Η τύχη του θρυλικού Θησαυρού της Βακτριανής στο Αφγανιστάν, γνωστού και ως «Χρυσός του Μεγάλου Αλεξάνδρου», παραμένει μυστήριο. Πρόκειται για μία από τις πέντε σημαντικότερες συλλογές χρυσών τεχνουργημάτων στον κόσμο.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι βρίσκεται κρυμμένος στο εξωτερικό, άλλοι πιστεύουν ότι τον ελέγχουν οι Ταλιμπάν, ενώ δεν αποκλείεται να έχει χωριστεί και να φυλάσσεται σε διάφορα μέρη. Η αξία του Θησαυρού είναι ανεκτίμητη, καθιστώντας τον στόχο αρχαιοκαπήλων και εξαιρετικά πολύτιμο για τους Ταλιμπάν.
Ο Μοχαμάντ Φαχίμ Ραχίμι, διευθυντής του Εθνικού Μουσείου του Αφγανιστάν, δήλωσε ότι δεν μπορεί να αποκαλύψει την τοποθεσία του θησαυρού λόγω ευαισθησίας του θέματος. Μετά την αμερικανική εισβολή του 2001, ο θησαυρός θεωρούνταν χαμένος, αλλά ανακαλύφθηκε το 2003 στο θησαυροφυλάκιο της Κεντρικής Τράπεζας του Αφγανιστάν. Ο πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι χρειάστηκε να εκδώσει προεδρικό διάταγμα για να ανοιχτεί το θησαυροφυλάκιο και να φανερωθούν χρυσά κοσμήματα, περιδέραια με πολύτιμους λίθους, ζώνες, μετάλλια και στέμματα, τα οποία είχαν βρεθεί στην περιοχή Τιλιά Τεπέ, στο Βόρειο Αφγανιστάν, όπου είχε ακμάσει για περίπου δύο αιώνες το ελληνιστικό βασίλειο της Βακτριανής. Τα ευρήματα ανακαλύφθηκαν από τον Έλληνα αρχαιολόγο Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη, ο οποίος το 1978 εντόπισε νεκρόπολη με έξι «βασιλικούς» τάφους, που περιείχαν περίπου 20.000 χρυσά τεχνουργήματα του 1ου αι. π.Χ. έως τον 1ο αι. μ.Χ.
Ενα ακόμη αντικείμενο από τον Θησαυρό: χρυσή κούπα ελληνικού τύπου με 32 ακτινώσεις που βρέθηκε σε τάφο πολέμαρχου, σύμβολο βασιλικής ισχύος στους Σκύθες, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο
Μέρος του Θησαυρού εκτέθηκε διεθνώς από το 2006 σε πόλεις όπως Παρίσι, Ουάσινγκτον, Νέα Υόρκη, Οτάβα, Λονδίνο, Τορίνο, Αμστερνταμ και Πεκίνο. Τελευταία φορά παρουσιάστηκε στο Χονγκ Κονγκ μεταξύ Νοεμβρίου 2019 και Φεβρουαρίου 2020, αποφέροντας στο Αφγανιστάν 4,5 εκατ. δολάρια.
Ο Ραχίμι θυμάται με τρόμο τη νύχτα της 15ης Αυγούστου, όταν οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την Καμπούλ. Τότε φοβούνταν ότι ο θησαυρός και οι συλλογές του μουσείου θα χάνονταν όπως συνέβη στη δεκαετία του ’90, όταν περίπου το 70% των τεχνουργημάτων λεηλατήθηκε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Για την προστασία του μουσείου, διαπραγματεύτηκε προσωπικά με τους Ταλιμπάν. Παρά το γεγονός ότι πλέον δεν μπορεί να μπει στο γραφείο του, δηλώνει αποφασισμένος να μείνει και να προστατεύσει την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας, που θεωρεί πολύτιμη όχι μόνο για το Αφγανιστάν αλλά για την ιστορία του κόσμου.
Ο Αχμαντουλάχ Γουασίκ, υπεύθυνος Πολιτισμού των Ταλιμπάν, διαβεβαίωσε ότι ο Θησαυρός είναι ασφαλής και φυλάσσεται στην Καμπούλ σε άγνωστη τοποθεσία. Το μουσείο παραμένει κλειστό για λόγους ασφαλείας και θα ανοίξει ξανά όταν κριθεί κατάλληλο. Ο ίδιος τόνισε ότι ο πολιτισμός είναι ζωτικής σημασίας για κάθε έθνος και ότι η κυβέρνηση δεν σχεδιάζει να καταστρέψει μνημεία, αν και τα σχολεία για κορίτσια θα επαναλειτουργήσουν μόνο όταν είναι ασφαλές, σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο.
Το Εθνικό Μουσείο στην Καμπούλ: λεηλατημένο στα χρόνια της πρώτης διακυβέρνησης από τους Ταλιμπάν, αναστηλώθηκε και ανακαινίστηκε με κονδύλια της ελληνικής κυβέρνησης το 2003, επί υπουργού Πολιτισμού Βαγγέλη Βενιζέλου και πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη
Ο Γουασίκ μιλάει σπαστά αγγλικά, τα οποία έμαθε στη φυλακή του Μπαγκράμ, όπου είχε κρατηθεί ως εκπρόσωπος των Ταλιμπάν. Παρά τα βασανιστήρια που υπέστη, έγραφε ποιήματα για την ελευθερία και κατά των Αμερικανών. Σχετικά με το iPhone που κρατούσε, σχολίασε ότι «το τηλέφωνο είναι σαν το μαχαίρι: μπορεί να κόψεις τροφή ή να σκοτώσεις· γιατί να μην χρησιμοποιούμε iPhone;» και πρόσθεσε ότι οι Αμερικανοί είναι ευπρόσδεκτοι στη χώρα τους.
Συνολικά, η τύχη του Χρυσού του Μεγάλου Αλεξάνδρου παραμένει αβέβαιη, αλλά η συλλογή θεωρείται ασφαλής υπό τη φροντίδα των Ταλιμπάν, με την προοπτική μελλοντικής επανέκθεσης και διαφύλαξης.