Σαν σήμερα, στις 24 Απριλίου 1915, άνοιξε μια από τις πιο τραγικές σελίδες της σύγχρονης Ιστορίας. Ήταν η μέρα που σηματοδότησε την έναρξη της Γενοκτονίας των Αρμενίων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, με την μαζική σύλληψη και εκτέλεση περίπου 250 Αρμένιων διανοουμένων και ηγετικών μορφών στην Κωνσταντινούπολη.
Η κίνηση αυτή αποτέλεσε την απαρχή ενός συστηματικού και βίαιου σχεδίου εξόντωσης ενός ολόκληρου λαού.
Η έννοια της γενοκτονίας και το νομικό της πλαίσιο
Ο όρος «γενοκτονία» προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «γένος» και «κτείνω» και υιοθετήθηκε επίσημα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για να περιγράψει μαζικά εγκλήματα με στόχο την εξάλειψη συγκεκριμένων εθνοτικών, θρησκευτικών ή φυλετικών ομάδων. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, περιλαμβάνει πράξεις όπως οι μαζικές δολοφονίες, η πρόκληση σοβαρών τραυμάτων, η παρεμπόδιση γεννήσεων και η εξαναγκαστική μεταφορά παιδιών, με σκοπό την καταστροφή ενός πληθυσμού.
Η διεθνής σύμβαση του 1948 αναγνωρίζει ως ποινικά κολάσιμες όχι μόνο τις πράξεις γενοκτονίας, αλλά και τη συνεννόηση, την υποκίνηση και τη συνέργεια σε τέτοιες ενέργειες, είτε σε καιρό πολέμου είτε σε καιρό ειρήνης.
Η γενοκτονία των Αρμενίων: Το χρονικό της εξόντωσης
Μετά την αρχική επιχείρηση της 24ης Απριλίου, οι οθωμανικές αρχές εξαπέλυσαν ένα κύμα βίαιων εκτοπισμών. Χιλιάδες Αρμένιοι οδηγήθηκαν σε πορείες θανάτου μέσα από τις ερήμους της Μεσοποταμίας, χωρίς τροφή ή νερό. Όσοι εξαντλούνταν, εκτελούνταν επιτόπου. Οι συνθήκες ήταν απάνθρωπες, με πολλούς να βασανίζονται ή να πεθαίνουν από την εξάντληση.
Παράλληλα, οργανώθηκαν ειδικά εκκαθαριστικά τάγματα, γνωστά ως «Ειδική Οργάνωση», που αποτελούνταν από κοινούς εγκληματίες και πρώην κατάδικους, με αποστολή την εξολόθρευση χριστιανικών πληθυσμών. Οι μέθοδοι εξόντωσης περιλάμβαναν πνιγμούς, πυρπολήσεις, σταυρώσεις και σφαγές.
Παιδιά απάγονταν, εξισλαμίζονταν και δίνονταν σε τουρκικές οικογένειες. Γυναίκες υποβάλλονταν σε βιασμούς, καταναγκαστική ένταξη σε χαρέμια και σεξουαλική δουλεία. Περιουσίες Αρμενίων κατασχέθηκαν και τα σπίτια τους δόθηκαν σε μουσουλμάνους εποίκους.
Όταν ολοκληρώθηκε η γενοκτονία το 1922, στην άλλοτε πολυπληθή αρμενική κοινότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν απομείνει λιγότεροι από 400.000 άνθρωποι. Σύμφωνα με την Αρμενική Επιτροπή Ελλάδας, πάνω από 1,5 εκατομμύριο Αρμένιοι – περίπου το 80% του πληθυσμού της Δυτικής Αρμενίας – έχασαν τη ζωή τους.
Η αρμενική διασπορά και το ζήτημα της αναγνώρισης
Οι ελάχιστοι επιζώντες κατέφυγαν σε γειτονικές χώρες, δημιουργώντας τις βάσεις της σημερινής αρμενικής διασποράς. Η Ελλάδα αποτέλεσε σημαντικό καταφύγιο για χιλιάδες πρόσφυγες. Το αίτημα για επίσημη αναγνώριση της γενοκτονίας παραμένει ζωντανό έως σήμερα, με δεκάδες χώρες και διεθνείς οργανισμούς να έχουν αποδεχτεί τον όρο «Γενοκτονία των Αρμενίων».
Η στάση της Τουρκίας
Η Άγκυρα, από την πλευρά της, απορρίπτει τον όρο «γενοκτονία», υποστηρίζοντας ότι οι θάνατοι Αρμενίων σημειώθηκαν στο πλαίσιο πολεμικών συγκρούσεων κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η τουρκική κυβέρνηση αρνείται την ύπαρξη σχεδίου εξόντωσης και αμφισβητεί τον αριθμό των θυμάτων, χαρακτηρίζοντας τις σχετικές αναγνωρίσεις από κοινοβούλια άλλων χωρών ως αποτέλεσμα πολιτικής σκοπιμότητας και όχι ιστορικής τεκμηρίωσης.
Παράλληλα, προτείνει τη δημιουργία κοινής ιστορικής επιτροπής για τη διερεύνηση των γεγονότων – πρόταση που οι Αρμένιοι απορρίπτουν, θεωρώντας ότι η Ιστορία έχει ήδη κρίνει.
Ένας αιώνας μνήμης και δικαίωσης
Πάνω από έναν αιώνα μετά, η 24η Απριλίου παραμένει ημέρα μνήμης και διεκδίκησης για τον αρμενικό λαό. Η αναγνώριση της γενοκτονίας δεν αποτελεί μόνο ιστορική δικαίωση, αλλά και δέσμευση της διεθνούς κοινότητας απέναντι σε κάθε μορφή εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας.