Άρθρα Ρεπορτάζ

Γλυπτά του Παρθενώνα: Τώρα ή ποτέ η επιστροφή τους.

Γράφει ο Μουρτζούκος Χρήστος.

Τα τελευταία γεγονότα σίγουρα είναι ένα μεγάλο χτύπημα κατά του κύρους του Βρετανικού Μουσείου, που ταλανίζουν την φήμη του αλλά και τη ικανότητά του να προστατέψει τα εκθέματα πού βρίσκονται στο μουσείο.

Δηλώσεις είχαμε από πολλούς διακεκριμένους ανθρώπους ένας εκ των οποίων είναι και ο Κέβιν Φέδερστοουν, καθηγητής Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών και Ευρωπαϊκής Πολιτικής LSE, ο οποίος μιλώντας στην ΕΡΤ ανέφερε οτι «Τα γεγονότα ήρθαν να αποδυναμώσουν το βασικό επιχείρημά του μουσείου, ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι ασφαλέστερα εκεί και για αυτό δεν θα πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα»…

«Σύντομα, το Μουσείο θα δει νέους υποψηφίους για να αναλάβουν τη θέση του διευθυντή. Και είμαι σίγουρος ότι μια από τις ερωτήσεις που θα τους κάνουν είναι ποια είναι η θέση τους σχετικά με την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα και ποια είναι τα επιχειρήματα τους για την παραμονή των Γλυπτών στο Λονδίνο.

Ξεκάθαρα, τα γεγονότα που παρακολουθούμε, έχουν προκαλέσει ζημιά στο Μουσείο. Αμφισβητείται, πιστεύω, η αλαζονική στάση του Μουσείου, έχει μια σχεδόν αποικιακή θέση, υπό την έννοια πώς ισχυρίζεται ότι τα αντικείμενα που έχουν παρθεί από διάφορα μέρη του κόσμου είναι ασφαλέστερα μέσα στο Βρετανικό Μουσείο. Ξεκάθαρα, αυτό τώρα, μπορεί να αμφισβητηθεί. Αλλά δεν αλλάζει τα συνολικά επιχειρήματα και τους περιορισμούς που υπάρχουν για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Βλάπτει την εικόνα και την αντίληψη που υπάρχει για το Μουσείο, αφαιρεί την αλαζονεία, αλλά τα βασικά επιχειρήματα, παραμένουν ως είχαν».

«Αναπόφευκτα, κάθε ελληνική κυβέρνηση θα χρησιμοποιούσε το σκάνδαλο του Βρετανικού Μουσείου, για να ενισχύσει τη θέση της σχετικά με την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Εδώ στη Βρετανία έχουμε δει αντιδράσεις από μέλη του κοινοβουλίου που ισχυρίζονται ότι η θέση της Αθήνας είναι καιροσκοπική, για να ενισχύσει τη θέση της μέσω του σκανδάλου. Ναι, αλλά με αιτιολόγηση. Ξεκάθαρα, το σκάνδαλο ζημιώνει τη θέση του Μουσείου. Επηρεάζει την άμεση προοπτική; Όχι. Πιστεύω ότι η εγχώρια πολιτική για τα Γλυπτά, εδώ στη Βρετανία, κοιτάζει προς τις εκλογές. Στη Βρετανία έχουμε κοινοβουλευτικές εκλογές το 2024 και πιστεύω ότι η νυν κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ, δεν θα νιώθει τόση αυτοπεποίθηση ώστε να κάνει μια συμφωνία με την Αθήνα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, πριν γίνουν εκλογές, σε αυτή την προεκλογική περίοδο όπου η κυβέρνηση είναι αδύναμη και μη δημοφιλής. Αυτό σημαίνει ότι για τους επόμενους 14 μήνες περίπου, υπάρχει πολύ μικρή πιθανότητα να γίνει μια συμφωνία».

«Περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν μετά τις εκλογές και με μια νέα κυβέρνηση, που θα έχει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση σε αυτό το θέμα. Προφανώς το σκάνδαλο του Βρετανικού Μουσείου δεν επηρεάζει μόνο το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα, αλλά επηρεάζει την παραμονή στο Μουσείο αντικειμένων από πολλά μέρη του κόσμου. Και επηρεάζει το αφήγημα του Μουσείου ότι εδώ τα τεχνουργήματα είναι ασφαλέστερα εδώ στο Λονδίνο» καταλήγει ο καθηγητής.

Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων.
«H Ελλάδα και άλλες χώρες, από τις οποίες το Βρετανικό Μουσείο έχει υφαρπάξει πολιτιστικούς θησαυρούς, πρέπει να ενισχύσουν τον αγώνα τους στην ανάκτηση αυτών των λεηλατημένων αρχαιοτήτων»…«Το Βρετανικό Μουσείο χάνει για μία ακόμη φορά τα ερείσματά του στην ηθική…μια πρωτοφανής υπόθεση στην ιστορία των Μουσείων διεθνώς».

«Η υπόθεση των κλαπεισών αρχαιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου εγείρει και πάλι ηθικά ζητήματα για το ίδιο το Μουσείο, τον τρόπο συγκρότησης των Συλλογών του και τη διαχρονική διαχείρισή τους από την εκάστοτε Διοίκηση. Μάλιστα, η τελευταία βαρύνεται όχι μόνον από το ίδιο το γεγονός, που καθιστά ένα μητροπολιτικό μουσείο χώρο συνδεόμενο με το δίκτυο της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων, αλλά και από την καθυστέρηση στην αποκάλυψη της υπόθεσης, με τις παραιτήσεις στελεχών του να εγείρουν ερωτήματα για προσπάθεια συγκάλυψης»… «η Ελλάδα και άλλες χώρες, από τις οποίες το Βρετανικό Μουσείο έχει υφαρπάξει πολιτιστικούς θησαυρούς, πρέπει να ενισχύσουν τον αγώνα τους στην ανάκτηση αυτών των λεηλατημένων αρχαιοτήτων» και πως «με βάση το διαχρονικό φαινόμενο της πώλησης αρχαιοτήτων από τις Συλλογές του Βρετανικού Μουσείου, ασφαλώς τίθεται σε τελείως διαφορετική βάση το δίκαιο αίτημα της χώρας μας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα και την επανένωσή τους με τον γενέθλιο μνημείο τους, τον Παρθενώνα».

«Τόσο οι Έλληνες αρχαιολόγοι όσο και η κοινή γνώμη στη χώρα μας, αναμένουμε τις πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης και του Υπουργείου Πολιτισμού στην κατεύθυνση αυτή», κλείνει η ανακοίνωση του ΣΕΑ.

Η μεγαλύτερη πράξη πολιτιστικής λεηλασίας στην ευρωπαϊκή ιστορία.

Άρθρο γνώμης του Denis *McShane στον Independent αναφέρει: 

«Υπάρχει κανένας θεσμός που να είναι συνυφασμένος με την αυτοεικόνα σπουδαιότητας του βρετανικού κατεστημένου που να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στον σκοπό του;

Η αστυνομία, ο στρατός, τα μαιευτήρια του NHS, το BBC, η έντιμη κυβέρνηση, το υπουργείο Εξωτερικών, το κοινοβούλιο – όλοι οι πυλώνες της εγωκεντρικής μας αυταρέσκειας είναι πλέον παγκόσμιος περίγελος. Το τελευταίο σύμβολο που κατέρρευσε είναι το Βρετανικό Μουσείο.

Είναι αδύνατο να παρακολουθήσει κανείς τις ανατροπές της υπόθεσης των κλεμμένων έργων τέχνης από το μουσείο, υπό την ανίκανη ηγεσία και την αυτοαναφορική διεύθυνσή του»

«Υπάρχουν διάφορες Dames, συμπεριλαμβανομένης μιας πρώην High Mistress του St Paul’s School – ο πρόεδρος των διαχειριστών, George Osborne, πήγε στο St Paul’s για αγόρια. Ο Philipp Hildebrand, μεγάλο κεφάλι στην επενδυτική εταιρεία BlackRock, η οποία πλήρωσε τον Osborne 650.000 λίρες, είναι διαχειριστής.

Στη συνέχεια, υπάρχει η αγαπημένη κλασικίστρια όλων, η Mary Beard, η οποία τουλάχιστον γνωρίζει κάτι για τα ελληνιστικά έργα τέχνης.

Ο Γερμανός διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, ο Hartwig Fischer, έδειξε ότι είναι καλός Ρωμαίος, καθώς έπεσε στο σπαθί του για να προστατεύσει τους ζάμπλουτους εγωπαθείς διαχειριστές που ελέγχουν το μουσείο […]

Έστειλαν στοιχεία για τα εγκλήματα, αλλά, όπως και άλλοι ατιμασμένοι στυλοβάτες του βρετανικού κατεστημένου, το Βρετανικό Μουσείο επιδόθηκε σε επιχείρηση πλήρους συγκάλυψης, προσβάλλοντας και δυσφημίζοντας τους πληροφοριοδότες. Ο Fischer επρόκειτο να φύγει ούτως ή άλλως αυτό το φθινόπωρο. Το νούμερο δύο του ανέλαβε άλλα καθήκοντα, με τον πατροπαράδοτο τρόπο συγκάλυψης των αποτυχιών του κατεστημένου.

Ωστόσο, τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης, ιδίως το BBC, είναι μέχρι στιγμής συνένοχα στο σκάνδαλο. Το μόνο πράγμα στο οποίο δεν γίνεται ποτέ αναφορά είναι η μεγαλύτερη κλεμμένη συλλογή έργων τέχνης του Βρετανικού Μουσείου: τα ‘Ελγίνεια Μάρμαρα’ ηλικίας 2.500 ετών, τα οποία είναι πλέον επισήμως γνωστά ως Μάρμαρα του Παρθενώνα.

Τα μάρμαρα έχουν μια εκπληκτική δύναμη επί του αγγλικού κατεστημένου. Απόλυτα λογικοί, καλλιεργημένοι καθηγητές και οι υπεύθυνοι για τον πολιτισμό της κυβέρνησης δειλιάζουν σε κάθε υπόνοια ότι η Βρετανία θα μπορούσε να επανορθώσει τη μεγαλύτερη πράξη αυτοκρατορικής λεηλασίας και πολιτιστικού βανδαλισμού στη βρετανική, και πράγματι στην ευρωπαϊκή, ιστορία.

Στο ξεκίνημα της κυβέρνησης του Tony Blair το 1997, βρέθηκα σε ένα αυτοκίνητο με τον νεοδιορισθέντα υπουργό Πολιτισμού, Chris Smith. Ήταν ένας παλιός φίλος, που ανήκε στην ίδια γενιά η οποία ως φοιτητές έκαναν ωτοστόπ στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1960 και θαύμαζαν με δέος το μεγαλείο των κτιρίων και των γλυπτών στη γενέτειρα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, της φιλοσοφίας, του θεάτρου και της δημοκρατίας.

Θεωρείτο τότε δεδομένο, το 1997, ότι τώρα που οι φιλισταϊκές κυβερνήσεις του James Callaghan, της Margaret Thatcher και του John Major βρίσκονταν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, η γενναία και τολμηρή κυβέρνηση των Νέων Εργατικών θα συμφωνούσε με την αγγλόφιλη σταρ του κινηματογράφου, Μελίνα Μερκούρη, την κορυφαία υπουργό Πολιτισμού της Ελλάδας, ότι τα μάρμαρα θα έπρεπε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, εκεί όπου ανήκαν.

Ρώτησα τον Chris τι διακανονισμοί θα γίνονταν για την επιστροφή τους. Πάγωσε από τρόμο. “Σε παρακαλώ, σε παρακαλώ Denis, μην αναφέρεις τα μάρμαρα στο κοινοβούλιο και μην αναφέρεις το ενδιαφέρον σου σε κανέναν στο Νο 10”. Δεν χρειάστηκε να μου εξηγήσει το γιατί. Η επιτυχία του Blair βασιζόταν εν μέρει στη μεγαλοφυή του αποπλάνηση του κατεστημένου […]Και ο Smith ήξερε ότι αν πήγαινε στον Blair και ζητούσε την επιστροφή των Mαρμάρων η υπουργική του καριέρα θα τελείωνε σύντομα.

Κανείς δεν γνωρίζει τον σημερινό υπουργό Πολιτισμού. Αυτός ή αυτή δεν έχει κανένα εθνικό προφίλ. Υπάρχει μια ευγενική καμπάνια για την επιστροφή των μαρμάρων, αλλά δυσκολεύονται να βρουν ακρόαση από τους μελλοντικούς υπουργούς των Εργατικών.

Και οι Εργατικοί έχουν παραμείνει περιέργως σιωπηλοί στην απαίτηση να αναληφθεί δράση για τις κλοπές, παρά το γεγονός ότι το διοικητικό συμβούλιο του Βρετανικού Μουσείου είναι γεμάτο με βαθύπλουτους επιχειρηματίες που βρίσκονται αρκετά κοντά στο κόμμα των Συντηρητικών και επικεφαλής του είναι ένας πρώην υπουργός Οικονομικών των Συντηρητικών που επέβαλε λιτότητα στη Βρετανία για να μας προσφέρει τη δεκαετία με τις χειρότερες επιδόσεις του Ηνωμένου Βασιλείου εδώ και αιώνες.

Όλα τα μάρμαρα πριονίστηκαν ή πετσοκόπηκαν με τσεκούρια στις αρχές του 19ου αιώνα από έναν συφιλιδικό μικρό αριστοκράτη των Τόρηδων, τον Λόρδο Έλγιν. Ισχυρίστηκε ότι είχε γραπτή άδεια από τους Τούρκους κατακτητές της Αθήνας, αλλά δεν υπάρχει καμία απόδειξη τέτοιου εγγράφου.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό θα είχε τόση εγκυρότητα όση και μια άδεια που εκδόθηκε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο από έναν Γερμανό διοικητή στην κατεχόμενη Γαλλία προς κάποιον ξένο που ήθελε να κλέψει ανεκτίμητη γαλλική τέχνη» σημειώνει το άρθρο περιγράφοντας ακολούθως πως ο Έλγιν μετέφερε τα Γλυπτά του Παρθενώνα στο ΗΒ και τα πώλησε στη συνέχεια στη βρετανική κυβέρνηση «και, έκτοτε, υπουργοί και καθηγητές υπερασπίζονται τη λεηλασία και το πλιάτσικο».

«Η Ελλάδα είναι πλέον μια εδραιωμένη δημοκρατία και αξίζει να αντιμετωπίζεται με λίγο σεβασμό, όχι με την περιφρόνηση των πολιτικών που βοήθησαν στην προώθηση του Brexit.

Το Λονδίνο έχει λίγους φίλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η επανεκλεγμένη κεντροδεξιά κυβέρνηση της Ελλάδας έχει πολλούς. Έχουν γίνει πολλές προτάσεις για την εξεύρεση λύσεων χρησιμοποιώντας τις απίστευτες δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης της σύγχρονης αρχαιολογίας για να στείλουμε τα παράνομα μάρμαρα του Λονδίνου πίσω εκεί που ανήκουν, φέρνοντας συγχρόνως ένα νέο ρεύμα ελληνιστικών αντικειμένων στο Λονδίνο και δημιουργώντας ακριβή αντίγραφα για να τα θαυμάζουν οι τουρίστες.

Δεν θα συμβεί υπό το σημερινό κατεστημένο, αλλά η μεγαλύτερη πράξη πολιτιστικής λεηλασίας στην ευρωπαϊκή ιστορία θα διορθωθεί κάποια στιγμή» καταλήγει.

Μενδώνη για Βρετανικό Μουσείο: Πολύχρονη και διαρκής η κακομεταχείριση των αριστουργημάτων του Παρθενώνα.
«Η “φύλαξή” τους εκεί αποδεικνύεται καταστροφική και επικίνδυνη» αναφέρεται σε άρθρο της στα «ΤΑ ΝΕΑ». η υπουργός Πολιτισμού.

«Πολύχρονη και διαρκής είναι η κακομεταχείριση και οι ζημίες των αριστουργημάτων του Φειδία στο Βρετανικό Μουσείο, ενώ η “φύλαξή” τους εκεί αποδεικνύεται καταστροφική και επικίνδυνη». Η υπουργός τονίζει ότι «η πρωτοφανής υπόθεση της κλοπής εκατοντάδων πολύτιμων αντικειμένων του Βρετανικού Μουσείου, με δράστες τους εντεταλμένους για την προστασία των συλλογών του, πέραν από τις ποινικές και ηθικές ευθύνες, εγείρει το μείζον ζήτημα της αξιοπιστίας του ίδιου του μουσειακού οργανισμού. Παράλληλα, καταρρέει, μια ακόμη φορά, το τελευταίο επιχείρημα των Βρετανών ότι δήθεν τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι περισσότερο ασφαλή στο συγκεκριμένο Μουσείο απ’ ό,τι στην Αθήνα, στο Μουσείο της Ακρόπολης».

Στη συνέχεια επικαλείται άρθρο των «Times του Λονδίνου» επισημαίνοντας: «Στο κύριο άρθρο τους, στο φύλλο της 26ης Αυγούστου, οι “Times του Λονδίνου” -επί πενήντα έτη πολέμιοι της επιστροφής των Γλυπτών στην Ελλάδα, νυν ένθερμοι υποστηρικτές της επιστροφής και επανένωσής τους στην Αθήνα- ασκούν δριμεία κριτική στο Βρετανικό Μουσείο, επισημαίνοντας ότι η διεθνής φήμη του Μουσείου βρίσκεται σε κίνδυνο. Μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις το ελληνικό αίτημα ισχυροποιείται απολύτως».

