Εάν κάποιος μας ζητούσε σήμερα να μνημονεύσουμε έναν αρχαίο ελληνικό ναό, οι περισσότεροι από εμάς σίγουρα θα σκεφτόμασταν τον Παρθενώνα της χρυσής εποχής του Περικλέους.
Λέγεται πως την ελληνική αυτή πόλη την έχτισαν οι Αμαζόνες.
Ο νέος ναός, ένα θεαματικό κτίριο από απαστράπτον μάρμαρο, υψωνόταν σαν δάσος από 127 στήλες πάνω σε ένα υπερυψωμένο βάθρο πλάτους 72 μέτρων και μήκους 126. Δεν φημιζόταν μόνο ως ο ωραιότερος ναός του ελληνικού κόσμου, αλλά ήταν επίσης ένας από τους μεγαλύτερους, σχεδόν διπλάσιος σε μέγεθος από τον Παρθενώνα των Αθηνών.
Η κεντρική αίθουσα του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε δεν μπορούσε να στεγαστεί και έτσι παρέμεινε χωρίς οροφή, ανοικτή κάτω από τον ουρανό. Γύρω από το ναό υπήρχε μια διπλή σειρά από λιτούς, ιωνικούς κίονες, 19 μέτρα ύψους με τεράστια λαξευμένα κιονόκρανα. ‘Οπως και στον προηγούμενο ναό, η βάση μερικών κιόνων ήταν στολισμένη με μεγάλες χρωματιστές ζωφόρους που έδιναν μια εντύπωση μεγαλοπρέπειας.
Ψηλά, στο κέντρο των αετωμάτων εκεί οπού συνήθως υπάρχουν γλυπτές φιγούρες, βρίσκονταν τρεις μεγάλες πόρτες. Αυτό το ασυνήθιστο χαρακτηριστικό χρησίμευε ίσως για να εκτίθεται κάποιο άγαλμα σε περιόδους εορτών ή για να βγαίνει n ιέρεια και να ευλογεί τα πλήθη. Ο ναός βρισκόταν μέσα σ’ έναν ιερό περίβολο στην ελώδη πεδιάδα έξω από την πόλη της Εφέσου, πρωτεύουσας κατά τη ρωμαϊκή εποχή, της επαρχίας της Ασίας. Κάθε χρόνο, στο γενέθλια της Αρτέμιδος, μια πομπή ξεκινούσε από την πόλη για να καταλήξει στο ναό. Προορισμός της ήταν να τιμηθεί το μεγάλο λατρευτικό άγαλμα που δέσποζε στο άδυτο. Ξέρουμε πως έμοιαζε αυτό το άγαλμα από τα αρχαία αντίγραφα που βρέθηκαν στα ερείπια της Εφέσου.
Ιέρειες και θυσίες
Η γονιμότητα στη γεωργία και την κτηνοτροφία αποτελούσε την κυρία έγνοια του αρχαίου κόσμου και να πλούτιζαν από τις προσφορές αυτών που ήθελαν να εξασφαλίσουν καλές σοδειές και μεγάλα κοπάδια. Η ισχυρή λατρεία της Εφέσιου Αρτέμιδος οδήγησε στην εμφάνιση μιας ολόκληρης σειράς εργαστηρίων, στα οποία τεχνίτες έφτιαχναν και πωλούσαν μινιατούρες του παράξενου λατρευτικού αγάλματος ως αναθήματα ή αναμνηστικό. Ο Στράβων, ο Έλληνας συγγραφέας, μας αφηγείται πολλά σχετικά με τις τελετουργίες που συνδέονταν με το ναό.
Ο αρχιερέας ήταν ένας ευνούχος ονόματι Μεγάβυζος (μια περσική λέξη που σημαίνει αυτός που απελευθέρωσε ο θεός). Στα καθήκοντα του τον βοηθούσε μια ομάδα από παρθένες, η οποία χωριζόταν σε δοκιμές, ιέρειες και τέως ιέρειες. Με το ναό σχετίζονταν και άλλα μυστηριώδη σώματα ιερέων, όπως οι 20 ακροβάτες, οι οποίοι εκτελούσαν τις θυσίες. Ο ναός ανακαλύφθηκε πριν από έναν αιώνα περίπου, αλλά η τοποθεσία του περίφημου βωμού διακοσμημένου με αγάλματα του μεγάλου Ελληνα γλυπτή Πραξιτέλη, δεν εντοπίστηκε μέχρι το 1965. Μάθαμε περισσότερα για τις τελετουργικές θυσίες που γίνονταν στο ναό από τις πρόσφατες ανασκαφές Αυστριακών αρχαιολόγων.
Όπως οι περισσότεροι ελληνικοί βωμοί, βρισκόταν σε μια ανοικτή αυλή, μπροστά από το ναό και όχι μέσα σ’ αυτόν. Τα ζώα θυσιάζονταν σε έναν ογκώδη βράχο μπροστά από ένα μεγάλο λατρευτικό άγαλμα της θεάς. Η σάρκα των ζώων ψηνόταν και μοιραζόταν στην κοινότητα των ιερέων.
Οι Αυστριακοί αρχαιολόγοι ανακάλυψαν μεγάλες αποθέσεις οστών ζώων που θυσιάστηκαν σε βωμό γύρω στο 650 π.Χ. Τα οστά από κατσίκες και πρόβατα, προσφοράς των φτωχών. Ήταν τα περισσότερα και ακολουθούσαν τα οστά αγελάδων και βοδιών, ζώα που είχαν τη δυνατότητα να θυσιάζουν μόνον οι πλούσιοι. Υπήρχαν επίσης κόκαλα από αλόγα, σκύλους και έναν όνο.
Ενδείξεις ανθρωποθυσιών είχαμε με την ανακάλυψη ανθρώπινων οστών ανακατεμένων στα κοκάλα των ζώων. Ο ποιητής Ιππώναξ ο οποίος έζησε στην Έφεσο τον 5ο αιώνα π Χ., έγραψε για ένα αρχαίο τελετουργικό της γονιμότητας, κατά το οποίο ένας εγκληματίας ή αιχμάλωτος μεταφερόταν από την πόλη και ελιθοβολείτο μέχρι θανάτου, θα μπορούσαν άραγε αυτά τα ανθρώπινα κόκαλα να αποτελούν ένδειξη μιας τέτοιας τελετουργίας; Οι θυσίες αυτές γίνονταν στα παλιότερα χρονιά.
Μια σειρά από μικρούς ναούς, που χρονολογούνται απο το 700 η.Χ. εντοπίσθηκαν στα θεμέλια του νεότερου κτιρίου.
Ο πρώτος ναός της Αρτέμιδος, που συγκαταλεγόταν στα μεγαλύτερα ιερά του ελληνικού κόσμου, ήταν αυτός που χτίστηκε στα μέσα του 6ου αιώνα π Χ, από τον Χερσίφωνα και τον Μεταγένη, Κρήτες αρχιτέκτονες, με τη βοήθεια του Κροίσου, του Λυδού βασιλιά, περίφημου για τα πλούτη του. Η ίδια η Αρτέμιδα βοήθησε τον Χερσίφωνα να υψώσει τη μεγάλη μαρμάρινη υπέρθυρο δοκό. Αλλά δυο αιώνες αργότερα το κτίσμα είχε τραγικό τέλος, καμένο από την τρέλα του Ηρόστρατου.
Ο Μέγας Αλέξανδρος προσκύνησε στο νέο ναό, που ίσως ήταν ακόμα μισοτελειωμένος, το 334 π.Χ., μετά την πρώτη νίκη του επί των Περσών. Αμιλλώμενος τον Κροίσο, προσφέρθηκε να χρηματοδοτήσει ολόκληρο το κόστος της ανοικοδόμησης. Επέμεινε όμως να γράψει το όνομα του στην αφιέρωση. Η πόλη απάντησε πως ένας θεός δεν μπορεί να λατρεύσει έναν άλλο θεό. Ο Αλέξανδρος δέχθηκε την κολακεία και κράτησε τα χρήματα του.
Ο Παύλος στην Έφεσο
Η φήμη του ναού ήταν στο ζενίθ της όταν ο Απόστολος Παύλος έφθασε στην Έφεσο πιθανώς το 53 μ.Χ. και προκάλεσε αναταραχή. Σύμφωνα με το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, ο Παύλος έμεινε στην πόλη και κήρυττε επί δύο χρόνια, αλλά ο Δημήτριος, ένας αργυροχόος, «αργυρόκοπος» κατά τις Πράξεις, συνειδητοποίησε ότι τα κηρύγματα για τον Χριστιανισμό απειλούν αυτούς, των οποίων τα προς το ζην εξαρτώνται από την παλιά λατρεία.
Προειδοποίησε τους συναδέλφους του ότι η διδασκαλία του Παύλου που κήρυττε ότι θεοί που φτιάχνονται με τα χέρια δεν είναι θεοί, μπορεί να καταστρέψει το εμπόριο τους και την Αρτέμιδα.
Αναταραχή ξέσπασε στην πόλη και πλήθη κατέκλυσαν το θέατρο, φωνάζοντας:

βιβλία στην Έφεσο.
