Η ομογενειακή οργάνωση HALC κατάφερε να στριμώξει τον Τραμπ πείθοντας πολιτικούς, στρατιωτικούς και διπλωμάτες στην Ουάσινγκτον να μη συμμετάσχει η Τουρκία στο πρόγραμμα κατασκευής των αμερικανικών μαχητικών
Με σχέδιο και πείσμα τους τελευταίους μήνες, μια ομάδα νέων ομογενών στις ΗΠΑ κατάφεραν αυτό που έως πρότινος φάνταζε αδύνατο. Να κόψουν τα F-35 από το οπλοστάσιο της Τουρκίας, προκαλώντας πονοκέφαλο όχι μόνο στην Αγκυρα αλλά και στον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος καλείται πιεστικά πλέον να επιβάλει κυρώσεις στον φίλο του Ταγίπ Ερντογάν. Πρόκειται για την ομάδα της ομογενειακής οργάνωσης Συμβούλιο Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (Hellenic American Leadership Council/HALC).
Τον Μάρτιο του 2018 μια καταχώρηση στους «New York Times» με τίτλο «Η Τουρκία είναι αναξιόπιστος σύμμαχος» προκάλεσε αίσθηση στις ΗΠΑ. Το εμπεριστατωμένο κείμενο που τη συνόδευε εξηγούσε τους λόγους που η Ουάσινγκτον δεν θα έπρεπε να προχωρήσει στις παραδόσεις αεροσκαφών F-35 στην Τουρκία, που με τις ενέργειές της ουσιαστικά στρέφεται κατά της Αμερικής, με κορυφαία αυτών την αγορά των ρωσικών συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας S-400.
Πίσω από την έξυπνη καταχώρηση βρίσκονταν η ομογενειακή οργάνωση HALC και η Επιτροπή Αρμενίων των ΗΠΑ, που ουσιαστικά ενημέρωναν για πρώτη φορά το αμερικανικό κοινό τι θα σήμαινε για τις ΗΠΑ η απόκτηση των S-400 από την Τουρκία. Αν και πολλοί αξιωματούχοι -κυρίως στο Πεντάγωνο- γνώριζαν έως τότε τις πιθανές εμπλοκές από τη χρήση του ρωσικού συστήματος από την Αγκυρα, ουδείς είχε θέσει δημόσια τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς του. Τους μήνες που ακολούθησαν το HALC συνεργάστηκε στενά με μεγάλες οργανώσεις Εβραίων, Αρμενίων και Προτεσταντών των ΗΠΑ, δημιουργώντας ένα κοινό ισχυρό μέτωπο, που κατάφερε να πείσει πολιτικούς, στρατιωτικούς και διπλωμάτες στην Ουάσινγκτον ότι η Τουρκία όχι μόνο προχωράει σε στρατηγική συμμαχία με τη Ρωσία, γυρνώντας την πλάτη στους Δυτικούς συμμάχους της, αλλά μέσω των S-400 η Μόσχα μπορεί να υποκλέψει αμερικανική απόρρητη τεχνολογία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ΗΠΑ.
Το δημοσίευμα του Reuters όπου αναφέρεται ότι το νομοσχέδιο της Γερουσίας εμποδίζει την Τουρκία να αγοράσει F-35
Η καταχώρηση του HALC τον Μάρτιο του 2018 στους «New York Times» με τίτλο «Η Τουρκία είναι αναξιόπιστος σύμμαχος» που προκάλεσε αίσθηση στις ΗΠΑ
Κοινές αντιπροσωπίες των οργανώσεων αυτών δεν επισκέπτονταν μόνο τους βουλευτές στα γραφεία τους στην Ουάσινγκτον, αλλά και στις Πολιτείες τους, δηλαδή τις εκλογικές τους περιφέρεις, πείθοντάς τους πως το ζήτημα αγοράς των F-35 από την Τουρκία αφορά άμεσα την αμερικανική κοινωνία. «Με τις συμμαχίες στις οποίες προχωρήσαμε καταφέραμε να δημιουργήσουμε μια δυναμική που δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη. Με προσωπικές επαφές, τηλεφωνήματα και με καμπάνιες μέσω των social media καταφέραμε να πείσουμε για το δίκαιο των επιχειρημάτων μας, που πάνω απ’ όλα αφορούν την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και των Αμερικανών πολιτών», λέει στο «ΘΕΜΑ» ο ομογενής δικηγόρος Εντι Ζεμενίδης, εκτελεστικός διευθυντής της HALC, που μαζί με την ομάδα κρούσης που δημιούργησε κατάφεραν να εκτροχιάσουν εντελώς την προμήθεια των F-35 από την Τουρκία, συνδέοντάς τη με την αγορά των S-400.