«Δεν είναι η πρώτη φορά που η βρετανική πλευρά είναι διεθνώς εκτεθειμένη για τον τρόπο που αντιμετώπισε τα αριστουργήματα του Φειδία. Τα αρχιτεκτονικά γλυπτά του μείζονος μνημείου του δυτικού Πολιτισμού -αναπόσπαστο και οργανικό μέρος του Παρθενώνα – κακοποιούνται και καταστρέφονται, ασεβώς, κατά τρόπο βίαιο και ανήθικο, από την εποχή της κλοπής και του βανδαλισμού τους από τον Έλγιν, μέχρι σήμερα. Ουδείς καλόπιστος και αντικειμενικός κριτής διατηρεί την παραμικρή αμφιβολία για τα κίνητρα και τις μεθόδους του Έλγιν, 200 χρόνια πριν. Επρόκειτο για κλοπή, που συνοδεύτηκε από πρωτοφανείς βανδαλισμούς, οι οποίοι προξένησαν διαπιστωμένες ανυπολόγιστες φθορές και καταστροφές στα μνημεία, πέραν της ζημίας και της ανήκεστης βλάβης στη φυσική, νοηματική και αισθητική τους ακεραιότητα» επισημαίνει η κ. Μενδώνη και επικαλείται τα όσα πει ο Edward Dodwell, ο οποίος, όπως σημειώνει, έζησε τη βαρβαρότητα του Έλγιν: «”Ένιωσα απερίγραπτη ταπείνωση να είμαι παρών, όταν ο Παρθενώνας απογυμνωνόταν από τα λαμπρότερα γλυπτά του. Είδα κάποιες μετόπες, στο άκρο της νότιας πλευράς του ναού, να σέρνονται κάτω. Ήταν σφηνωμένες ανάμεσα στα τρίγλυφα, σε εσοχή. Για να τις σηκώσουν, έριξαν στο έδαφος το θαυμάσιο γείσο, το οποίο τις έστεφε. Η ανατολική πλευρά του αετώματος μοιράστηκε την ίδια τύχη”. Τη μαρτυρία του Dodwell συμπληρώνει ο Robert Smirke: “Ταράχτηκα πολύ, όταν είδα την καταστροφή που γινόταν με το γκρέμισμα των ανάγλυφων της ζωφόρου. Κάθε πέτρα έσειε το έδαφος με το ασήκωτο βάρος της. Και ο βαθύς υπόκωφος ήχος του έμοιαζε σαν βογγητό αγωνιώδες του τραυματισμένου πνεύματος του ναού. Αυτά για τη βαρβαρότητα”» αναφέρεται στο άρθρο της υπουργού.

Λίνα Μενδώνη, Μελίνα Μερκούρη και τα Γλυπτά του Παρθενώνα

Στη συνέχεια η κ. Μενδώνη αναφέρεται στην Μελίνα Μερκούρη και στην ιστορική ομιλία της, το 1986, στη συζήτηση της Oxford Union για τα Γλυπτά, όπου εξέθεσε, με ιστορική ακρίβεια και γλαφυρότητα, όσα βάρβαρα έπραξε ο βουλιμικός, για δόξα και χρήματα, λόρδος» όπως επισημαίνει. «Οι 56 λίθοι της ζωφόρου πριονίστηκαν ή απολαξεύθηκαν, ώστε το πάχος τους να μην ξεπερνά τα 18 εκ. για να καταστεί δυνατή η μεταφορά τους, με τα πλοία της εποχής» σημειώνει και προσθέτει: «Ο “Μέντωρ”, που μετέφερε 17 κιβώτια με Γλυπτά, βυθίστηκε έξω από τα Κύθηρα, τον Σεπτέμβριο 1802. Η ανέλκυσή τους ολοκληρώθηκε δύο χρόνια αργότερα. Αλλά σε κάποια, ήδη, η ζημία από τη διάβρωση ήταν μη αναστρέψιμη. Όταν τα Γλυπτά έφθασαν στην Αγγλία, ο Έλγιν τα αποθήκευσε σε υγρούς και ακατάλληλους χώρους. Τελικά, ο λόρδος – λειτουργώντας ως αρχαιοκάπηλος – πώλησε τα Γλυπτά, διά της βρετανικής κυβέρνησης, στο Βρετανικό Μουσείο, το οποίο, εν γνώσει του, αποδέχθηκε τα προϊόντα της κλοπής. Το Βρετανικό Μουσείο αγνόησε το τεράστιο σκάνδαλο που ξέσπασε στη βρετανική και διεθνή κοινή γνώμη, τις ευθείες καταγγελίες και τις έντονες διαμαρτυρίες εξεχουσών προσωπικοτήτων της εποχής, σε ολόκληρη την Ευρώπη. Θέση, στην οποία εμμένει, ως σήμερα.

Από το 1816, και για έναν περίπου αιώνα, τα παρθενώνια γλυπτά παρέμειναν στο Βρετανικό Μουσείο εκτεθειμένα, όχι μόνο στην ακραία ατμοσφαιρική ρύπανση του Λονδίνου, αλλά σε μια αίθουσα, στην οποία έκαιγαν κάρβουνο σε θερμάστρες, χωρίς καμινάδα. Το αποτέλεσμα ήταν να μαυρίσει η επιφάνειά τους και να υποστούν σοβαρή διάβρωση. Δύο φορές τα Γλυπτά «πλύθηκαν», με απολύτως ανορθόδοξο τρόπο, μετά την εκμάγευσή τους, το 1817 και το 1837. Πολλές φορές ακόμη, μέχρι το 1930».

«Συρμάτινες βούρτσες και χημικά στα Γλυπτά…»

Ακολούθως η υπουργός Πολιτισμού προσθέτει: «Στη δεκαετία 1930, ο λόρδος Duveen χρησιμοποίησε συρμάτινες βούρτσες και χημικά για να απομακρύνει την αρχαία πατίνα, όπως τεκμηρίωσε ο William St Clair, σε δύο έργα του. Ωστόσο, “η απόξεση της πατίνας συμπαρέσυρε ενίοτε, περιοχές και μάζες μαρμάρου, όπως ήταν αναμενόμενο, στις πλέον ευαίσθητες επιφάνειες, από άποψη διατήρησης, όπως προκύπτει άλλωστε και από τις εμπειρίες των δειγματοληψιών της πατίνας.

Συνεπώς, η ανωμαλία που προέκυπτε στην επιφάνεια του μαρμάρου, από την απόξεσή της, έπρεπε, σύμφωνα πάντα με τις αισθητικές προδιαγραφές να εξομαλυνθεί. Η εξομάλυνση επεκτάθηκε, για λόγους ομοιομορφίας, και στις ακάλυπτες από πατίνα περιοχές. Αλλά η εργασία εξομάλυνσης των επιφανειών του πεδίου των ανάγλυφων, αλλά και των μορφών, κορύφωσε την καταστροφή τους…”.

Σε ορισμένες περιπτώσεις έλαβε υπερβολικές διαστάσεις. “Ορισμένες από τις μετόπες συνιστούν ακραία παραδείγματα αυτής της επέμβασης, όπου η απομειωμένη, από τη λείανση, επιφάνεια, είτε της πλάκας του ανάγλυφου, είτε των μορφών, είναι όχι μόνο μακροσκοπικά ορατή αλλά ενίοτε και μετρήσιμη”, σύμφωνα με το πόρισμα των ελλήνων επιστημόνων, οι οποίοι το 1999, ύστερα από διαπραγμάτευση του ΥΠΠΟ με το Βρετανικό Μουσείο, εξέτασαν τα Γλυπτά. Καταστράφηκε η “επιδερμίδα” τους»

«Έπεσε πάνω στα αγάλματα και αποκόλλησε το πόδι ενός κενταύρου»!

«Αλλά η κακομεταχείριση των Γλυπτών δεν έμεινε εκεί», τονίζει στο άρθρο της η υπουργός και απαριθμεί τα γεγονότα κακομεταχείρισης των Γλυπτών: «Στο τέλος της δεκαετίας του 1960, το Τμήμα Συντήρησης του Βρετανικού Μουσείου επιχείρησε εκτεταμένους καθαρισμούς για να αφαιρέσει ρύπους και επικαθίσεις. Τότε, η επιφάνεια των Γλυπτών καλύφθηκε με αραιωμένο κερί γλυκόλης πολυαιθυλενίου, προκειμένου να διευκολυνθούν μελλοντικοί καθαρισμοί. Εξαιτίας αυτού, δεν είναι πλέον διακριτά πολλά από τα ευαίσθητα χαρακτηριστικά τους.

Το 1961, ένας μαθητής, χειροδικώντας σε συμμαθητή του, στην αίθουσα των Γλυπτών, έπεσε πάνω στα αγάλματα και αποκόλλησε το πόδι ενός κενταύρου. Οι συντηρητές του Μουσείου ποτέ δεν μπόρεσαν να αποκαταστήσουν εντελώς τη ζημία. Το 1966 και το 1970 βάνδαλοι χάραξαν γραμμές και γράμματα, σε μορφές του αετώματος. Το 1974, κλέφτες προκάλεσαν ζημίες στην οπλή ενός κενταύρου, καθώς προσπάθησαν να αφαιρέσουν το μόλυβδο, που είχε χρησιμοποιηθεί για τη σύνδεση των λίθων, στην αρχαιότητα.

Τον Ιούνιο του 1981, εργάτης της Υπηρεσίας Συντήρησης Δημόσιας Περιουσίας, ενώ βρισκόταν επί της οροφής της Duveen Gallery, έχασε την ισορροπία του και παρέσυρε τμήμα της γυάλινης οροφής, που έπεσε πάνω σε μορφή του δυτικού αετώματος. Το ατύχημα προκάλεσε “ελαφρά ραγίσματα και εκδορές” στο γλυπτό».

Και προσθέτει: «Όταν, παρά τη σιωπή και τότε του Βρετανικού Μουσείου, αποκαλύφθηκαν οι ζημίες, ο διευθυντής του Neil Mac Gregor, δήλωσε: “Όταν τοποθετείς γλυπτά σε κοινή θέα, τα εκθέτεις σε πιθανές ζημιές. Κάθε μουσείο στον κόσμο που εκθέτει γλυπτά, σε κοινή θέα διαθέτει ιστορικό τακτικών φθορών και ζημιών… Γκράφιτι, γρατσουνιές, φθορές από προσκρούσεις. Πολύ απλά, δεν μπορείς να εκθέτεις ένα γλυπτό σε ένα επίπεδο που το κοινό είναι σε θέση να το δει από κοντά, χωρίς να αποδέχεσαι το ρίσκο. Είναι το τίμημα που καταβάλεις για να το καταστήσεις διαθέσιμο, επισκέψιμο”.

Σε όλα αυτά, να προστεθεί, τονίζεται από την υπουργό Πολιτισμού, «η άκρως προβληματική κατάσταση με τα νερά της βροχής να πέφτουν από την οροφή, στις αίθουσες έκθεσης των Γλυπτών, το 2019 και το 2021, η οποία τεκμηριώνει απόλυτα και την εγκατάλειψη του κτιρίου του Βρετανικού Μουσείου».

«Δεν έχουν συναίσθηση της αξίας και των αξιών των ευρημάτων του χρυσού αιώνα για τον δυτικό Πολιτισμό»

«Είναι σαφές ότι οι εκάστοτε επικεφαλής του Βρετανικού Μουσείου, αλλά και κάποιοι πολιτικοί, δεν έχουν την απόλυτη συναίσθηση της αξίας και των αξιών, που φέρουν τα συγκεκριμένα δημιουργήματα του “χρυσού αιώνα” για τον δυτικό Πολιτισμό και τον σύγχρονο κόσμο. Διαφορετικά, θα τα αντιμετώπιζαν με περισσότερη ενσυναίσθηση και λιγότερη αλαζονεία», τονίζει στη συνέχεια η υπουργός και προσθέτει: «Ο Chris Smith, υπουργός Πολιτισμού της Μ. Βρετανίας, το 1997, επισημαίνει στον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Robert Anderson: “H σύγχρονη ρύπανση στον Παρθενώνα έχει προκαλέσει τραγική φθορά στα αετώματα που δεν μετακίνησε ο Λόρδος Ελγιν… Είναι σαφές ότι ήταν προς όφελος των γλυπτών, τα οποία ανήκουν στο Βρετανικό Μουσείο, το γεγονός ότι αποτελούν περιουσία του Μουσείου”.

Το 2002, ο Sir John Boyd, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Βρετανικού Μουσείου, σε επιστολή του στον Τόνι Μπλερ σημείωνε: “Η μετακίνηση οποιουδήποτε στοιχείου της συλλογής – αιγυπτιακού, μεσοποταμικού, ελληνικού, ρωμαϊκού, ινδικού, αφρικανικού, μεξικανικού ή κινεζικού – θα ισοδυναμούσε με ακρωτηριασμό, ενός από τα ελάχιστα μέρη στα οποία ο κόσμος μπορεί να ανακαλύψει τον κόσμο. Πρόκειται για ένα δημιουργικό και ζωντανό επίτευγμα του Διαφωτισμού. Ο Παρθενώνας, από την άλλη, είναι ένα ερείπιο που πλέον δεν μπορεί ποτέ να αποκατασταθεί”».

Βρετανικό Μουσείο: Οι κλοπές του σήμερα

Και καταλήγει στο άρθρο της η κ. Μενδώνη αναφέροντας τα γεγονότα που είδαν το φως της δημοσιότητας με τις κλοπές από το Βρετανικό Μουσείο τονίζοντας: «Σήμερα, ακολουθεί το τραγικό περιστατικό της κλοπής από τους εντεταλμένους του Βρετανικού Μουσείου για την ακεραιότητα και τη φύλαξη των θησαυρών του. Μετά τα πολύχρονα και τραγικά πάθη των Παρθενώνιων Γλυπτών, “φυλασσόμενα”, στο Βρετανικό Μουσείο, μήπως οι κλοπές βρίσκουν την αιτιολογία τους; Αδιαφορία για τη σημασία των αντικειμένων των Συλλογών. Υπέρμετρη αλαζονεία, εκ μέρους των ιθυνόντων του “Οικουμενικού Μουσείου”».

«Απέχει η σημερινή συμπεριφορά των εντεταλμένων του Βρετανικού Μουσείου από την ανεπίτρεπτη συμπεριφορά του Ian Jenkins, τ. επιμελητή των Ελληνικών Συλλογών του, όταν τόλμησε, το 1999, στην επίσημη ιστοσελίδα του Μουσείου να αναρτήσει δύο φωτογραφίες της κεφαλής της Ιριδας; Στη μία, η κεφαλή είχε μαύρες επικαθίσεις» αναρωτιέται η υπουργός και συμπληρώνει: «Στην άλλη ήταν καθαρή. Στη λεζάντα ο Jenkins, σημείωνε: “Πριν απ’ τον καθαρισμό, και μετά τον καθαρισμό», ισχυριζόμενος ότι αυτό είχε συμβεί στην Αθήνα. Όμως, η αλήθεια είναι ότι η φωτογραφία της Ιριδας με τις επικαθίσεις ήταν από γύψινο εκμαγείο, που εξέθετε το Βρετανικό Μουσείο.

Η καθαρή κεφαλή της θεάς φυλασσόταν πάντα προστατευμένη στο Μουσείο της Ακρόπολης, από το 1889, όταν αποτοιχίστηκε από βυζαντινό τοίχο στην Ακρόπολη. Δεν τα γνώριζε αυτά ο Jenkins; Προφανώς και τα γνώριζε. Απλώς, αποτόλμησε μία πλάνη, μια απάτη ανεπίτρεπτη για τον επιστήμονα επιμελητή του Βρετανικού Μουσείου».

Τέλος η κ. Μενδώνη τονίζει: «Πολύχρονη και διαρκής είναι η κακομεταχείριση και οι ζημίες των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο. Οι κλοπές, από τους αρμόδιους επιμελητές, αλλά και η αιδήμων σιωπή των επικεφαλής του, οι οποίοι ούτε μεριμνούν για την προστασία των συλλογών, ούτε λαμβάνουν τα προσήκοντα μέτρα ασφάλειας και φύλαξης, αποδεικνύει ότι η «φιλοξενία» που παρέχεται στα αριστουργήματα του Φειδία, στο Βρετανικό Μουσείο, ήταν πάντα πλημμελής, ελλιπής, προβληματική.

Η “φύλαξη” των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο αποδεικνύεται καταστροφική και επικίνδυνη. Η επιτακτική ανάγκη της επανένωσής τους, στην Αθήνα, αποτελεί τώρα πράξη Δικαιοσύνης»

*Ο Ντένις ΜακΣέιν είναι ο πρώην υπουργός Ευρώπης του Ηνωμένου Βασιλείου που ασχολήθηκε με την Ελλάδα, την Κύπρο και την Τουρκία όταν βρισκόταν στο Φόρεϊν Όφις.

google news

Ακολουθήστε μας στα κοινωνικά δίκτυα facebooktwitterinstagramyoutube, tik tok, και στο Google news. Διαβάστε την e-enimerosi.com για να ενημερώνεστε για όλα τα νέα, από την Ελλάδα και τον κόσμο, κάνετε εγγραφή στην σελίδα και πατήστε το καμπανάκι για να ενημερώνεστε πρώτοι έγκαιρα και έγκυρα.

Σχετικές αναρτήσεις

Το ανθισμένο Λεμονοδάσος.

e-enimerosi

Ο ευτελισμός της ελληνικής διασποράς του Μονάχου για το σχολικό κτίριο.

Χρήστος Μουρτζούκος

Ο ανθελληνικός ρόλος της Γερμανίας και των ΗΠΑ στο θέμα της Μακεδονίας και τα Ellinika Hoaxes.

e-enimerosi