεπίστωσε την πραγματικότητα, διέταξε τον χωροφύλακα να παύση την βολήν.
«Η μάχη των Αγίων Θεοδώρων, υπήρξεν η πρώτη ήτις εδόθη υπό ανταρτικών ομάδων εκ παρατάξεως επί πεδινής περιοχής, εποίησε δε αύτη μεγάλην εντύπωσιν τόσον εις τα λοιπά τμήματα των ΕΟΕΑ όσον και εις την Συμμαχικήν Αποστολήν», καταλήγει.