Τα νομικά προβλήματα στη Συμφωνία των Πρεσπών παρουσιάστηκαν σήμερα στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, με τον κ. Κασιμάτη να δηλώνει στο Sputnik ότι η συνθήκη «δεν μπορεί να επιβιώσει για πολύ καιρό» ακόμη.
Ελλείψεις, παραλείψεις και σωρεία αμφιλεγόμενων πρακτικών στη Συμφωνία των Πρεσπών διαπίστωσε και παρουσίασε σήμερα, η Επιτροπή Ακύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών, σε συνέντευξη Τύπου, στην Ελληνοαμερικανική Ένωση.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής, αλλά και της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης, καθώς και πρώην γερουσιαστής στις ΗΠΑ, Κρις Σπύρου, κατήγγειλε «σκευωρία» πίσω από τη Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία χαρακτήρισε «ανθελληνική, παράνομα κατασκευασμένη, αντισυνταγματικά επικυρωμένη και ως εκ τούτου, ανυπόστατη» και υποστήριξε ότι «έχει αποβιώσει στον ΟΗΕ».
Από τη μεριά του, ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Γιώργιος Κασιμάτης, εξέφρασε τη νομική άποψη γιατί είναι άκυρη η «ονοματοδοσία» της γειτονικής χώρας στον ΟΗΕ και ως εκ τούτου δεν υφίσταται το «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας».
Τέλος, ο πρέσβης επί τιμή, Λευτέρης Καραγιάννης, παρουσίασε τα μελανά σημεία της Συμφωνίας σε διπλωματικό επίπεδο, χαρακτηρίζοντάς τη «νομικώς άκυρη».
«Η Συμφωνία μπορεί να ακυρωθεί»
Σε δήλωσή του στο Sputnik, ο κ. Κασιμάτης εξέφρασε την άποψη ότι πίσω από τη Συμφωνία κρύβονται δυνάμεις που τη στηρίζουν «ώστε να δημιουργήσουν de facto καταστάσεις».
«Πιστεύω ακράδαντα ότι η Συμφωνία αυτή είναι άκυρη και ασφαλώς υπάρχουν δυνάμεις από πίσω που τη στηρίζουν ώστε να δημιουργήσουν de facto καταστάσεις, αλλά οπωσδήποτε αυτή (σ.σ. η Συμφωνία) μπορεί να ακυρωθεί και δεν μπορεί να επιβιώσει για πολύ καιρό και για πολλά χρόνια», τόνισε ο κ. Κασιμάτης.
Πρόσθεσε πως παρότι η Συμφωνία πρέπει να ακυρωθεί σε διεθνές δικαστήριο, εντούτοις οι Έλληνες πολίτες που έχουν έννομο συμφέρον, μπορούν να κινηθούν νομικά.«Εάν έχεις προσβολή προσωπικού συμφέροντος και την προσβολή την κάνει το ελληνικό κράτος, (οι πολίτες μπορούν να) πάνε στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Εάν όχι, πάνε στα πολιτικά δικαστήρια», εξήγησε ο ειδικός.
«Συμφωνία για Νόμπελ διεθνούς σκευωρίας»
Η Επιτροπή Ακύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών, όπως εξήγησε ο κ. Σπύρου στη συνέντευξη Τύπου, προσέλαβε ομάδα νομικών συμβούλων που ανέλαβε να εντοπίσει τα προβλήματα στη Συνθήκη με στόχο την ακύρωσή της.
Παρουσιάζοντας τα νομικά προβλήματα στη Συμφωνία, ο κ. Σπύρου επισήμανε ότι σύμφωνα με το διεθνές Δίκαιο, μια συμφωνία που έχει διαπραγματευτεί υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, όπως αυτή των Πρεσπών, «επιβάλλεται να κατατεθεί στις αρμόδιες αρχές των Ηνωμένων Εθνών από τον επίσημα εντεταλμένο διαπραγματευτή» που στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν ο Μάθιου Νίμιτς.
Ωστόσο ο κ. Νίμιτς «αποποιήθηκε της προσωπικής του ευθύνης να μεταβιβάσει την Συμφωνία των Πρεσπών στα Ηνωμένα Έθνη» βάζοντας τον όρο στη Συμφωνία πως το ένα ή και τα δύο μέρη θα ενημερώσουν τον γ.γ. του ΟΗΕ (άρθρο 20, παρ. 6).
