Β’ Οικουμενική σύνοδος Κωνσταντινουπόλεως (381): Η σύνοδος που ολοκλήρωσε το τριαδικό δόγμα και κατοχύρωσε την ορθόδοξη πίστη.
Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ., έπειτα από πρωτοβουλία του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου και προτροπή του Πατριάρχη Μελετίου Αντιοχείας, με σκοπό την αντιμετώπιση σοβαρών θεολογικών αιρέσεων και την ενοποίηση του δόγματος της Εκκλησίας.
Μετά την Α’ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας (325), νέες αιρέσεις προκάλεσαν αναστάτωση στους κόλπους της Εκκλησίας. Ανάμεσά τους ξεχώριζαν οι Πνευματομάχοι – γνωστοί και ως Μακεδονιανοί, που αρνούνταν τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος – καθώς και ο Απολινάριος Λαοδικείας, που αμφισβητούσε την πλήρη ανθρώπινη φύση του Ιησού Χριστού, υποστηρίζοντας ότι ο Θεός Λόγος προσέλαβε μόνο σώμα και όχι ανθρώπινο νου.
Η Σύνοδος, στην οποία συμμετείχαν 150 Επίσκοποι από το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, συγκλήθηκε από τον Μάιο έως τον Ιούλιο του 381. Αν και αρχικά θεωρήθηκε Μεγάλη Σύνοδος της Ανατολής, η αναγνώρισή της ως Οικουμενικής επιβεβαιώθηκε αργότερα από την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας (451).
Η σημαντικότερη θεολογική προσφορά της Β’ Οικουμενικής Συνόδου υπήρξε η συμπλήρωση του Συμβόλου της Πίστεως (το γνωστό «Πιστεύω»), με την κατοχύρωση της θεότητας του Αγίου Πνεύματος. Τα επτά πρώτα άρθρα του Συμβόλου είχαν διατυπωθεί από τη Νίκαια, εστιάζοντας στη θεότητα του Υιού, ενώ τα πέντε τελευταία προστέθηκαν τώρα, εναντίον των Πνευματομάχων, ολοκληρώνοντας έτσι την τριαδολογική θεμελίωση της χριστιανικής πίστης.
Η Σύνοδος καταδίκασε οριστικά τις αιρέσεις του Απολιναρίου και του Μακεδονίου, προσφέροντας καθαρές απαντήσεις στα δογματικά ζητήματα που ταλάνιζαν την Εκκλησία. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, από τους εξέχοντες θεολόγους της Συνόδου, τόνισε την ομοουσιότητα των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδας, υπογραμμίζοντας ότι το Άγιο Πνεύμα έχει όλα τα θεία χαρακτηριστικά και συμμετέχει πλήρως στη θεία ενέργεια.
Χάρη στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο, η Ορθόδοξη Εκκλησία απέκτησε ένα θεολογικό και λατρευτικό θεμέλιο που διατηρείται ακλόνητο έως σήμερα. Το «Πιστεύω» καθιερώθηκε ως ομολογία πίστεως, βαπτιστήριο σύμβολο και θεμελιώδες λειτουργικό κείμενο. Η Σύνοδος αποτέλεσε ορόσημο στην ιστορία της Εκκλησίας, εδραιώνοντας την πίστη στην Αγία Τριάδα και θέτοντας σε στέρεη βάση την ορθόδοξη θεολογία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο Τυπικό της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης η μνήμη της Β’ Οικουμενικής Συνόδου τιμούνταν από κοινού με τη ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδο την πρώτη Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου), ενώ τη σύνθεση της σχετικής ακολουθίας αποδίδεται στον Άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης.