Στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος βρίσκεται εκ νέου ο ορυκτός πλούτος της Ουκρανίας, καθώς Κίεβο και Ουάσιγκτον κατέληξαν σε ένα γενικότερο πλαίσιο συνεργασίας για την εκμετάλλευση των ορυκτών και των σπάνιων γαιών της χώρας.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε ότι ο Ουκρανός ομόλογός του, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, αναμένεται να επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο την Παρασκευή, προκειμένου να υπογράψει σχετική συμφωνία.
Η δήλωση αυτή έγινε κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου στον Λευκό Οίκο νωρίτερα σήμερα, με τον Τραμπ να τονίζει τη σημασία της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών στον τομέα των ορυκτών πόρων. Από την πλευρά του, ο Ζελένσκι χαρακτήρισε τη συμφωνία ως «αρχή» και «πλαίσιο συμβιβασμού», υπογραμμίζοντας ότι η επιτυχία της θα εξαρτηθεί από τις επικείμενες διαβουλεύσεις με την Ουάσιγκτον.
Παρότι η συμφωνία βρίσκεται ακόμα σε αρχικό στάδιο, ο Ουκρανός πρόεδρος εξέφρασε την ελπίδα ότι μέχρι την Παρασκευή θα έχουν οριστικοποιηθεί οι λεπτομέρειες, ώστε να προχωρήσει η επίσκεψή του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, δεν έχει διασαφηνιστεί αν η τελική συμφωνία θα περιλαμβάνει εγγυήσεις ασφαλείας, ένα αίτημα που η Ουκρανία έχει επανειλημμένα διατυπώσει. Από την πλευρά του, το Κρεμλίνο δήλωσε ότι δεν έχει λάβει επίσημη ενημέρωση για τις εξελίξεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες των Financial Times, έχει αποσυρθεί ο αρχικός όρος που είχε θέσει ο Τραμπ για χρηματοδοτική συνεισφορά της Ουκρανίας ύψους 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων ως αντάλλαγμα για την αμερικανική βοήθεια. Αντ’ αυτού, όπως προκύπτει από δηλώσεις Ουκρανών αξιωματούχων, το πλαίσιο της συμφωνίας προβλέπει τη δημιουργία ενός κοινού επενδυτικού ταμείου, στο οποίο το Κίεβο θα καταβάλλει το 50% των εσόδων από την εκμετάλλευση των ορυκτών του πόρων.
Η συμφωνία αναμένεται να έχει σημαντικές οικονομικές και γεωπολιτικές προεκτάσεις, καθώς η Ουκρανία διαθέτει πλούσια κοιτάσματα σπάνιων γαιών, που είναι ζωτικής σημασίας για την τεχνολογική και αμυντική βιομηχανία. Η εξέλιξη αυτή αναμένεται να προκαλέσει αντιδράσεις και από τη Μόσχα, η οποία παρακολουθεί στενά τις κινήσεις του Κιέβου στον τομέα των στρατηγικών πρώτων υλών.