Δουλεύοντας μεθοδικά και με σχέδιο, η ομογενειακή οργάνωση κατάφερε να δημιουργήσει σοβαρές συμμαχίες, μέσα και έξω από το Κογκρέσο, που είχαν ως αποτέλεσμα μια σειρά τροπολογιών που έφεραν σε δύσκολη θέση τις φιλοτουρκικές εταιρείες λόμπι που αναγκάστηκαν από ένα σημείο και μετά να πετάξουν λευκή πετσέτα, μη προλαβαίνοντας τις εξελίξεις οι οποίες εκνεύρισαν όχι μόνο την Αγκυρα, αλλά και τον ίδιο τον Ντόναλντ Τραμπ. Καθοριστικός ήταν ο ρόλος των γερουσιαστών Ρόμπερτ Μενέντεζ (Δημοκρατικός) και Μάρκο Ρούμπιο (Ρεπουμπλικανός) με την προώθηση και την υπερψήφιση του υπ. αριθμ. 1102 ψηφίσματος στην Αμερικανική Γερουσία, που θεωρείται το πλέον φιλελληνικό και άκρως ευεργετικό για τα ανοιχτά εθνικά θέματα Ελλάδας και Κύπρου στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Σχεδόν 16 μήνες μετά την καταχώρηση στους NYT, o Τραμπ με βαριά καρδιά προχώρησε στην αποπομπή της Τουρκίας από το πρόγραμμα κατασκευής των αμερικανικών μαχητικών F-35, κάτι που πόνεσε την Αγκυρα και αποτέλεσε καίριο χτύπημα στην τουρκική πολεμική βιομηχανία. Η προσπάθεια των ομογενών της HALC απέδειξε περίτρανα ότι η Τουρκία δεν είναι αήττητη στα αμερικανικά σαλόνια και πως αυτό που στην αρχή φάνταζε ακατόρθωτο έγινε πράξη. «Πρέπει να πιστέψουμε στις δυνατότητές μας και να δουλέψουμε με επαγγελματισμό και σοβαρότητα, όπως πράττουν εδώ και δεκαετίες μεγάλα λόμπι στις ΗΠΑ», λέει ο κ. Ζεμενίδης, επισημαίνοντας πως ο αγώνας συνεχίζεται έως την οριστική επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας από την Ουάσινγκτον. Κυρώσεις που μπορεί να επιδιώκει να αποφύγει ο πρόεδρος Τραμπ, ωστόσο δεν φαίνεται να έχει την ίδια άποψη το Κογκρέσο, που θεωρεί πως η αξιοπιστία της υπερδύναμης έχει ποδοπατηθεί βάναυσα από τον «σουλτάνο» Ερντογάν, που φλερτάρει ανοιχτά με τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ο αείμνηστος ομογενής επιχειρηματίας Νίκος Μούγιαρης (αριστερά), με πρωτοβουλία του οποίου ιδρύθηκε το HALC, με τον σημερινό πρόεδρο της οργάνωσης Αλεξ Γιαννούλια
Ο ομογενής δικηγόρος Εντι Ζεμενίδης, εκτελεστικός διευθυντής του HALC, αποτελεί πλέον κόκκινο πανί για την Αγκυρα
Νέα Φιλική Εταιρία
Το συμβούλιο του HALC πέτυχε να συσπειρώσει γύρω της νέους ομογενείς, τρίτης και τέταρτης γενιάς, και να λειτουργήσει με σύγχρονο τρόπο επικοινωνίας και παρεμβάσεων, ακολουθώντας το πετυχημένο παράδειγμα ισχυρών εβραϊκών οργανώσεων των ΗΠΑ. Διαθέτει επαγγελματικό προσωπικό σε πλήρη απασχόληση και διοικητικό συμβούλιο με πρόεδρο τον ομογενή πολιτικό Αλεξ Γιαννούλια, που είναι και από τους ιδρυτές της οργάνωσης. Καρδιά του HALC είναι η τριμελής εκτελεστική επιτροπή που αποτελείται από τον κ. Ζεμενίδη (εκτελεστικός διευθυντής), την κυρία Γεωργία Λογοθέτη (διευθύνουσα σύμβουλος) και τον κ. Θάνο Νταβέλη (διευθυντής δημοσίων υποθέσεων).