Παρουσιάζοντας την επιστολή που εστάλη στον γ.γ. του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, ο κ. Σπύρου υποστήριξε πως ήταν η Ελλάδα που «μονομερώς έθεσε σε ισχύ τη Συμφωνία των Πρεσπών», στις 12 Φεβρουαρίου 2019.
«Ποιος διεθνολόγος, ποιος διεθνής νομοθέτης, και ποιος διαπραγματευτής διεθνών συμφωνιών δημιούργησε αυτή τη σκευωρία; Αυτός για εμένα, πρέπει να βρεθεί για να του απονείμουν βραβείο Νόμπελ διεθνούς σκευωρίας! Και στους συνεργάτες του, τους αρχιτέκτονες της Συμφωνίας των Πρεσπών, να απονεμηθεί βραβείο απάτης», τόνισε ο Κρις Σπύρου.
«Η Συμφωνία για την ονομασία ξεψύχησε στα γραφεία του προέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ»
Συνεχίζοντας, εξήγησε ότι ο ίδιος ενημέρωσε λεπτομερώς για την παρανομία το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
«Το Συμβούλιο Ασφαλείας, προφανώς έκρινε ακατάλληλες τις πρωτόγνωρες ενέργειες μονομερούς κήρυξης της Συμφωνίας των Πρεσπών “εν ισχύ” και της μονομερούς αίτησης αναγνώρισης της “Δημοκρατίας των Σκοπίων” ως νέου κράτους με το όνομα “Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας”, αποφεύγοντας περαιτέρω ενέργειες από πλευράς του, αφήνοντας το μέρος της Συμφωνίας των Πρεσπών που αφορούσε την ονομασία “Βόρεια Μακεδονία” να ξεψυχήσει αθόρυβα στα γραφεία του προέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας», υποστήριξε.
Πρόσθεσε ότι με τη λήξη της 73ης συνεδρίαση της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ, έληξε και η επιχείρηση αναγνώρισης της λεγόμενης «Βόρειας Μακεδονίας».
Καταλήγοντας ο κ. Σπύρου, είπε ότι μένει να αποφασιστεί σε ποιο «παγκόσμιο νομικό φόρουμ» θα αποταθεί η Επιτροπή Ακύρωσης, εκτιμώντας ότι μόλις αυτό συμβεί, η Συμφωνία των Πρεσπών «θα καταλήξει στον κάλαθο των αχρήστων» και «οι σκευωρείς της» σε «άμεση πολιτική συνταξιοδότηση».«Δεν μπορούν δύο κράτη να αποφασίσουν όνομα χωρίς να πάνε στο “παγκόσμιο ληξιαρχείο” του ΟΗΕ»
Αναλαμβάνοντας να εξηγήσει περαιτέρω τα νομικά προβλήματα της Συμφωνίας των Πρεσπών, ο Γιώργος Κασιμάτης έθεσε θέμα συνταγματικότητας της Συμφωνίας. Επικαλούμενος τις διεθνείς συμφωνίες, ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, μίλησε για «προσβολή της εθνικής κυριαρχίας» της Ελλάδας.
«Επειδή αποτελεί ταυτότητα κυριαρχίας, είναι αντισυνταγματική οποιαδήποτε συμφωνία κάνει η Ελλάδα», εξήγησε ο κ. Κασιμάτης, προσθέτοντας ότι «κανένα άρθρο του Συντάγματος δεν προβλέπει ότι η Ελλάδα μπορεί έστω και με δημοψήφισμα να παραχωρήσει δικαίωμα κυριαρχίας».
Ο ίδιος τόνισε πως «η Συμφωνία είναι άκυρη, ανυπόστατη». Εξήγησε δε τη διαφορά μεταξύ «άκυρης» και «ακυρώσιμης» συμφωνίας. Όπως είπε, «ακυρώσιμη σημαίνει ότι όσο δεν ακυρώνεται από τον ενδιαφερόμενο, εξακολουθεί να ισχύει». Στον αντίποδα, σε περίπτωση «άκυρης» συμφωνίας, «όλες οι συνέπειες που δημιουργεί είναι παράνομες, έωλες και μπορούν να ανατραπούν».
Αναφερθείς στο θέμα της ονομασίας της γειτονικής χώρας, ο κ. Κασιμάτης τόνισε πως «η Συμφωνία δεν είναι ονοματοδοσία».
