Με βαθιά ευλάβεια και εσωτερική κατάνυξη, ο πιστός απευθύνει την προσευχή του πριν την προετοιμασία των Τιμίων Δώρων της Θείας Ευχαριστίας, αναγνωρίζοντας το ιερό προνόμιο να αγγίζει με τα ανθρώπινα και αμαρτωλά του χέρια τα Πανάχραντα Δώρα του Θεού.
Πρόκειται για μια συγκινητική ευχή ταπείνωσης, δοξολογίας και ικεσίας, στην οποία εκφράζεται η εσωτερική στάση του λειτουργού ή του πιστού πριν τη συμμετοχή του στο Μυστήριο των Μυστηρίων.
Η προσευχή ξεκινά με την επίκληση της Αγίας Τριάδος και την καθιερωμένη δοξολογία, ενώ ακολουθεί η καρδιακή ικεσία για άφεση, ίαση και θεία ενίσχυση. Κορυφώνεται με τη δέηση για την ευλογία του Αγίου Πνεύματος στα Δώρα που ετοιμάζονται να προσφερθούν στο θυσιαστήριο, ζητώντας να γίνουν κατάλληλα, καθαρά και ευάρεστα στον Θεό.
Ιδιαίτερη συγκίνηση προκαλεί η επίκληση παραδειγμάτων από την Αγία Γραφή: η θυσία του Άβελ, τα ταπεινά δώρα των Μάγων, η δοξολογία των Ποιμένων, τα δάκρυα μετάνοιας του Πέτρου και η ειλικρινής επιστροφή του Ληστή. Όλα αυτά προβάλλονται ως πρότυπα προσφοράς, αγάπης και μετανοίας, με τον πιστό να τα επικαλείται ώστε να ενωθεί και ο ίδιος με αυτά τα ιερά παραδείγματα.
Η κατακλείδα, με την ευχή: «Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών…», επισφραγίζει την προσευχή με εμπιστοσύνη στη μεσιτεία των αγίων και με παράκληση για το έλεος του Χριστού, εκφράζοντας την ορθόδοξη λειτουργική συνείδηση: όλα προσφέρονται, όλα τελούνται και όλα καθαγιάζονται «εις δόξαν Θεού».
Η συγκεκριμένη προσευχή, αν και λιτή, αποτελεί πυκνό θεολογικό και πνευματικό κείμενο, που αποτυπώνει τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος προσέρχεται στα Ιερά Μυστήρια: με πίστη, μετάνοια, ταπείνωση και ευχαριστία. Ένα εσωτερικό οδοιπορικό προς τον Θεό μέσα από την πράξη της προσφοράς.
