Λογοτεχνία

Συμφωνία… Νο 5

Ένα μυθιστόρημα της Μαίρης Μάκρα
(17η συνέχεια )

” Έτσι χτυπάει την πόρτα το πεπρωμένο μας”-(Λούντβιχ βαν Μπετόβεν)

***

( Σύνδεση με το προηγούμενο:Μπορεί μια γυναίκα να χορεύει στο χείλος του γκρεμού… και να παραμένει όρθια;

Κάθε φορά που το σκοτάδι της ζωής παίζει «ταμπούρλο» στην πλάτη της η Ηρώ δεν το βάζει κάτω.
Αυτοσχεδιάζει. Επιβιώνει. Και συνεχίζει.

* Ένα νέο κεφάλαιο αποκαλύπτει τη δύναμη που κρύβει η Ηρώ πίσω από την πιο εύθραυστη σιωπή της.
Είναι ένα δώρο «εξ ουρανού» ή μια τέχνη που γεννιέται στον πόνο;)

****

Κάτι ήθελε να τον ρωτήσει εκείνη τη στιγμή, αλλά το παραμέρισε. Λίγους μήνες μετά, κι αφού είχε επιστρέψει στο πατρικό της, ρωτούσε όσους μπορούσε:

«Μήπως ξέρετε πώς λειτουργούν οι υπηρεσίες στον στρατό; Υπάρχει τηλεφωνικό κέντρο, όπου κάποιοι κάνουν βάρδιες και έχουν ώρες ελεύθερες… ας πούμε…οι σμηνίτες;».

«Τι χαζές ερωτήσεις είναι αυτές; Φαντάρος θα πας;», γελούσαν μαζί της και δεν της έδιναν καμία απάντηση.

«Αναδρομική ενημέρωση», έλεγε από μέσα της και αναρωτιόταν: «Μήπως είμαι χαζή; Γιατί δε ρωτούσα τον ίδιο;».

Όμως, δεν ήθελε να παραδεχτεί ότι… τότε δεν την ενδιέφερε να γνωρίζει τίποτε περισσότερο, πέρα απ’ αυτό που ζούσε μαζί του. Έτσι κι αλλιώς, οι ώρες –οι κοινές τους ώρες- ήταν λιγοστές και κλεμμένες. Αυτό που γέμιζε την ψυχή της, ήταν το ν’ ακούει τη φωνή του και να της λέει ότι θα την πάρει να φύγουν μακριά. Τίποτε άλλο, το είπαμε. Θα έχανε ώρα για να τον ρωτάει «πώς λειτουργεί η αεροπορία και γενικά ο στρατός»; Αστεία πράματα! Κι αφού εκείνος εύρισκε τον τρόπο να μιλάνε, από τηλεφώνου, αλλά και να βρίσκεται μπροστά της, εκεί που η ίδια δεν το περίμενε, πάει να πει ότι μπορούσε και το έκανε.

Μία άλλη, όμως, ερώτηση του την έκανε, ενώ βρίσκονταν στο ξύλινο παγκάκι με την πυκνή πρασινάδα γύρω τους:

«Με παρακολουθείς; Πώς βρέθηκες στο λεωφορείο σήμερα;».

«Έχεις δηλώσει “μόνιμη διεύθυνση κατοικίας” στη σκέψη μου και δε γίνεται να σε βγάλω από ’κει. Γι’ αυτό μην ελπίζεις ότι θα μου ξεφύγεις τόσο εύκολα», της απάντησε χαριτολογώντας.

«Τι θέλεις να πεις; Πες μου!», επέμενε, γιατί ένιωσε ότι κάτι ακόμα υπονοούσε με τα λόγια του.

«Ε, λοιπόν, ναι, μπορώ να σε παρακολουθώ γιατί ξέρω πού μένεις αυτές τις μέρες. Οδός και αριθμός, μου είναι γνωστά!».

Τα μάτια του έδειχναν σκανδαλιά. Η Ηρώ, όμως, τα ’χασε! Έσκυψε το κεφάλι ντροπιασμένη.
«Πάει, τα κατάλαβε όλα!», σκέφτηκε, κοιτάζοντας γύρω της από πού να ξεφύγει.

«Έλα! Πώς κάνεις έτσι, λες και σ’ έπιασα να κλέβεις! Απλώς, ζήτησα από τον ΟΤΕ τη διεύθυνση του τηλεφώνου, από ’κει που με παίρνεις», της εξήγησε.

«Ωχ! Όλα τα ξέρει!», πανικόβλητη τον κοίταζε, μα εκείνος συνέχιζε.

«Η αλήθεια είναι πως χάρηκα πολύ, όταν είδα τη διεύθυνση του σπιτιού. Νόμιζα ότι θα είσαι μακριά μου, όταν μου είπες ότι θα μείνεις σε κάποια θεία σου».