Αξίζει να σημειωθεί ότι σημαντικός είναι και ο ρόλος Ελλήνων δημοσιογράφων, διαπιστευμένων στην Ουάσινγκτον, που αποτελούν πηγή πληροφόρησης για τα στελέχη της HALC.
Το HALC ιδρύθηκε το 2012 με πρωτοβουλία του αείμνηστου ομογενούς επιχειρηματία Νίκου Μούγιαρη με στόχο την οικοδόμηση ενός ελληνοαμερικανικού δικτύου υποστήριξης στις ΗΠΑ που θα συσπειρώσει ολόκληρη την Ομογένεια για προώθηση θεμάτων που αφορούν Ελλάδα και Κύπρο στις ΗΠΑ. «Θα μπορούσα να τη χαρακτηρίσω μια νέα σύγχρονη Φιλική Εταιρία, που στόχο έχει τη διατήρηση και προαγωγή της ελληνικής ταυτότητας των ομογενών στις ΗΠΑ και την υπεράσπιση των δικαίων του Ελληνισμού», επισημαίνει ο κ. Ζεμενίδης, τονίζοντας ότι το όραμα του Νίκου Μούγιαρη ήταν να καταφέρουμε να δημιουργήσουμε καλύτερα στελέχη και καλύτερη ηγεσία, που θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει τόσο ο Ελληνισμός όσο και η ανθρωπότητα και πως με τη διαφαινόμενη αλλαγή κατεύθυνσης των αμερικανικών στρατηγικών συμφερόντων στόχος θα πρέπει να είναι η προώθηση Ελλάδας και Κύπρου.
Μεγάλος Ελληνας
Ο Μούγιαρης ήταν από τους ανθρώπους που κατάφεραν να αφήσουν πίσω το στίγμα τους. Πατριώτης και φιλάνθρωπος, χαμηλών τόνων, απέφευγε τη δημοσιότητα και τα μεγάλα λόγια. Τον ενδιέφερε το αποτέλεσμα και πώς θα μπορέσει να ξυπνήσει και να κινητοποιήσει τη δύναμη της Ομογένειας στην προάσπιση όχι μόνο των εθνικών μας θεμάτων, αλλά και της διατήρησης της ελληνικής ταυτότητας των ομογενών στις ΗΠΑ. Με την ίδρυση του HALC κατάφερε να φέρει νέο αέρα στους κύκλους της Ομογένειας, που κινδύνευε να χαθεί στη νιρβάνα των τελευταίων δεκαετιών ελλείψει σοβαρών ηγετών και στελεχών. «Ο Μούγιαρης έβαλε βαθιά το χέρι στην τσέπη για να καλύψει το μεγάλο ποσό που απαιτήθηκε προκειμένου να δημοσιεύσει την καταχώρηση για τα F-35 στους “New York Times” με την οποία καταφέραμε το σημερινό αποτέλεσμα για την Τουρκία», λέει από την πλευρά του ο δημοσιογράφος Μιχάλης Ιγνατίου, εξαίροντας την προσφορά του αείμνηστου επιχειρηματία που απεβίωσε τον περασμένο Ιανουάριο, μετά από άνιση μάχη με τον καρκίνο, σε ηλικία 74 ετών. Ο Νίκος Μούγιαρης άφησε πίσω του ένα πολύπλευρο έργο στην Oμογένεια, στην Ελλάδα και στην Κύπρο, απ’ όπου και καταγόταν, αλλά και σε χώρες της Αφρικής. Ηταν επίσης υποστηρικτής της έδρας «Οδυσσέας Ελύτης» στο Πανεπιστήμιο Ρούτγκερς, των Χωριών SOS, ενός ορφανοτροφείου στο Κονγκό κ.ά.