Σαν σήμερα, 4 Ιουλίου του 362 π.Χ., διεξήχθη μια από τις σημαντικότερες συγκρούσεις της αρχαίας Ελλάδας, η Μάχη της Μαντίνειας, η οποία σηματοδότησε την αρχή του τέλους για την κυριαρχία των παραδοσιακών ελληνικών πόλεων-κρατών και άνοιξε τον δρόμο για την άνοδο των Μακεδόνων.
Μετά την περίφημη νίκη των Θηβαίων επί των Σπαρτιατών στα Λεύκτρα (371 π.Χ.), η Θήβα είχε εδραιώσει την υπεροχή της στον ελληνικό χώρο, ενώ Αθήνα και Σπάρτη βίωναν σοβαρή πολιτική και στρατιωτική παρακμή. Με την ηγετική παρουσία των στρατηγών Επαμεινώνδα και Πελοπίδα, οι Θηβαίοι προσπάθησαν να ενισχύσουν την επιρροή τους στην Πελοπόννησο, δημιουργώντας το Κοινό των Αρκάδων, ένα δίκτυο πόλεων φιλικά προσκείμενων στη Θήβα.
Η Σπάρτη, σε μια προσπάθεια να ανακτήσει την ισχύ της, κατάφερε να αποσπάσει τη Μαντίνεια από τη συμμαχία, προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση του Επαμεινώνδα, ο οποίος διέσχισε για τέταρτη φορά τον Ισθμό της Κορίνθου, αποφασισμένος να αποκαταστήσει τη Θηβαϊκή κυριαρχία.
Αφού πρώτα απέτυχε να καταλάβει τη Σπάρτη με αιφνιδιαστική επίθεση (Ιούνιος 362 π.Χ.), ο Επαμεινώνδας αναδιπλώθηκε και στρατοπέδευσε στο Αρκαδικό οροπέδιο, κοντά στη Μαντίνεια. Εκεί, στις 4 Ιουλίου (κατά άλλους στις 27 Ιουνίου), δόθηκε η τελική μάχη μεταξύ των Θηβαίων και των αντιπάλων τους.
Από τη μία πλευρά, ο στρατός της Σπάρτης, ενισχυμένος από συμμάχους όπως οι Αθηναίοι, Ηλείοι, Αχαιοί, Φλειάσιοι και Μαντινείς, παρέταξε 20.000 πεζούς και 2.000 ιππείς υπό τον Αγησίλαο Β’. Από την άλλη, οι Θηβαίοι, με συμμάχους από την Εύβοια, Λοκρίδα, Θεσσαλία, Αρκαδία, Άργος και Μεσσηνία, παρέταξαν ισχυρότερο στρατό, με 30.000 πεζούς και 3.000 ιππείς.
Ο Επαμεινώνδας επανέφερε στο πεδίο της μάχης την τακτική της λοξής φάλαγγας, που είχε θριαμβεύσει στα Λεύκτρα, πετυχαίνοντας αρχικά να σπάσει τις γραμμές των αντιπάλων και να πάρει το πάνω χέρι. Όμως, ενώ η νίκη φαινόταν βέβαιη για τους Θηβαίους, ο ίδιος τραυματίστηκε θανάσιμα στην πρώτη γραμμή, επιφέροντας σύγχυση και αποδιοργάνωση στις τάξεις του στρατού του.
Η μάχη τελικά έληξε χωρίς ξεκάθαρο νικητή, ωστόσο θεωρήθηκε ότι οι Θηβαίοι είχαν υπερισχύσει, καθώς πρώτοι οι Σπαρτιάτες ζήτησαν ανακωχή για την ταφή των νεκρών, πράξη που στην αρχαία Ελλάδα σήμαινε αποδοχή της ήττας.
Ανάμεσα στους πεσόντες και ο Γρύλλος, γιος του ιστορικού Ξενοφώντα, ο οποίος μας μεταφέρει σημαντικές πληροφορίες για τη σύγκρουση στο έργο του «Ελληνικά».
Παρά τη στρατιωτική τους επιτυχία, οι Θηβαίοι δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν την ηγεμονία τους μετά τον θάνατο του Επαμεινώνδα. Η Μάχη της Μαντίνειας σφράγισε το τέλος της Θηβαϊκής υπεροχής και κατέδειξε πως όλες οι παλαιές δυνάμεις της Ελλάδας είχαν εισέλθει σε τροχιά οριστικής παρακμής. Το κενό εξουσίας που δημιουργήθηκε θα το εκμεταλλευτεί σύντομα ένας νέος ανερχόμενος παίκτης: η Μακεδονία του Φιλίππου Β’.