Η Ηρώ αναθάρρησε.

«Ννναι! Κοντά μένει η θεία μου… ε, με χρειάζεται για λίγο καιρό… να τη βοηθήσω σε κάτι δουλειές…», κατάφερε να ολοκληρώσει τη δικαιολογία της, κομπιάζοντας.

Μετά σταμάτησε και περίμενε κάποια ακόμα ερώτηση-παγίδα˙ και ήρθε, όπως έρχεται «ό,τι κακομελετάς», όπως υποστήριζε και ο καλός της πατέρας. «Πού τον θυμήθηκα πάλι!», δυσανασχέτησε, λες και κάλεσε τον ˝μπαμπούλα˝ κοντά της.

«Στέλλα μου και αγάπη μου, κοίταξέ με και πες μου την αλήθεια. Μήπως έχεις νιώσει κάτι ιδιαίτερο για τον αρραβωνιαστικό σου, τον τελευταίο καιρό;» τη ρώτησε και στη φωνή του ήταν ολοφάνερη η ανησυχία.

«Τον… ποιόν;», ξαφνιάστηκε εκείνη για τα καλά.

«Τι κακό που με βρήκε!», πρόλαβε να σκεφτεί κι άκουσε τον εαυτό της να απαντάει: «Μη με βασανίζεις κι εσύ! Μου φτάνει η ˝φυλακή˝ μου. Και… όχι, δε νιώθω τίποτε για κανέναν αρραβωνιαστικό. Είναι ανύπαρκτος. Για σένα νιώθω! Και δε λέγονται τα όσα νιώθω!».

Τα είπε, ξαλάφρωσε κι αμέσως μετά ντράπηκε. «Καλά… πώς βγαίνει από το στόμα μου η δική μου αλήθεια και τη λέω για να σκεπάσω ένα ψέμα;», αναρωτήθηκε πάλι και δε θα ήταν η τελευταία φορά.

Για χρόνια ολόκληρα θα έπιανε τον εαυτό της να έχει κατακτήσει πια αυτή τη μαεστρία. Και εμφανιζόταν πάντα, όταν «κάτι σκοτεινό κι απροσδιόριστο» και με κάποια εξωτερική αφορμή, θα «έπαιζε ταμπούρλο» στην πλάτη της, που πάει να πει, θα την έφτανε σε αδιέξοδο κι αυτή θα έπρεπε «να χορεύει» για να μην αφανιστεί, δηλαδή να αυτοσχεδιάζει, χωρίς να χάνει την ισορροπία της. Γίνεται αυτό; Ε, φαίνεται ότι γίνεται σαν δώρο εξ΄Ουρανού!

Τώρα… αν αυτό το «σκοτεινό κι απροσδιόριστο», η ίδια το ονόμασε « το παράλογο στη συμπεριφορά πολλών ανθρώπων» και του έβαλε το ˝Π˝ το κεφαλαίο, ας μη δίνουμε και μεγάλη σημασία! Έτσι κι αλλιώς, ο πατέρας της το είχε πει ο χριστιανός: «Αυτό το κορίτσι ποτέ δεν σκέφτεται σωστά!». Γιατί να την πάρουμε εμείς στα σοβαρά;

«Ομορφιάμου! Τί σκέφτεσαι; Μην αποτραβιέσαι. Έλα πιο κοντά μου!».

Αυτή η φωνή του… κι αυτό το βλέμμα του! Την επανέφερε στο “τώρα” εκείνης της στιγμής. Την τράβηξε πάλι στην αγκαλιά του με τον τρόπο που ήταν μόνο δικός του, ξεχωριστός κι ακατανίκητος. Δεν της άφηνε περιθώρια για αντίσταση, μα δεν την πίεζε και καθόλου. Έκανε την πρώτη κίνηση, χωρίς δισταγμό, κι αμέσως μετά αφηνόταν στη δική της αντίδραση. Έμπαινε στο δικό της ρυθμό… την καθησύχαζε… και ξανά, σταθερά, την τραβούσε κοντά του, όλο και πιο πολύ μέσα στην αγκαλιά του.

«Σαν χορός αρμονίας!», μαγεύτηκε η Ηρώ από την αποκάλυψη που έγινε στο μυαλό της, ότι όλα τα δύσκολα μπορούν να γίνουν εύκολα, αρκεί η καρδιά να ξυπνήσει και να τους δώσει τον δικό της ρυθμό.