έκαμνον τας μαγείας, (!;) φέροντες τα βιβλία αυτών κατέκαιον ενώπιον πάντων,
και αριθμήσαντες τας τιμάς αυτών, εύρον πεντήκοντα χιλιάδας αργυρίου». Πράξ. Αποστόλων 19.18.
Ο Παύλος αναχώρησε λίγο αργότερα από την Έφεσο αλλά η τελική νίκη ήταν της Χριστιανοσύνης. Ο Θεοδόσιος (380 μ.Χ.) υπαγορεύει τον περίφημο Codex Theodosianus, ix, 16.8:
Διότι αν κάποιος δημόσια ή κατ´ ιδίαν, κατά την διάρκεια της ημέρας ή της νύχτας , συλληφθεί ασχολούμενος ή συναναστρεφόμενος με αυτή την απαγορευμένη πλάνη, τιμωρείται με αποκεφαλισμό. Διότι δεν διαφέρει το αμάρτημα του να διδάσκεις από του να διδάσκεσαι».
«Όσο πιο βάρβαρο ένα έθνος φαίνεται και της ελληνικής απέχει παιδείας, τόσο λαμπρότερα φαίνονται τα ημέτερα… Ούτος ο (πιστός) βάρβαρος, την οικουμένη ολάκερη κατέλαβε… και ενώ πάντα τα των Ελλήνων σβήνουν και αφανίζονται, τούτου (του πιστού βαρβάρου) καθ’ έκαστη λαμπρότερα γίνονται» Ι. Χρυσόστομος ΕΙΣ ΙΩΑΝΝΗΝ 59.31.33
Το 401 μ.Χ.. ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Πατριάρχης της Κωνσταντινουπόλεως ανακοίνωσε πως δεν θα ανεχόταν πλέον αυτό το σύμβολο των παλιών θεών και ο μεγάλος ναός της Εφέσιου Αρτέμιδος τελικά καταστράφηκε.
Έναν αιώνα αργότερα, τα ερείπια του χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή μιας υπέροχης βυζαντινής βασιλικής στο νεανικό λόφο. Τελικά, η εκκλησία μετετράπει σε τζάμι, το οποίο, με τη σειρά του, καταστράφηκε μετα το χτίσιμο ενός νέου τζαμιού, τον 14ο αιώνα, το οποίο κληρονόμησε μια παράδοση θρησκευτικής λατρείας 3.000 ετών στον ίδιο (ή περίπου στον ίδιο) τόπο.
Κάτω στην πεδιάδα, η Έφεσος σταδιακά εγκαταλείφθηκε, καθώς το λιμάνι της γέμισε με λάσπες και δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί. Οι ίδιες λάσπες κατάπιαν και το Αρτεμίσιο. Σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, το ερείπια έμειναν θαμμένα πέντε μέτρα κάτω από την επιφάνεια της ελώδους πεδιάδας, χωρίς ούτε ένας κίων να εξέχει και να φανερώνει την τοποθεσία αυτού του θαύματος του κόσμου.
Η ωραία περιπέτεια της αρχαιολογίας
Η ιστορία της ανακάλυψης του είναι μια από τις ωραιότερες περιπέτειες της αρχαιολογίας. Στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Τζον Γουντ, ένας 42χρονος αρχιτέκτονας, συνέλαβε την ιδέα να εντοπίσει το ναό και να ανασκάψει τα ερείπια του. Αυτό έμελλε να γίνει το πάθος του για τα 11 επόμενα χρόνια. Η πρώτη του προσπάθεια απέτυχε όταν το Βρετανικό Μουσείο αρνήθηκε να του δώσει κεφάλαια. Ευτυχώς ο Γουντ είχε δικά του μέσα για τις ανασκαφές, οι οποίες άρχισαν τελικά τον Μάιο του 1863.
Τελικά, η καλή τύχη και η επιμονή οδήγησαν τον Γουντ στην επιτυχία. Τα πρώτα χρονιά ήταν δύσκολα. Τα μικρά και άθλια τούρκικα χωριά, κοντά στο χώρο της αρχαίας πόλης, δεν παρείχε τις ευκολίες που ζητούσε ένας Ευρωπαίος και ο Γουντ αναγκάστηκε να μένει σε ένα ξενοδοχείο που απείχε τέσσερις ώρες από εκεί.
Η μέρα του άρχιζε στις 6 το πρωί και τελείωνε στις 8 το βράδυ, αλλά, από όλες αυτές τις ώρες, μόνο έξι περνούσε επιβλέποντος επιτόπου τη δουλειά των Τούρκων εργατών.
Το ζεστό καλοκαίρι του 1863, ο Γουντ έσκαψε 100 βαθιά χαντάκια κοντά στην Εφεσο χωρίς να έχει τίποτα ως σημείο αναφοράς. Ήταν σαν να ζητούσε βελόνα στα άχυρα. Όταν τα λεφτά του εξαντλήθηκαν στις αρχές του επομένου χρόνου, δεν είχε ακόμα πλησιάσει στον στόχο του. Τότε ακριβώς ήταν που το Βρετανικό Μουσείο άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να προσφέρει κεφάλαια για την ανασκαφή.
Και πάλι όμως, πέρασαν τέσσερα χρόνια πριν έλθει στο φως το -κλειδί- για την τοποθεσία του ναού. Επρόκειτο για μια επιγραφή που καθοδηγούσε τη μεγάλη πομπή προς μια μεγαλοπρεπή τελετή για τα γενέθλια της θεάς, υποδεικνύοντας της να φύγει τον ναό ακολουθώντας την ιερά οδό και περνώντας στο θέατρο, από τη Μαγνήσια Πύλη.
Εφοδιασμένος με αυτή τη νέα πληροφορία, ο Γουντ έπρεπε απλώς να εντοπίσει τη Μαγνήσια Πύλη και να ακολουθήσει την αρχαία οδό μέχρι το ναό. Ακόμα και τώρα η τύχη ήταν εναντίον του. Χρειάστηκε άλλος ένας χρόνος σκληρής δουλειάς πριν οι πρώτες πέτρες του ναού έρθουν στο φως, ενάμισι χιλιόμετρο από την πύλη της πόλης και πέντε μέτρα κάτω από την επιφάνεια της πεδιάδας. Ο Γουντ πέρασε άλλα τέσσερα χρόνια ανασκάπτοντας τα ερείπια του ναού και στέλνοντας πολλά από τα γλυπτά που ανακάλυπτε στο Βρετανικό Μουσείο, όπου εκτίθενται μέχρι σήμερα.
Οι κατοπινές ανασκαφές, οι τελευταίες των οποίων έγιναν από τους Αυστριακούς, πρόσθεσαν πολλές λεπτομέρειες σχετικά με την ιστορία της τοποθεσίας – αλλά δεν βελτίωσαν πολύ την εμφάνιση της. Ο μεγάλος ναός της Αρτέμιδος εμφανίζει σήμερα το θλιβερό θέαμα ενός σωρού από πέτρες και σπονδύλους κιόνων που συχνά μετατρέπεται σε λίμνη, όταν ανεβαίνει η στάθμη των υδάτων. Το δάσος των κιόνων έδωσε τη θέση του σε καλαμώνες γεμάτους υδρόβια πουλιά και μόνο το μέγεθος των ερειπίων θυμίζει στον επισκέπτη, πως εδώ βρισκόταν κάποτε ο λαμπρότερος ναός του ελληνικού κόσμου.
Πως είναι σήμερα
Τα θεμέλια του άλλοτε υπέροχου βωμού βρίσκονται μέσα σε μια μικρή λίμνη, στη μια άκρη του αρχαιολογικού χώρου λίγο πιο πέρα από το ναό. Ο λόφος πανω από το βάλτο κοσμείται απο υστερότερα αλλά επίσης αρχαία κτίσματα, που για την οικοδόμηση τους χρησιμοποιηθηκαν υλικά του Ναού.
Τα μόνα ερείπια που δίνουν μια ιδέα για τη λαμπρότητα του χαμένου ναού βρίσκονται σε μουσεία. Υπάρχει ένα θαυμάσιο μουσείο στο Σελτσούκ, όπου εκτίθενται πολλά αντικείμενα απ’ το ναό και την πόλη, περιλαμβανομένων δυο εντυπωσιακών αγαλμάτων της Αρτέμιδος με τους πολλούς μαστούς. Ερείπια από τις πρώτες ανασκαφές του ναού εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο.
Περιλαμβάνουν έναν από τους περίφημους διακοσμημένους κίονες, στον οποίο αναπαρίσταται ο μύθος της Άλκηστης, της πιστής συζύγου που θέλησε να πεθάνει στη θέση του συζύγου της, ο οποίος προσέβαλε τους θεούς, παραλείποντας μια θυσία. Οι θεοί αντάμειψαν την πίστη της και επέτρεψαν στον Ηρακλή να την σώσει την από τον Άδη.
από το μεσογειακό πλαίσιο.
* Για Ελληνικούς υπότιτλους επιλέγετε από τις ρυθμίσεις (κάτω δεξιά στο γρανάζι), subtitles on –και tranlate Greek,
πηγή, Tα Νέα