«Δεν μπορούν δύο κράτη να αποφασίζουν ότι το ένα θα ονομάζεται κάπως, χωρίς να πάνε στο “παγκόσμιο ληξιαρχείο” που είναι ο ΟΗΕ. Είναι σαν να συμφωνήσω εγώ με έναν πατέρα να του βαφτίσω το παιδί, αλλά να μην πάμε ποτέ στο ληξιαρχείο», εξήγησε.
«Σήμερα, με αυτή τη διαδικασία, είναι άκυρη η σύμβαση, αλλά και αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει όνομα “Βόρεια Μακεδονία”. Υπάρχει μόνο το κράτος που αναγνώρισε τότε ο ΟΗΕ (σ.σ. το 1993). […] Δεν μπορεί να εμφανίζεται με κανένα όνομα σήμερα το κράτος αυτό. Κι όμως, η ελληνική κυβέρνηση επισήμως το ονομάζει “Βόρεια Μακεδονία”», επισήμανε ο κ. Κασιμάτης.
Εξέφρασε, μάλιστα, τη βεβαιότητα πως η Συμφωνία θα καταπέσει. «Είμαι βέβαιος ότι θα φτάσουμε σε αποτέλεσμα, αλλά μην περιμένετε αυτό θα λυθεί από τη μία μέρα στην άλλη», δήλωσε. Πρόσθεσε ότι πρόκειται για ένα «περίπλοκο πρόβλημα» με βαθύτερους λόγους. Άλλωστε, όπως τόνισε, «μόνος αρμόδιος να ζητήσει την ακυρότητα ήταν η ελληνική κυβέρνηση που το υποστηρίζει περισσότερο από την κυβέρνηση στα Σκόπια, όπου ο πρόεδρος (σ.σ. Γκιόργκι Ιβάνοφ) δεν το υπέγραψε».«Η νομική υπηρεσία του ελληνικού ΥΠΕΞ δεν είδε ποτέ τη Συμφωνία!»
Από την πλευρά του, ο πρέσβης επί τιμή, Λευτέρης Καραγιάννης, περιέγραψε την «έκπληξη» που, όπως είπε, του προκάλεσε το περιεχόμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών». «Όχι μόνο η λύση (που δίνει), αλλά και το περιεχόμενο, η δομή και οι ασάφειες που εμπεριείχε».
«Προσέτρεξα στη Σύμβαση της Βιέννης του 1969 για το Δίκαιο των Συνθηκών για να δω αν αυτή η Συμφωνία που υπεγράφη από το υπουργείο Εξωτερικών, χωρίς την έγκριση της νομικής υπηρεσίας, ήταν σύμφωνη με το Δίκαιο των Συνθηκών. Πιστοποίησα ότι δεν ήταν σύμφωνη καθώς υπήρχαν περιπτώσεις ακυρότητος», εξήγησε.
Ο κ. Καραγιάννης που διετέλεσε για δεκαετίες διπλωμάτης, ενώ εργάστηκε και στο νομικό γραφείο του υπουργείου Άμυνας, δήλωσε πως «ό,τι συμφωνίες κάναμε, τις στέλναμε στη νομική υπηρεσία του υπ. Εξωτερικών για να μας πει γνώμη για τη νομική ορθότητα της διατύπωσης» και πολλές φορές «γινόντουσαν αλλαγές ορολογίας».
Στη συνέχεια, περιέγραψε πως ο ίδιος πήρε τη νομική υπηρεσία και ρώτησε εάν η Συμφωνία των Πρεσπών είχε περάσει από την έγκρισή της. «Μου απάντησαν ότι δεν την έχουν δει ποτέ τους», αποκάλυψε ο κ. Καραγιάννης!
Στη συνέχεια περιέγραψε και άλλα σημεία «ακυρότητος», όπως είπε, της Συμφωνίας, επικαλούμενος, μεταξύ άλλων, το δημοψήφισμα στη γειτονική χώρα. Καταλήγοντας, διαβεβαίωσε πως η Επιτροπή Ακύρωσης της Συμφωνίας συνεχίζει το έργο της και καταλήγει στην τελική διαμόρφωση της γνωμοδότησης η οποία θα τεθεί υπ’ όψιν του ελληνικού λαού.
«Νομίζω ότι η Συμφωνία αυτή είναι ανυπόστατη, όχι μόνο με γνώμη Ελλήνων διεθνολόγων, αλλά και (σύμφωνα με) διεθνείς, έγκριτους παγκοσμίως, διεθνολόγους», υπογράμμισε κ. Καραγιάννης.
πηγή: sputniknews.gr