Μετά… θα πρέπει να διαλύθηκε σε φωτεινές αχτίδες. Πώς αλλιώς να εξηγήσεις το γεγονός, ότι θυμόταν τα πάντα, ενώ δεν θυμόταν και τίποτα; Δηλαδή, μπορούσε να περιγράψει με λεπτομέρεια την υφή από τα φιλιά του, ενώ δεν ήταν σε θέση να θυμηθεί, πώς βρέθηκε πίσω στη στάση του λεωφορείου. Και πώς έφτασε ως την κουζίνα της θείας της; Παράξενο δεν είναι κι αυτό; Κι εκείνη η απερίγραπτη γεύση από τα χείλη του! Λες και της άναψε φωτιά σε όλο της το κορμί! Έκαιγε ολόκληρη! Πώς να θυμάται πότε αγόρασε τα φρούτα από το μανάβη της πλατείας; Απλώς τα κουβαλούσε μαζί της μέχρι που έφτασε στο σπίτι και αντίκρισε τη θεία-Μαρία. Εκείνη χτυπούσε το πόδι της στο πάτωμα, γεμάτη ανυπομονησία, φωνάζοντας:

«Πού είσαι παιδί μου; Βραδιάσαμε!».

Κι έδειξε, από το ανοιχτό παράθυρο, τον ήλιο που μεσουρανούσε.

Τι να της πει τώρα η Ηρώ; Ότι τα χέρια του που της χάιδευαν το πρόσωπο, τα μαλλιά, τα μάτια, τα χείλη και την έσφιγγαν πάνω του, είχαν μαζέψει μέσα τους όλη τη θέρμη της μάνας-γης και είχαν αφανίσει την ώρα; Θα πάθαινε εγκεφαλικό η θεία και δε θα προλάβαινε να χαρεί τον καπετάνιο της. Αμαρτία δεν ήταν να της κάνει τέτοιο κακό; Και… πρόσεξε τι λέω… μόνο τα φιλιά του! Το τονίζουμε! Τίποτε άλλο δε συνέβη από όσα θα πάθαινε, αν πήγαινε γυρεύοντας να γίνει «μία του δρόμου».

«Του δρόμου είναι όσες γυρίζουν βραδιάτικα και απομονώνονται στα σοκάκια με άνδρες!», της είχε τονίσει η μαμά-Ευαγγελία, και για να το χωνέψει καλά το κεφάλι της, που “δεν είχε μυαλό” κατά τα μέτρα της μαμάς-Ευαγγελίας, της είχε δηλώσει σε επανάληψη, ότι κάτι τέτοια δεν χωράνε στο τιμημένο σόι τους!

Ε, λοιπόν, το σεβάστηκε η Ηρώ και γι’ αυτό σήμερα δεν είχε να δώσει λόγο σε κανέναν. Βραδιάτικα απομονώθηκε στο σοκάκι;
Όχι, βέβαια! Μέρα μεσημέρι ήταν και μάλιστα κοντά σε πλατεία με πολλούς ανθρώπους. Αν τώρα ο δρομάκος αυτός δεν είχε κόσμο να πηγαινοέρχεται… ε, τι να κάνουμε;

«Να πάρουμε με το ζόρι περαστικούς και να τους στήσουμε ολόγυρα, για να μην είμαστε ξεμοναχιασμένοι;», σκεφτόταν η Ηρώ.

Άγρια χαρά ξεπηδούσε από μέσα της τώρα και την έκανε να γελάει με ό, τι παράλογο της περνούσε από το μυαλό. Πώς να εξηγήσει τώρα στη θεία, ότι δε θυμόταν τι της είχε απαντήσει ο φούρναρης, σχετικά με μία παραγγελία που του έδωσε!

«Θα ξαναπάς! Όποιος δεν έχει μυαλό, έχει ποδάρια!», αγρίεψε η θεία-Μαρία.

«Μετά χαράς!», προθυμοποιήθηκε η Ηρώ, που έτσι θα γλίτωνε πάλι από την έκρηξη των κατσαρολικών στην κουζίνα.

«Το γεύμα του αιώνα!», μονολογούσε, κατεβαίνοντας δυο-δυο τα σκαλοπάτια.

Συνεχίζεται…

16η συνέχεια <———

google news

Ακολουθήστε μας και στο Google news
Ακολουθήστε μας και στο Youtube

Υποστηρίξτε την προσπάθεια των συντελεστών της e-enimerosi.com Η οποία ενημερώνει για όλα τα θέματα του ελληνισμού αλλά και του κόσμου. Μια σελίδα φτιαγμένη με αγάπη από ανθρώπους οι οποίοι βρίσκονται σε διάφορα σημεία της Ευρώπης. Μιας ιστοσελίδα της διασποράς με έδρα την Γερμανία και το κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Κάντε την δική σας δωρεά εδώ για να βοηθήσετε την προσπάθειά μας. Σας ευχαριστούμε θερμά!!!

Σχετικές αναρτήσεις

Η καλλονή…

e-enimerosi

NARKOTISIERTES MEER

e-enimerosi

Συμφωνία… Νο 5

e-enimerosi